ΑΠ 1267/2023
Άρειος Πάγος (Α1' Τμήμα)
Αριθ. 1267/2023
Προεδρεύων: Χ. Κατσιάνης, Αρεοπαγίτης
Εισηγήτρια: Α. Υφαντή, Αρεοπαγίτης
Δικηγόροι: Ν. Εμμανουηλίδης, Ε. Κωστάντη, ΝΣΚ
Κοινωφελές ίδρυμα ιδρυθέν δυνάμει διαθήκης. Απόρριψη αίτησης μεταβολής (επέκτασης) της εκμετάλλευσης της αφιερωθείσης για τον συγκεκριμένο κοινωφελή σκοπό περιουσίας, στο πλαίσιο επωφελέστερης αξιοποίησής της, κατόπιν βεβαιώσεως (ερμηνείας) της αληθούς βουλήσεως του διαθέτη περί διαθέσεως της περιουσίας του [Άρθρα 109 Σ, 10 ν. 4182/2013, 108 επ. ΑΚ, 825 ΚΠολΔ].
[…] Κατά τη διάταξη του άρθρου 109 § 1 του Συντάγματος, δεν επιτρέπεται η μεταβολή του περιεχομένου ή των όρων διαθήκης, κωδίκελου ή δωρεάς, ως προς τις διατάξεις τους υπέρ του Δημοσίου ή υπέρ κοινωφελούς σκοπού. Η συνταγματική αυτή διάταξη αποβλέπει στην προστασία και κατοχύρωση της θέλησης των διαθετών και δωρητών και εναντίον των πράξεων της Πολιτείας, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που έχουν νομοθετικό περιεχόμενο και σύμφωνα με αυτή δεν επιτρέπεται κατ’ αρχήν η μεταβολή του σκοπού περιουσίας που έχει ταχθεί υπέρ του Δημοσίου ή προς εξυπηρέτηση κοινής ωφελείας, όχι μόνο με διατάγματα, αλλά ούτε και με νόμο (ΟλΑΠ 1241/1979, ΑΠ 1547/2010). Κατ’ εξαίρεση, όμως, επιτρέπεται, σύμφωνα με την § 2 του ιδίου άρθρου του Συντάγματος, η επωφελέστερη αξιοποίηση ή η διάθεση του καταλειφθέντος ή δωρηθέντος περιουσιακού στοιχείου, υπέρ του ιδίου ή άλλου (συγγενούς) κοινωφελούς σκοπού, στην ίδια περιοχή που όρισε ο διαθέτης ή ο δωρητής, ή στην ευρύτερη περιφέρειά της, όταν βεβαιωθεί με δικαστική απόφαση, είτε ότι η θέληση του διαθέτη ή του δωρητή δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί για οποιοδήποτε λόγο, καθόλου ή κατά το μεγαλύτερο μέρος του περιεχομένου της, ως προς τον ορισθέντα σκοπό, είτε ότι η θέληση αυτή μπορεί να ικανοποιηθεί πληρέστερα με τη μεταβολή της εκμετάλλευσης του υπ’ όψη περιουσιακού στοιχείου, όπως ειδικός νόμος θα ορίσει. Εξάλλου, κατά το άρθρο 10 §§ 1, 2, 3 του ν. 4182/10.9.2013, «1. Περιουσίες που καταλείπονται υπέρ κοινωφελών σκοπών αξιοποιούνται κατά τον τρόπο που όρισε ο διαθέτης ή δωρητής. Απαγορεύεται η μεταβολή, τόσο των παραπάνω κοινωφελών σκοπών, όσο και του τρόπου και των όρων διαχείρισης της περιουσίας, καθώς και των ορισμών για τον τρόπο διοίκησής της. 2. Αν υπάρχει αμφιβολία περί του περιεχομένου της βούλησης του διαθέτη ή δωρητή ή αμφισβήτηση επ’ αυτού, αυτή επιλύεται από το αρμόδιο κατ’ άρθρο 825 Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας δικαστήριο. 3. Το κατά την προηγούμενη παράγραφο δικαστήριο αποφαίνεται επίσης, κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, επί του εάν η βούληση του διαθέτη ή δωρητή δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί για οποιονδήποτε λόγο, καθόλου ή κατά το μεγαλύτερο μέρος της και καθορίζει τον τρόπο της επωφελέστερης ή ασφαλέστερης αξιοποίησης της περιουσίας, καθώς και το σκοπό και την περιοχή για την οποία πρέπει αυτή να διατεθεί. Αν μετά την έκδοση της δικαστικής απόφασης του προηγούμενου εδαφίου, ο τρόπος αξιοποίησης που επετράπη με αυτήν κατέστη για οποιονδήποτε λόγο ανέφικτος, είναι δυνατή η αξιοποίηση της περιουσίας, σύμφωνα με τον τρόπο που περιέγραψε ο διαθέτης ή ο δωρητής, χωρίς να απαιτείται η έκδοση νέας απόφασης, με απόφαση του οργάνου διοίκησης της περιουσίας που κοινοποιείται στην αρμόδια αρχή εντός τριάντα (30) ημερών». Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων του άρθρου 10 του ν. 4182/2013 συνάγεται ότι επιτρέπεται με απόφαση του καθ’ ύλη και κατά τόπο αρμοδίου Εφετείου, που εκδίδεται κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (άρθρα 739 επ. και 825 του ΚΠολΔ), να βεβαιωθεί με δικαστική απόφαση ότι η θέληση του διαθέτη ή του δωρητή δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί για οποιονδήποτε λόγο, καθόλου ή κατά το μεγαλύτερο μέρος του περιεχομένου της, ότι είναι δυνατή είτε η ικανοποίηση άλλου παρόμοιου κοινωφελούς σκοπού, είτε η πληρέστερη ικανοποίηση του ίδιου κοινωφελούς σκοπού και ότι προς τούτο είναι αναγκαία η μεταβολή της παρούσας εκμετάλλευσης του συγκεκριμένου καταλειφθέντος ή δωρηθέντος περιουσιακού στοιχείου ή και όλης της αφιερωθείσας υπέρ του κοινωφελούς σκοπού περιουσίας. Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 825 του ΚΠολΔ, όπως αναδιατυπώθηκε με τη διάταξη του άρθρου 77 § 3 του ν. 4182/2013, «κάθε αμφιβολία ή αμφισβήτηση για την ερμηνεία διαθήκης ή άλλης πράξης, με την οποία διαθέτονται περιουσιακά στοιχεία με κληρονομιά, κληροδοσία ή δωρεά υπέρ του κράτους ή κοινωφελών σκοπών, εφόσον αναφέρεται στον τρόπο της εκκαθάρισης και γενικά της διαχείρισης και της εκτέλεσης της περιουσίας που έχει διατεθεί για το κράτος ή για κοινωφελή σκοπό, υπάγεται στην αρμοδιότητα του Εφετείου της έδρας της Αποκεντρωμένης Διοίκησης που εποπτεύει την κοινωφελή περιουσία. Αν η κοινωφελής περιουσία υπάγεται στην εποπτεία του Υπουργού Οικονομικών, αρμόδιο είναι το Εφετείο Αθηνών». Από το συνδυασμό των προαναφερθεισών διατάξεων των άρθρων 109 §§ 1-2 του Συντάγματος, 10 του ν. 4182/2013, καθώς και των άρθρων 42, 50 και 58 § 1 του ιδίου νόμου (4182/2013), 825 ΚΠολΔ, καθώς και εκείνων των άρθρων 108 – 110 επ. του ΑΚ, το καθ’ ύλη και κατά τόπο αρμόδιο Εφετείο έχει δικαιοδοσία και καθίσταται αποκλειστικά αρμόδιο να κρίνει τις αναφερθείσες στην προηγούμενη νομική σκέψη υποθέσεις, με τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, στις ακόλουθες αποκλειστικά περιπτώσεις: α) εάν η θέληση του διαθέτη περιουσίας υπέρ κοινωφελούς σκοπού έχει καταστεί απραγματοποίητη εν όλω ή κατά το μεγαλύτερο μέρος της, ώστε θα πρέπει να επιτραπεί η ικανοποίηση με την αφιερωθείσα περιουσία άλλου συγγενούς και εφικτού κοινωφελούς σκοπού, β) εάν η θέληση του διαθέτη, στο πλαίσιο του ταχθέντος από αυτόν κοινωφελούς σκοπού ή του επιτρεπομένου κατά την προηγούμενη περίπτωση νέου παρόμοιου εφικτού κοινωφελούς σκοπού, μπορεί να ικανοποιηθεί καλύτερα με μεταβολή της εκμετάλλευσης της αφιερωθείσας περιουσίας ή μέρους της, ώστε να αξιοποιηθεί ή να διατεθεί αυτή με επωφελέστερο τρόπο και γ) εφόσον ανακύπτει ανάγκη ερμηνείας της διαθήκης λόγω αμφιβολίας ή αμφισβήτησης σχετικά με τον τρόπο της εκκαθάρισης και, γενικά, της διαχείρισης και της εκτέλεσης της αφιερωμένης στον κοινωφελή σκοπό περιουσίας (ΑΠ 217/2021, ΑΠ 989/2020, ΑΠ 338/ 2020).
