ΑΠ 1462/2023, με σημείωμα «Υποχρέωση πίστης των μετόχων», Ι.Δ. Καραχάλιου

73
2025
03
 
Άρειος Πάγος
(Α2΄ Τμήμα)
Αριθ. 1462/2023
 
Πρόεδρος: Θ. Κανελλόπουλος, Αντιπρόεδρος
Εισηγητής: Π. Βενιζελέας, Αρεοπαγίτης
Δικηγόροι: Κ. Παπαδιαμάντης, Μ. Σουριαδάκης
 

Ακυρωσία αποφάσεων γενικής Συνέλευσης Α.Ε. που ελήφθησαν κατά κατάχρηση της εξουσίας της πλειοψηφίας, με τους όρους του άρθρου 281 του Αστικού Κώδικα (Άρθρο 35 § 2 περ.β΄ του ν. 2190/1920). Στο λόγο αυτό ακυρωσίας υπάγεται και η περίπτωση όπου παραβιάζεται η αρχή της ίσης μεταχείρισης των μετόχων και η αρχή της υποχρέωσης πίστης τόσο προς την εταιρεία όσο και προς τον μειοψηφούντα μέτοχο. Αναιρεί εν μέρει την υπ’ αριθ. 1340/2021 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών (Άρθρα 281 ΑΚ και 35 § 2 περ. β' ν. 2190/1920).
 

Κατά το άρθρο 33 του ν. 2190/1920, όπως αυτό ίσχυε πριν καταργηθεί με το άρθρο 189 ν. 4548/2018 «Αναμόρφωση του δικαίου των ανωνύμων εταιρειών», που άρχισε να ισχύει από 1.1.2019, και το οποίο εφαρμόζεται κατά τον κατωτέρω κρίσιμο χρόνο, η γενική συνέλευση (Γ.Σ.) των μετόχων είναι το ανώτατο όργανο της ανώνυμης εταιρείας και δικαιούται να αποφασίζει για κάθε εταιρική υπόθεση, οι δε αποφάσεις της δεσμεύουν και υποχρεώνουν και τους απόντες ή διαφωνούντες εταίρους, μπορούν δε οι μέτοχοι να μετάσχουν σ` αυτή και να ασκήσουν τα δικαιώματά τους αυτοπροσώπως ή δι` αντιπροσώπου. Η γενική συνέλευση έχει την αποκλειστική αρμοδιότητα να αποφασίζει για θέματα τα οποία ο νομοθέτης θεωρεί μείζονα για την ύπαρξη και γενικά την λειτουργία της εταιρίας. Για να πραγματοποιηθεί και να λάβει εγκύρως αποφάσεις η ΓΣ των μετόχων, πρέπει να τηρηθούν οι διατυπώσεις που προβλέπει ο νόμος και αφορούν στη σύγκληση και συγκρότησή της (ΑΠ 137/2022). Με το ν. 3604/8.8.2007 «Αναμόρφωση και τροποποίηση του κωδικοποιημένου νόμου 2190/1920 «Περί ανωνύμων εταιρειών» και άλλες διατάξεις», του οποίου ο σκοπός, κατά το άρθρο 1 αυτού, είναι, αφ’ ενός η τροποποίηση και συμπλήρωση του κωδικοποιημένου νόμου 2190/1920 «Περί ανωνύμων εταιρειών» και, αφ’ ετέρου, η ενσωμάτωση στο ελληνικό δίκαιο της Οδηγίας 2006/68/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 6ης Σεπτεμβρίου 2006 για τροποποίηση της Οδηγίας 77/91/ΕΟΚ του Συμβουλίου, σχετικά με τη σύσταση της ανωνύμου εταιρείας και τη διατήρηση και τις μεταβολές του κεφαλαίου της (ΕΕ L 264 της 25.9.2006) και, εν μέρει, της Οδηγίας 2003/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Ιουλίου 2003 για τροποποίηση της Οδηγίας 68/151/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με τις απαιτήσεις δημοσιότητας για ορισμένες μορφές εταιρειών (ΕΕ L 221 της 4.9.2003), τροποποιήθηκε ριζικά το δίκαιο της ανώνυμης εταιρείας για τις ελαττωματικές αποφάσεις της γενικής συνέλευσης των μετόχων της. Ειδικότερα, με τις διατάξεις των άρθρων 35α', 35β' και 35γ' του ν. 2190/2020, όπως αυτές ίσχυσαν μετά την αντικατάστασή τους με τα άρθρα 42-44 του ν. 3604/2007 και πριν καταργηθούν με το άρθρο 189 ν. 4548/2018, και οι οποίες εφαρμόζονται κατά τον κατωτέρω κρίσιμο χρόνο, αναμορφώθηκε το καθεστώς της ακυρότητας, της ακυρωσίας και του ανυποστάτου των αποφάσεων της γενικής συνέλευσης των μετόχων ανώνυμης εταιρίας, με τον επαναπροσδιορισμό των ελαττωμάτων, που επιφέρουν την ακυρότητα της απόφασης ή την ακυρωσία αυτής. Με τη νέα ρύθμιση περιορίστηκαν οι περιπτώσεις που η ελαττωματικότητα μίας απόφασης της ΓΣ μπορεί να συνίσταται στην ακυρότητά της και εντάχθηκαν σ` αυτήν οι μείζονος βαρύτητας περιπτώσεις, ενώ διευρύνθηκαν αντίστοιχα οι λόγοι, για τους οποίους μια τέτοια απόφαση μπορεί να είναι ακυρώσιμη και έτσι, στο άρθρο 35 α', προβλέπονται πλέον τέσσερις (4) κατηγορίες ακυρώσιμων αποφάσεων και συγκεκριμένα: α) αποφάσεις που ελήφθησαν με τρόπο που δεν είναι σύμφωνος με τον νόμο ή το καταστατικό, β) αποφάσεις που ελήφθησαν από ΓΣ, που δεν είχε νόμιμα συγκληθεί ή συγκροτηθεί, γ) αποφάσεις που ελήφθησαν χωρίς να παρασχεθούν οφειλόμενες πληροφορίες, που ζητήθηκαν κατά το άρθρο 39 και δ) αποφάσεις που ελήφθησαν κατά κατάχρηση εξουσίας της πλειοψηφίας, υπό τους όρους του άρθρου 281 ΑΚ (ΑΠ 214/2022). Ειδικότερα, στο άρθρο 35 α', που επιγράφεται «Ακυρωσία αποφάσεων της γενικής συνέλευσης», ορίζονται τα ακόλουθα: «1. Με την επιφύλαξη των άρθρων 35β' και 35γ', απόφαση της γενικής συνέλευσης, που λήφθηκε με τρόπο που δεν είναι σύμφωνος με το νόμο ή το καταστατικό, ακυρώνεται από το δικαστήριο. Το ίδιο ισχύει και για αποφάσεις τις οποίες έλαβε γενική συνέλευση, που δεν είχε νόμιμα συγκληθεί ή συγκροτηθεί. 2. Ακυρώσιμη είναι και η απόφαση που λήφθηκε: α) χωρίς να παρασχεθούν οφειλόμενες πληροφορίες, που ζητήθηκαν κατά το άρθρο 39 από μετόχους, οι οποίοι ζητούν την ακύρωση σύμφωνα με την επόμενη παράγραφο, ή β) κατά κατάχρηση της εξουσίας της πλειοψηφίας, υπό τους όρους του άρθρου 281 του Αστικού Κώδικα. 3. Η ακύρωση μπορεί να ζητηθεί με αγωγή από οποιονδήποτε μέτοχο, κάτοχο μετοχών, που εκπροσωπούν τα δύο εκατοστά (2/100) του κεφαλαίου, αν δεν παρέστη στη συνέλευση ή αντιτάχθηκε στην απόφαση. Την ακύρωση μπορεί να ζητήσει και κάθε μέλος του διοικητικού συμβουλίου ... Στην περίπτωση α΄ της παραγράφου 2, την ακύρωση μπορούν να ζητήσουν μόνο οι μέτοχοι που ζήτησαν τις πληροφορίες, εφόσον εκπροσωπούν το ένα εικοστό (1/20) του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου. 4. Μέτοχοι, που δεν μπορούν να ζητήσουν την ακύρωση, επειδή δεν έχουν το απαιτούμενο ποσοστό μετοχών, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην προηγούμενη παράγραφο, μπορούν να αξιώσουν από την εταιρεία αποκατάσταση της ζημίας που υπέστησαν, εξαιτίας του γεγονότος ότι η απόφαση λήφθηκε με τρόπο που δεν είναι σύμφωνος με το νόμο ή το καταστατικό ή κατά κατάχρηση της εξουσίας της πλειοψηφίας ή από γενική συνέλευση που δεν συγκλήθηκε ή δεν συγκροτήθηκε νόμιμα ή εξαιτίας του γεγονότος ότι δεν έλαβαν τις πληροφορίες που ζήτησαν. Αξίωση αποζημίωσης έχουν κατά τις γενικές διατάξεις οι μέτοχοι και αν ακόμη η απόφαση ακυρώθηκε. 5. ... 6. Η αγωγή ακύρωσης της απόφασης της γενικής συνέλευσης εκδικάζεται από το πολυμελές πρωτοδικείο της έδρας της εταιρείας. 7. Η ανωτέρω αγωγή στρέφεται κατά της εταιρείας και ασκείται εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών από την υποβολή του σχετικού πρακτικού στην αρμόδια αρχή ή, εάν η απόφαση υποβάλλεται σε δημοσιότητα, από την καταχώρισή της στο Μητρώο. Εντός της ίδιας προθεσμίας ασκείται και η αγωγή αποζημίωσης κατά την παράγραφο 4. 8. Οι ενάγοντες μέτοχοι οφείλουν να αποδείξουν ότι, τόσο κατά την άσκηση όσο και κατά τη συζήτηση της αγωγής, έχουν τις μετοχές που τους παρέχουν το δικαίωμα να ασκήσουν την αγωγή. Εάν μετά την άσκηση της αγωγής οι ενάγοντες μέτοχοι μεταβιβάσουν όλες τις μετοχές ή μέρος τούτων, ώστε κατά τη συζήτηση της αγωγής να μην συγκεντρώνουν πλέον τα ποσοστά της παραγράφου 3, οι ενάγοντες μέτοχοι μπορούν να ζητήσουν με τις προτάσεις τους αποζημίωση σύμφωνα με την παράγραφο 4. 9. Η ακύρωση της απόφασης ισχύει έναντι πάντων. Το διοικητικό συμβούλιο υποχρεούται να λάβει τα μέτρα που επιβάλλει η κατάσταση η οποία προέκυψε από την ακύρωση. Σε κάθε περίπτωση δεν θίγονται τα δικαιώματα τρίτων, που αποκτήθηκαν με απόφαση που ακυρώθηκε ή με πράξη που διενεργήθηκε με βάση την απόφαση αυτή, εκτός αν ο τρίτος γνώριζε ή αγνοούσε από βαριά αμέλεια το ελάττωμα της απόφασης. 