[…] Από την παραδεκτή, κατ’ άρθρο 561 § 2 ΚΠολΔ, επισκόπηση της προσβαλλόμενης αποφάσεως, το Εφετείο δέχθηκε, κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του, τα ακόλουθα: «Δυνάμει της από 25.4.1966 ιδιόγραφης διαθήκης του Α.Γ., που δημοσιεύθηκε με το …/1975 πρακτικό του Μονομελούς Πρωτοδικείου Χανίων, ιδρύθηκε και εγκρίθηκε με το π.δ. 450/1975, που έχει δημοσιευθεί νόμιμα, ίδρυμα με την επωνυμία “…”. Σύμφωνα με τη διαθήκη και όπως ορίζεται στο άρθρο 2 του οργανισμού του, σκοπός του ιδρύματος είναι: α) παροχή υποτροφιών εις ορφανούς και απόρους νέους και νεάνιδας, καταγομένους εκ της Κοινότητος …, εις καταγομένους εκ των Κοινοτήτων ..., προς σπουδήν εις Μέσας, Ανωτέρας και Ανωτάτας Σχολάς ημεδαπής και κατ’ εξαίρεσιν εις Ανωτάτας Σχολάς Αλλοδαπής, εφόσον η υπό του υποψηφίου επιλεγείσα Επιστήμη αποδεδειγμένως δεν διδάσκεται εν Ελλάδι, ως και δια μεταπτυχιακάς σπουδάς, κατά την κρίσιν της Επιτροπής, πλην διαρκείας μέχρι δύο ετών. β) Προίκισις ορφανών και αποδεδειγμένως απόρων κορασίδων καταγομένων εκ της Κοινότητος …και κατοικουσών εις αυτήν, επικουρικώς δε εν περιπτώσει ελλείψεως τοιούτων εκ της Κοινότητος ..., εις καταγομένας εκ των Κοινοτήτων ... και πληρούσας τας ανωτέρω προϋποθέσεις. γ) Δημιουργία βιβλιοθήκης και αναγνωστηρίου δια τους παίδας και εφήβους της Κοινότητος ... και δ) Ίδρυσις και λειτουργία Οικοκυρικής Σχολής εις την εν ... οικία του διαθέτου. Στη συνέχεια αποδείχθηκε ότι η Διοικούσα Επιτροπή του Ιδρύματος υπέβαλε στο Εφετείο Αθηνών την από 29.9.2011 αίτηση, σύμφωνα με την ισχύουσα τότε ρύθμιση του α.ν. 2039/1939, με την οποία ζήτησε να βεβαιωθεί η μη πραγματοποίηση των κοινωφελών σκοπών που είχε ορίσει ο διαθέτης και περαιτέρω να βεβαιωθεί η θέληση του διαθέτη να ικανοποιηθεί πληρέστερα με τους σκοπούς που προτάθηκαν με την αίτηση. Η τελευταία έγινε δεκτή κατά ένα μέρος με την 1780/2012 αμετάκλητη απόφαση του Εφετείου Αθηνών σύμφωνα με την οποία βεβαιώνεται ότι η βούληση του αποβιώσαντος διαθέτη Α.Γ., η οποία περιέχεται στην από 25.4.1966 ιδιόγραφη διαθήκη του δεν είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί κατά το μεγαλύτερο μέρος της και η θέληση του διαθέτη μπορεί να ικανοποιηθεί πληρέστερα αν : α) παρέχονται υποτροφίες σε άπορους νέους και νέες που κατάγονται είτε από πατέρα είτε από μητέρα από τα δημοτικά διαμερίσματα του τέως Δήμου Ι. ήτοι ..., Π., Π., Α., Κ., Έ., Β. και Σ. και με προτεραιότητα στους καταγόμενους από τις πρώην κοινότητες ... και ... για σπουδές δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην ημεδαπή ως και για μεταπτυχιακές σπουδές στην ημεδαπή ή στην αλλοδαπή, διάρκειας έως δύο ετών, εφόσον η κατοικία τους δεν βρίσκεται στην έδρα των σπουδών τους, β) παρέχεται βοήθημα (χρηματικό ή σε είδος) σε αποδεδειγμένα άπορα ή ορφανά είτε εκ μητρός είτε εκ πατρός κορίτσια που παντρεύονται και κατάγονται από τα δημοτικά διαμερίσματα του τέως Δήμου