10. Το δικαστήριο μπορεί να διατάξει ασφαλιστικά μέτρα και πριν από την άσκηση της αγωγής ... 11. Η δικαστική απόφαση που ακυρώνει απόφαση της γενικής συνέλευσης και η δικαστική απόφαση με την οποία αναστέλλεται η ισχύς της υποβάλλονται στη δημοσιότητα του άρθρου 7β». Περαιτέρω, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 23Α' § 2 και 24 § 3 του ιδίου ν. 2190/ 1920 περί ανωνύμων εταιρειών, όπως αυτά ίσχυαν κατά τον κρίσιμο χρόνο, και 68, 713 και 714 ΑΚ, συνάγεται ότι το μέλος του διοικητικού συμβουλίου ανώνυμης εταιρείας συνδέεται με το νομικό πρόσωπο της εταιρείας με σχέση εντολής. Αν για τις υπηρεσίες που προσφέρει λαμβάνει αμοιβή, η σχέση του χαρακτηρίζεται ως μίσθωση ανεξάρτητων υπηρεσιών, αφού λόγω της ως άνω ιδιότητάς του ασκεί εξουσία διοικητική και διαχειριστική με δική του ευθύνη και πρωτοβουλία, είναι όργανο της εταιρείας και υποβάλλεται στο καθεστώς που διέπει το διοικητικό συμβούλιο. Δεν αποκλείεται, όμως, το μέλος του διοικητικού συμβουλίου (π.χ. ο πρόεδρος ή ο διευθύνων σύμβουλος), παράλληλα προς τα καθήκοντα που έχει από το νόμο ή το καταστατικό της εταιρείας, να παρέχει σ’ αυτήν και υπηρεσίες με αμοιβή, τακτικώς καταβαλλόμενη, σε εκτέλεση ιδιαίτερης σύμβασης, για το κύρος της οποίας απαιτείται έγκριση της γενικής συνέλευσης των μετόχων (ΑΠ 131/2022, ΑΠ 1989/2017). Ειδικότερα, η καταβολή αμοιβής ή αποζημίωσης στα μέλη αυτά, όταν δεν έχει συμφωνηθεί επί των εταιρικών κερδών, είναι νόμιμη και δεσμευτική για την εταιρεία, μόνον αν έχει καθορισθεί στο καταστατικό της κατά ποσόν ή έχει εγκριθεί με ειδική απόφαση της τακτικής γενικής συνέλευσής της (ΑΠ 131/2022, ΑΠ 1277/2015), η οποία, όπως προαναφέρθηκε, είναι το ανώτατο όργανο της ανώνυμης εταιρείας και δικαιούται να αποφασίζει για κάθε εταιρική υπόθεση, οι δε αποφάσεις της δεσμεύουν και υποχρεώνουν και τους απόντες ή διαφωνούντες εταίρους (ΑΠ 137/2022). Επίσης κατά τις διατάξεις των άρθρων 44 και 45 του ιδίου ν. 2190/2020, όπως ίσχυαν κατά τον κατωτέρω κρίσιμο χρόνο, «Ετησίως αφαιρείται το εικοστόν τουλάχιστον των καθαρών κερδών προς σχηματισμόν τακτικού Αποθεματικού. Η προς σχηματισμόν Αποθεματικού αφαίρεσις παύει ούσα υποχρεωτική, άμα ως τούτο φθάση τουλάχιστον το τρίτον του εταιρικού κεφαλαίου. Το Αποθεματικόν τούτο χρησιμοποιείται αποκλειστικώς προς εξίσωσιν προ πάσης διανομής μερίσματος του τυχόν χρεωστικού υπολοίπου του λογαριασμού κερδών και ζημιών»(άρθρο 44) και «1. Καθαρά κέρδη της εταιρείας είναι τα προκύπτοντα μετά την αφαίρεσιν εκ των πραγματοποιηθέντων ακαθαρίστων κερδών παντός εξόδου, πάσης ζημίας, των κατά τον νόμον αποσβέσεων και παντός άλλου εταιρικού βάρους. 2. Τα καθαρά κέρδη διανέμονται κατά την εξής σειρά: α) αφαιρείται η κατά τον παρόντα νόμον ή το καταστατικό κράτησις δια τακτικόν Αποθεματικόν, β) κρατείται το απαιτούμενο ποσό για την καταβολή του μερίσματος, που προβλέπεται από το άρθρο 3 του α.ν. 148/1967, γ) το υπόλοιπον διατίθεται κατά τους ορισμούς του καταστατικού. 3. Αποφάσεις της Γενικής Συνελεύσεως λαμβανόμενες κατά τας διατάξεις των άρθρων 29 παράγραφος 3 και 31 παράγραφος 2, δύνανται τα, μετά την διανομήν του πρώτου μερίσματος, διανεμητέα κατά το Καταστατικόν εις τους μετόχους κέρδη, να διατεθούν προς αύξησιν του εταιρικού κεφαλαίου δι’ εκδόσεως νέων μετοχών παρεχομένων εις τους μετόχους άνευ πληρωμής, αντί προσθέτου μερίσματος. Εν τη περιπτώσει ταύτη εφαρμόζονται τα υπό της § 3 του άρθρου 3α οριζόμενα»(άρθρο 45), ενώ κατά το άρθρο 3 του α.ν. 148/1967, όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο, πριν την κατάργησή του επίσης με το άρθρο 189 ν. 4548/2018, «1. Αι ανώνυμοι εταιρείαι υποχρεούνται να διανέμουν εις μετρητά, κατά έτος εις τους μετόχους ποσοστόν τουλάχιστον τριάκοντα πέντε επί τοις εκατόν (35%) επί των καθαρών κερδών, μετά την αφαίρεσιν μόνον του τακτικού αποθεματικού και των κερδών από την εκποίηση μετοχών, οι οποίες κατέχονται τουλάχιστον από δεκαετίας και αντιπροσωπεύουν συμμετοχήν ανωτέρω του 20% επί του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου θυγατρικής των εταιρείας, εφ` όσον το κατά το παρόν άρθρο διανεμητέον τμήμα κερδών είναι μεγαλύτερον από το προκύπτον εκ της εφαρμογής της διατάξεως της περιπτώσεως (β) της παραγράφου 2 του άρθρου 45 του ν. 2190/ 1920 «περί Ανωνύμων Εταιρειών», ως ούτως εκωδικοποιήθη δια του β.δ. 174/1963 «περί κωδικοποιήσεως των διατάξεων του ν. 2190/ 1920» και ισχύει ... 2. Oι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου δεν εφαρμόζονται αν η γενική συνέλευση των μετόχων με πλειοψήφια τουλάχιστον εξήντα πέντε τοις εκατό (65%) του καταβεβλημένου εταιρικού κεφαλαίου αποφασίσει αυτό. Στην περίπτωση αυτήν, το μη διανεμόμενο μέρισμα μέχρι τουλάχιστον ποσοστού τριάντα πέντε τοις εκατό (35%) επί των καθαρών κερδών, που προβλέπεται από την προηγούμενη παράγραφο, μεταφέρεται στα βιβλία της εταιρείας σε ειδικό λογαριασμό αποθεματικού προς κεφαλαιοποίηση. Το αποθεματικό αυτό υποχρεούται η ανώνυμη εταιρία εντός τετραετίας από το χρόνο του σχηματισμού του να κεφαλαιοποιήσει, με έκδοση νέων μετοχών που παραδίδει δωρεάν στους δικαιούχους μετόχους. 3. Oι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 δεν εφαρμόζονται εφόσον το αποφασίσει η Γενική Συνέλευση με πλειοψηφία εβδομήντα τοις εκατό (70%) τουλάχιστον του καταβεβλημένου εταιρικού κεφαλαίου. 4. Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται επί των διανεμομένων κερδών των προερχομένων εξ ισολογισμών εγκρινομένων υπό της Γενικής Συνελεύσεως των μετόχων από της ενάρξεως ισχύος του παρόντος Νόμου και Εφεξής». Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ η άσκηση του δικαιώματος απαγορεύεται αν υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, η οποία αποσκοπεί στην πάταξη της κακοπιστίας και της ανηθικότητας στις συναλλαγές και γενικώς στην άσκηση κάθε δικαιώματος, το δικαίωμα θεωρείται ότι ασκείται καταχρηστικά, όταν η συμπεριφορά του δικαιούχου, που προηγήθηκε ή η πραγματική κατάσταση, που διαμορφώθηκε κατά το χρονικό διάστημα, που μεσολάβησε ή οι περιστάσεις που μεσολάβησαν, χωρίς κατά το νόμο να εμποδίζουν τη γένεση ή να επάγονται την απόσβεση του δικαιώματος, καθιστούν μη ανεκτή τη μεταγενέστερη άσκησή του κατά τις περί δικαίου και ηθικής αντιλήψεις του μέσου κοινωνικού ανθρώπου, αφού τείνουν στην ανατροπή κατάστασης που δημιουργήθηκε υπό ορισμένες ειδικές συνθήκες και διατηρήθηκε για πολύ χρόνο, με επακόλουθο να συνεπάγεται επαχθείς συνέπειες για τον υπόχρεο. Απαιτείται, δηλαδή, για να χαρακτηρισθεί η άσκηση του δικαιώματος καταχρηστική να έχει δημιουργηθεί στον υπόχρεο, από την συμπεριφορά του δικαιούχου σε συνάρτηση με εκείνη του υπόχρεου, και μάλιστα ευλόγως, η πεποίθηση ότι ο δικαιούχος δεν πρόκειται να ασκήσει το δικαίωμά του. Απαιτείται, ακόμα, οι πράξεις του υπόχρεου και η υπ’ αυτού δημιουργηθείσα κατάσταση, που συνεπάγεται ιδιαιτέρως επαχθείς για τον ίδιο επιπτώσεις, να τελούν σε αιτιώδη σχέση με την προηγούμενη συμπεριφορά του δικαιούχου. Το ζήτημα, δε, αν οι συνέπειες, που συνεπάγεται η άσκηση του δικαιώματος, είναι επαχθείς για τον υπόχρεο, πρέπει να αντιμετωπίζεται και σε συνάρτηση με τις αντίστοιχες συνέπειες που μπορεί να επέλθουν σε βάρος του δικαιούχου από την παρακώλυση της ικανοποίησης του δικαιώματός του (ΟλΑΠ 7/2002, ΑΠ 41/2021, ΑΠ 109/2019). Η από τη διάταξη αυτή ένσταση του εναγομένου προϋποθέτει την ύπαρξη του αγωγικού