Ι. Προτεραιότητα θα δίνεται στα καταγόμενα από την κοινότητα ... και σε περίπτωση ελλείψεως σε κορίτσια που κατοικούν στις πρώην κοινότητες … και ..., γ) δημιουργεί βιβλιοθήκη και αναγνωστήριο σε όποια περιοχή του τέως δήμου Ι. λειτουργεί σχολική μονάδα. Άλλως σε περίπτωση που δεν λειτουργεί σχολική μονάδα στην εδαφική περιφέρεια του τέως δήμου Ι., σε όποιο δημοτικό διαμέρισμα αυτού έχει περισσότερο πληθυσμό και αναλογία σε νέους που κατοικούν σ'αυτό. Με την προαναφερόμενη απόφαση απορρίφθηκε το αίτημα της αίτησης με το οποίο ζητείτο να βεβαιωθεί ως αληθής βούληση του διαθέτη, αντί να δημιουργηθεί Οικοκυρική Σχολή στην κατοικία του διαθέτη στη ... Χανίων, να διαμορφωθεί η τελευταία σε χώρο εκδηλώσεων, επειδή δεν περιγραφόταν σε ποια κατάσταση βρισκόταν η κατοικία του διαθέτη, αν μπορούσε αυτή να αποφέρει εισοδήματα ή όχι, ώστε να κριθεί ποια θα ήταν η επωφελέστερη γι’ αυτήν αξιοποίηση σύμφωνα με τη θέληση του διαθέτη. Στη συνέχεια δημοσιεύθηκε το από 29.5.2014 π.δ., με το οποίο τροποποιήθηκε το άρθρο 2 του προηγούμενου π.δ., σύμφωνα με την παραπάνω απόφαση του Εφετείου Αθηνών. (…) Περαιτέρω η Διοικούσα Επιτροπή του ιδρύματος, πρόεδρος της οποίας είναι ο αιτών, με την 4/2015 απόφασή της ζητά την τροποποίηση του άρθρου 2 του οργανισμού του ιδρύματος που αφορά στους σκοπούς του ως εξής : α) παροχή υποτροφιών σε οικονομικά αδύνατους νέους και νέες που κατάγονται είτε από πατέρα είτε από μητέρα από τα δημοτικά διαμερίσματα του τέως Δήμου Ι., ήτοι ... και με προτεραιότητα στους καταγόμενους από τις πρώην κοινότητες , … και ... για σπουδές δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην ημεδαπή ως και για μεταπτυχιακές σπουδές στην ημεδαπή ή στην αλλοδαπή διαρκείας έως δύο ετών, εφόσον η κατοικία τους δεν βρίσκεται στην έδρα των σπουδών τους (σε ποσοστό 30%), β) ενίσχυση των δράσεων του Τ.Π.Π. της Ι.Μ.Κ. και Σ. (σε ποσοστό 40%) και γ) ενίσχυση της λειτουργίας του Α.Θ. της Ι.Μ.Κ. και Σ. (σε ποσοστό 30%). Από τις προαναφερόμενες παραδοχές συνάγεται ότι η βούληση του διαθέτη ήταν να διατεθεί η περιουσία του για την ενίσχυση και επαγγελματική αποκατάσταση νέων κοριτσιών. Ο σκοπός του ιδρύματος που συστήθηκε για το λόγο αυτό, προκύπτει ήδη και από τον τίτλο τον οποίο ο ίδιος ο διαθέτης όρισε στην από …1966 διαθήκη του ότι θα έχει το ίδρυμα ως «…». Με την 1780/2012 απόφαση του Εφετείου Αθηνών ήδη βεβαιώθηκε ότι η βούληση του διαθέτη δεν είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί κατά το μεγαλύτερο μέρος της λόγω αλλαγής των συνθηκών και για το λόγο αυτό, ερμηνεύοντας ευρύτερα τη βούληση του τελευταίου, επιτράπηκε να διατεθούν βοηθήματα σε νέους της ευρύτερης περιοχής του τέως Δήμου Ι. Αντίθετα, ο αιτών ζητά τη χρηματοδότηση δύο φορέων της Μητρόπολης, που αφορούν ο πρώτος ηλικιωμένους και αναξιοπαθούντες και ο δεύτερος εκκλησιαστικά στελέχη και μάλιστα με διάθεση των εσόδων κατά ποσοστό 70%.