δικαιώματος και επομένως ισχυρισμοί αρνητικοί ή καταλυτικοί του δικαιώματος αυτού δεν συνιστούν νόμιμη ένσταση καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματος (ΑΠ 109/2019, ΑΠ 985/2017). Όπως αναφέρθηκε, κατά το άρθρο 35α' § 2 περ. β'του ν. 2190/ 1920 είναι ακυρώσιμη η απόφαση της ΓΣ, που λαμβάνεται κατά κατάχρηση της εξουσίας της πλειοψηφίας υπό τους όρους του άρθρου 281 ΑΚ. Η διάταξη αναφέρεται και στην κατάχρηση της εξουσίας της πλειοψηφίας, η οποία μπορεί να θίγει και τα δικαιώματα της μειοψηφίας. Αντικείμενο της προσβολής είναι η απόφαση της ΓΣ και όχι οι επί μέρους ψήφοι των μετόχων, με τις οποίες ελήφθη η συγκεκριμένη απόφαση, δεδομένου ότι η άσκηση του δικαιώματος ψήφου από το μεμονωμένο μέτοχο συνιστά δήλωση βουλήσεως, η οποία από μόνη της δεν παράγει αυτοτελή έννομα αποτελέσματα, καθόσον τέτοια αποτελέσματα γεννά μόνον η λαμβανόμενη από τη γενική συνέλευση απόφαση, η οποία καταλογίζεται στο νομικό πρόσωπο της εταιρείας και αποτελεί την εταιρική βούληση. Η παράβαση του ανωτέρω άρθρου 281 ΑΚ σε απόφαση ΓΣ ανώνυμης εταιρείας, που λήφθηκε κατά κατάχρηση του δικαιώματος της πλειοψηφίας, διαπιστώνεται κατά περίπτωση (ad hoc), καλύπτει δε τις περιπτώσεις, όπου το περιεχόμενο της απόφασης, κατά προφανή υπέρβαση των ακραίων αξιολογικών ορίων, που διαγράφονται από την καλή πίστη, τα χρηστά ήθη και τον κοινωνικό και οικονομικό σκοπό του δικαιώματος, δεν υπαγορεύεται από το συμφέρον της εταιρίας, αλλά διαμορφώνεται με αποκλειστικό σκοπό την εξυπηρέτηση ατομικών μη ευλόγων συμφερόντων των μετόχων της πλειοψηφίας ή τη βλάβη των μετόχων της μειοψηφίας και αντιβαίνει έτσι, είτε στο εταιρικό συμφέρον, δηλαδή στο συμφέρον του νομικού προσώπου της εταιρείας, είτε στο ατομικό συμφέρον των μετόχων της μειοψηφίας, χωρίς να συντρέχει προς τούτο αποχρών λόγος για τον οποίο η πλειοψηφία παραβιάζει τα νόμιμα συμφέροντα της μειοψηφίας, ή, αν υπάρχει αποχρών λόγος, τα συμφέροντα της μειοψηφίας θίγονται κατά παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας. Η διάταξη αναφέρεται σε κατάχρηση της εξουσίας της πλειοψηφίας και τέτοια κατάχρηση είναι νοητή προφανώς και σε βάρος των συμφερόντων της μειοψηφίας, όταν η απόφαση λαμβάνεται προς εξυπηρέτηση των στενών συμφερόντων της πλειοψηφίας και όχι προς ικανοποίηση των κοι­νών συμφερόντων όλων των μετόχων, συμπεριλαμβανομένων και των μετόχων της μειοψηφίας. Έτσι, ενδεικτικά, στο λόγο αυτό ακυρωσίας μπορούν να υπαχθούν περιπτώσεις όπου παραβιάζεται η αρχή της ίσης μεταχείρισης των μετόχων, η αρχή της υποχρέωσης πίστης προς την εταιρεία ή, σε μικρού μεγέθους εταιρείες με έντονο το προσωπικό στοιχείο στις σχέσεις των μετόχων μεταξύ τους, και της υποχρέωσης πίστης προς τους μετόχους, καθώς και η αρχή της αναλογικότητας μέσου προς σκοπό ή του οφέλους της εταιρίας σε σχέση με τη βλάβη της μειοψηφίας.

Συνεπώς τέτοια κατάχρηση υπάρχει και όταν οι μέτοχοι της πλειοψηφίας, ενεργώντας συντονισμένα βάσει σχεδίου και αντίθετα στην καλή συναλλακτική πίστη, ενώ η εταιρεία έχει σημαντικά κέρδη, προκειμένου να στερήσουν από τους μετόχους της μειοψηφίας το δικαίωμά τους επί των κερδών της εταιρείας, το οποίο αποτελεί το σπουδαιότερο περιουσιακό δικαίωμα του μετόχου ανώνυμης εταιρείας, μεθοδεύουν τη μη διανομή ή την μειωμένη διανομή πρώτου μερίσματος, εγκρίνοντας συνεχώς την μεταφορά κερδών σε νέα χρήση σε κλίμακα μη εμπορικώς δικαιολογημένη με βάση την οικονομική κατάσταση της εταιρείας, χωρίς να πλήττονται οι ίδιοι από την μεταφορά αυτή, γιατί αποφασίζουν για τους εαυτούς τους, ως διοικούντων την εταιρεία, αμοιβές δυσανάλογες προς την απασχόλησή τους στην εταιρεία, αλλά και προς τα οικονομικά στοιχεία αυτής. (…).

Στην προκειμένη περίπτωση, η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης αποτελεί κατάληξη της ακόλουθης διαδικαστικής διαδρομής, κατ’ επιτρεπτή, κατά το άρθρο 561 § 2 ΚΠολΔ, εκτίμηση των διαδικαστικών εγγράφων: Ο αναιρεσείων άσκησε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών κατά της αναιρεσίβλητης και κατά των ήδη μη διαδίκων ... την από 17.10.2014 αγωγή, στην οποία εξέθεσε τα ακόλουθα, κρίσιμα για τον αναιρετικό έλεγχο, πραγματικά περιστατικά: Ότι είναι μέτοχος της πρώτης εναγομένης (ήδη αναιρεσίβλητης), μη εισηγμένης σε οργανωμένη χρηματιστηριακή αγορά, ανώνυμης εταιρείας, η οποία από την ίδρυσή της, το έτος 1962, δραστηριοποιείται στην παρασκευή και εμπορία καλλυντικών ειδών και λοιπών ειδών καλλωπισμού και το μετοχικό κεφάλαιό της ανέρχεται σήμερα, κατόπιν διαδοχικών αυξήσεων με αποφάσεις της γενικής συνέλευσης, στο ποσό των ..., διαιρούμενο σε ... ονομαστικές μετοχές αξίας τριών (3) ευρώ η καθεμία, με δικαίωμα μίας ψήφου η καθεμία, οι οποίες δεν έχουν μεγάλη διασπορά. Ότι αυτός κατέχει 115.976 ονομαστικές μετοχές, που αντιστοιχούν στο 13,15% του μετοχικού κεφαλαίου. Ότι έως τον μήνα Μάϊο του 2003 συμμετείχε στο Διοικητικό Συμβούλιο (Δ.Σ.) της εταιρείας με την ιδιότητα του αντιπροέδρου του ΔΣ και Διευθύνοντος Συμβούλου, αποχώρησε δε γιατί οι λοιποί μέτοχοι, δηλαδή οι δεύτερος και τρίτος των εναγομένων, ... και ο, τότε, πλειοψηφών μέτοχος ... του ζήτησαν να αποχωρήσει από το ΔΣ, όπως και έκανε, κατοικώντας έκτοτε σε χώρα του εξωτερικού, χωρίς να έχει πρόσβαση στις μη δημοσίως διαθέσιμες πληροφορίες της εταιρείας και χωρίς να του δίδεται από τους ανωτέρω μετόχους, που ενεργούν συντονισμένα τόσο σε επίπεδο ΔΣ, όσο και σε επίπεδο Γενικής Συνέλευσης (Γ.Σ.), οποιαδήποτε συγκεκριμένη ενημέρωση για την πορεία των εταιρικών υποθέσεων, παρότι ο ίδιος, με τις αναφερόμενες στην αγωγή συμβάσεις α) παροχής πίστωσης με ανοικτό (αλληλόχρεο) λογαριασμό και β) ενεχυράσεως τίτλων-ονομαστι­κών μεριδίων αμοιβαίου κεφαλαίου, που συνάφθηκαν τα έτη 1997 και 2000 αντιστοίχως, αφενός μεν εγγυήθηκε προς την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος (ΕΤΕ) την πληρωμή από την εταιρεία της πίστωσης μέχρι του ποσού των 1.540.719 ευρώ, που έλαβε αυτή από την ΕΤΕ, ενεχόμενος εις ολόκληρον με αυτήν ως αυτοφειλέτης, αφετέρου δε, προς εξασφάλιση της απαίτησης αυτής της ΕΤΕ, συνέστησε υπέρ αυτής ενέχυρο στον αναφερόμενο στην αγωγή τίτλο αμοιβαίου κεφαλαίου ιδιοκτησίας του, του οποίου η αξία, ενδεικτικά στις 14.10.2014, ήταν 38.611,80 ευρώ και εξουσιοδότησε ανέκκλητα την ΕΤΕ να τον εισπράττει χωρίς άλλη διατύπωση. Ότι από τον Απρίλιο του 2013, όταν ο πλειοψηφών μέτοχος ... τους μεταβίβασε αιτία δωρεάς τις μετοχές του, οι εναγόμενοι ..., είναι μέτοχοι που κατέχουν πλέον του 86,50% του μετοχικού κεφαλαίου, καθόσον έκαστος είναι δικαιούχος 381.852 και 381.851 μετοχών αντίστοιχα και διοικούν την εταιρεία, όντας μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου αυτής, με τις ιδιότητες ο μεν πρώτος του Προέδρου του ΔΣ και Συν-διευθύνοντος Συμβούλου, ο δε δεύτερος του Αντιπροέδρου του ΔΣ και του επίσης Συν-διευθύνοντος Συμβούλου. Ότι κατά τα έτη 2006 έως 2013 τα οικονομικά δεδομένα της εταιρείας, σύμφωνα με τα νομίμως δημοσιευμένα στοιχεία της στο ΦΕΚ, τεύχος ΑΕ και ΕΠΕ, είναι τα αναφερόμενα στον πίνακα, που παρατίθεται στην αγωγή, στον οποίο αναφέρονται αναλυτικά για κάθε έτος: η αξία των πωλήσεων της εταιρείας, το ύψος των εξόδων διοικητικής λειτουργίας αυτής, τα καθαρά κέρδη χρήσης, τα κέρδη προς διάθεση, οι αμοιβές του ΔΣ, τα διανεμηθέντα μερίσματα και η σχέση, ως ποσοστό επί τοις 100, των αμοιβών του ΔΣ προς τα κέρδη χρήσης, των αμοιβών του ΔΣ προς τα κέρδη προς διάθεση, των διανεμηθέντων μερισμάτων προς τα κέρδη χρήσης και των διανεμηθέντων μερισμάτων προς