Συνεπώς, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, αφενός δεν προκύπτει αδυναμία υλοποίησης της θέλησης του διαθέτη μετά την έκδοση της προαναφερόμενης απόφασης του Εφετείου Αθηνών, αφετέρου η αξιοποίηση της περιουσίας του ιδρύματος που προτείνεται από τον αιτούντα και οριοθετείται από το αίτημα της κρινόμενης αίτησης, δεν αποτυπώνουν την αληθινή βούληση του διαθέτη, ο οποίος αν ήθελε να ενισχύσει τους παραπάνω φορείς θα μπορούσε εξ αρχής να διαθέσει την περιουσία του για το λόγο αυτό, αφού αντίστοιχες ομάδες ανθρώπων (ηλικιωμένοι, εκκλησιαστικά στελέχη) υπήρχαν ίδιες ή παρεμφερείς και κατά το χρόνο σύνταξης της διαθήκης του. Συνακόλουθα, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη κατ’ ουσίαν». Με αυτά που δέχθηκε το Εφετείο δεν παραβίασε τις προαναφερθείσες ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 109 § 2 του Συντάγματος και 10 του ν. 4182/2013, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε. Και τούτο διότι, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στη μείζονα σκέψη και τα ως άνω ανελέγκτως γενόμενα δεκτά πραγματικά περιστατικά, η αληθής βούληση του διαθέτη ήταν να διατεθεί εν όλω η περιουσία του για την παροχή υποτροφιών σε ορφανούς και άπορους νέους και νέες, καταγομένους από τις αναφερόμενες στη διαθήκη του κοινότητες, καθώς και για την προίκιση των ορφανών και άπορων κοριτσιών, καταγομένων από τις ίδιες κοινότητες. Αντίθετα αν η αληθής βούληση του διαθέτη ήταν να διατεθεί ένα μέρος της περιουσίας του υπέρ των ηλικιωμένων και αναξιοπαθούντων και των εκκλησιαστικών στελεχών θα το είχε ορίσει ρητά στη διαθήκη του και το ιδρυθέν δυνάμει της διαθήκης του ίδρυμα δεν θα έφερε την επωνυμία «Κέντρον Β.Ν.Α. και Ά.Γ.». Άλλωστε μετά την έκδοση της 1780/2012 αποφάσεως του Εφετείου Αθηνών, με την οποία βεβαιώθηκε ότι η ως άνω βούληση του διαθέτη δεν είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί κατά το μεγαλύτερο μέρος της και η βούλησή του μπορεί να ικανοποιηθεί πληρέστερα με την παροχή υποτροφιών σε άπορους νέους και νέες, καταγομένους από την ευρύτερη περιοχή του τέως Δήμου Ι. και την παροχή βοηθήματος σε άπορα ή ορφανά κορίτσια που παντρεύονται και κατάγονται από την ίδια περιοχή, δεν προέκυψε αδυναμία πραγματοποιήσεως εν όλω ή κατά το μεγαλύτερο μέρος της βουλήσεως του διαθέτη, στο πλαίσιο του επιτραπέντος με την ως άνω απόφαση παρόμοιου εφικτού κοινωφελούς σκοπού. Επομένως, ο πρώτος αναιρετικός λόγος από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, με τον οποίο ο αναιρεσείων υποστηρίζει τα αντίθετα, είναι αβάσιμος. […].
Χ.Κ.