τα κέρδη προς διάθεση. Ότι, κατόπιν προσκλήσεως, συνεκλήθη τακτική γενική συνέλευση των μετόχων της εταιρείας, στις 30.6.2014, ημέρα Δευτέρα και ώρα 14.00 στην έδρα αυτής στον ..., προκειμένου να συζητηθούν και να ληφθεί απόφαση επί των διαλαμβανομένων στην αγωγή εννέα (9) θεμάτων ημερησίας διατάξεως και ειδικότερα, επί των εξής ζητημάτων: 1. Υποβολή και έγκριση έκθεσης του ΔΣ για τη χρήση 2013, 2. Υποβολή και έγκριση έκθεσης ελεγκτών για τη χρήση 2013, 3. Υποβολή και έγκριση ετήσιων οικονομικών καταστάσεων για τη χρήση 2013, 4. Υποβολή και έγκριση ενοποιημένων ετήσιων οικονομικών καταστάσεων για τη χρήση 2012 και έκθεσης ΔΣ, 5. Υποβολή και έγκριση ενοποιημένων ετήσιων οικονομικών καταστάσεων για τη χρήση 2013 και έκθεσης ΔΣ, 6. Απαλλαγή των μελών του ΔΣ και των ελεγκτών από κάθε ευθύνη για τη χρήση 2013, 7. Εκλογή τακτικών και αναπληρωματικών ελεγκτών για τη χρήση 2014 και καθορισμός της αμοιβής τους, 8. Έγκριση αμοιβών ΔΣ για τη χρήση 2013 και 9. Διάφορα θέματα. Ότι, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της παραπάνω γενικής συνέλευσης, τα οποία κατατέθηκαν στο αρχείο του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών (Τμήμα Γ.Ε.ΜΗ) στις 18.7.2014 με αριθμό 91266, σε αυτήν παρευρέθησαν οι εναγόμενοι μέτοχοι ..., μέλη του ΔΣ της εταιρείας, υπό τις προαναφερόμενες ιδιότητές τους, εκπροσωπώντας πλέον του 86,5% του μετοχικού κεφαλαίου, οι οποίοι, κατόπιν ψηφοφορίας, αποφάσισαν: (α) την έγκριση των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων της χρήσης 2013 (1° έως 3° θέματα ημερήσιας διάταξης), (β) την έγκριση των ενοποιημένων ετήσιων οικονομικών καταστάσεων της χρήσης 2013 (4° θέμα ημερήσιας διάταξης), (γ) την απαλλαγή των μελών του ΔΣ και των ελεγκτών από κάθε ευθύνη αποζημίωσης για τη διαχείριση των εταιρικών πραγμάτων και την εν γένει άσκηση των καθηκόντων τους κατά την εταιρική χρήση 2013, καθώς και την επικύρωση των αμοιβών των μελών του ΔΣ για την ίδια εταιρική χρήση (6° και 8° θέματα της ημερήσιας διατάξεως) και (δ) την εκλογή των ελεγκτών ως και τον καθορισμό της αμοιβής τους για τη χρήση 2014 (7° θέμα της ημερήσιας διάταξης), ενώ δεν εισήχθη τελικά προς έγκριση, λόγω μη κατάρτισής των ενοποιημένων ετήσιων οικονομικών καταστάσεων της χρήσης 2013 και έκθεσης ΔΣ και ως εκ τούτου δεν λήφθηκε απόφαση επί του σχετικού 5ου θέματος της ημερήσιας διάταξης. Ότι ειδικότερα αποφασίστηκε η έγκριση της από 30.4.2014 αποφάσεως του ΔΣ για διάθεση των καθαρών κερδών της χρήσης 1.1 – 31.12.2013, η οποία έχει ως εξής : ... ευρώ είναι τα καθαρά κέρδη της χρήσης 1.1 – 31.12.2013, συν το υπόλοιπο κερδών της προηγούμενης χρήσης εξ 6.149.077,46 ευρώ, μείον οι διαφορές φορολογικού ελέγχου προηγούμενων χρήσεων εκ 232.654,16 ευρώ, μείον ο αναλογούν φόρος εισοδήματος νομικών προσώπων εκ 182.374,90 ευρώ, μείον οι λοιποί, μη ενσωματωμένοι στο λειτουργικό κόστος, φόροι εκ 4.263,84 ευρώ, ίσον κέρδη 6.071.763,30 ευρώ, το οποίο ποσό διατέθηκε ως ακολούθως: τακτικό αποθεματικό ίσον 15.000 ευρώ, διανομή πρώτου μερίσματος ίσον ..., αμοιβές από ποσοστά μελών ΔΣ ίσον ... ευρώ, υπόλοιπον κερδών εις νέον ίσον ... ευρώ, σύνολο ίσον 6.071.763,30 ευρώ. Ότι, οι αποφάσεις της από 30.6.2014 γενικής συνέλευσης των μετόχων της εναγομένης ανώνυμης εταιρείας επί των 1ου έως 4ου, 6ου και 8ου επιμέρους θεμάτων της ημερήσιας διατάξεως, πάσχουν πρόδηλης ακυρωσίας, σύμφωνα με το άρθρο 281 ΑΚ, σε συνδυασμό με το άρθρο 35 α' § 2 περιπτ. β' κ.ν. 2190/1920, καθόσον λήφθηκαν κατά κατάχρηση της εξουσίας των μετόχων της πλειοψηφίας. Ότι, ειδικότερα, οι μέτοχοι που συγκρότησαν τη συνέλευση, δεύτερος και τρίτος εναγόμενοι, ενήργησαν καταχρηστικά κατά την ψηφοδοσία, η δε καταχρηστικότητα αυτή των ψήφων τους, ως μονομερών δηλώσεων βουλήσεως, μετασχηματίζεται σε καταχρηστικότητα και ακυρωσία της απόφασης της ίδιας της ΓΣ, με την οποία εκφράζεται η βούληση του νομικού προσώπου της εναγομένης ανώνυμης εταιρείας, διότι, κατά παράβαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης των μετόχων, της υποχρέωσης πίστης και της αρχής της αναλογικότητας, εκμεταλλευόμενοι το γεγονός ότι έχουν τον πλήρη διοικητικό έλεγχο της εταιρείας ως πλειοψηφούντες μέτοχοι, δρώντας ανήθικα, γιατί εκμεταλλεύονται την εξουσιαστική θέση ισχύος τους έναντι των λοιπών μετόχων για να αντλήσουν αθέμιτα πλεονεκτήματα, βάσει συντονισμένου σχεδίου και στοχευμένα προς βλάβη της μειοψηφίας και καταχρώμενοι την ιδιότητά τους ως μέλη του ΔΣ της εταιρείας, ενέκριναν τις οικονομικές καταστάσεις αυτής για τη χρήση 1.1 – 31.12.2013, διά της οποίας εγκρίσεως: 1) άντλησαν άμεσα και έμμεσα οικονομικά οφέλη από τα κέρδη της εταιρείας και αθέμιτα πλεονεκτήματα σε βάρος του ενάγοντος, ο οποίος είναι απλός μέτοχος και εισέπραξαν έτσι οι ίδιοι μέρισμα έμμεσα, υπό μορφή υπέρογκης αμοιβής τους ως μέλη του ΔΣ αλλά και συγκεκαλυμμένα, δια της αδικαιολόγητης και τεχνητής διόγκωσης των εξόδων διοικητικής λειτουργίας της εταιρείας αποκομίζοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο (υπό μορφή υπέρογκων αμοιβών και δήθεν διοικητικών εξόδων) οφέλη σε βάρος της εταιρείας και του ιδίου, καθόσον με τις εγκριθείσες οικονομικές καταστάσεις: α) χορηγήθηκε στα μέλη του ΔΣ αμοιβή σε ποσοστά από τα κέρδη, ύψους ... ευρώ, που είναι υπέρογκη, συγκρινόμενη με τα ποσά των αμοιβών που εγκρίνονταν κατά πάγια πρακτική για την ίδια αιτία στις παρελθούσες χρήσεις των ετών 2006 έως 2009, καθόσον για τις χρήσεις 2006 - 2009 εγκρίθηκαν αμοιβές ανερχόμενες ετησίως σε ποσοστό 8,58%, 5,26% και 9,58% επί των κερδών εκάστης χρήσης και κατά μέσο όρο στο ποσό των ..., ενώ από το έτος 2010 αίφνης τα ποσά των αμοιβών αυτών αυξήθηκαν και συγκεκριμένα ανήλθαν σε ποσοστά 141,1%, 37,18% και 70,18% επί των κερδών εκάστης χρήσης, για τα έτη 2010, 2011 και 2013 (το 2012 δεν δόθηκαν αμοιβές), αντίστοιχα και κατά μέσο όρο στο ποσό των ..., καίτοι τα κέρδη κατά τις χρήσεις αυτές έβαιναν μειούμενα σε σχέση με τα κέρδη των χρήσεων 2006 - 2009, όπως ειδικότερα αναφέρεται στον περιεχόμενο στην αγωγή ανωτέρω πίνακα και β) ενεγράφησαν διοικητικά έξοδα λειτουργίας της εταιρείας ύψους 2.848.425,01 ευρώ, τα οποία είναι τεχνητώς διογκωμένα συγκρινόμενα και με τα αντίστοιχα ποσά, που είχαν εγκριθεί για τις χρήσεις 2006 - 2009, καθόσον κατά τις παρελθούσες χρήσεις των ετών 2006 - 2009 αυτά παρέμεναν σταθερά ή έβαιναν ελαφρώς μειούμενα κατά ποσό, ενώ εντός των ετών 2011 - 2013 αυξήθηκαν κατά συνολικό ποσό 850.000 ευρώ περίπου και συγκεκριμένα από 2.007. 116,63 ευρώ το έτος 2011 ανήλθαν σε 2.848. 425,01 το έτος 2013, ενώ οι πωλήσεις της εταιρείας μειώθηκαν από 28.412.167,86 ευρώ το έτος 2011 σε 27.466.714,89 ευρώ το έτος 2013. 2) Ενώ το άρθρο 35 του καταστατικού της εναγομένης εταιρείας, προβλέπει ρητά την διανομή στους μετόχους πρώτου μερίσματος, μετά τον σχηματισμό του προβλεπομένου από το νόμο τακτικού αποθεματικού, σε ποσοστό 6% τουλάχιστον επί του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου ή σε ποσοστό 35% επί των καθαρών κερδών, εφόσον τούτο είναι μεγαλύτερο από το κατά τα πιο πάνω διανεμητέο, τηρουμένων των διατάξεων του α.ν. 148/1967 και των ν. 876/1979, 2573/1999 και 2789/2000, κατά παράβαση της αρχής της αναλογικότητας και της πάγιας πρακτικής, που ακολουθείτο κατά τα έτη 2006-2009 για την διανομή πρώτου μερίσματος και σε συνέχεια της καταχρηστικής πρακτικής, που άρχισε να ακολουθείται από το έτος 2010, ασκήθηκε καταχρηστικά η παρεχόμενη από το άρθρο 3 α.ν. 148/1967 δυνατότητα της ΓΣ να αποφασίσει, με την ορισμένη στο άρθρο αυτό πλειοψηφία την μη διανομή πρώτου μερίσματος και έτσι: α) εγκρίθηκε διανομή μερίσματος στους μετόχους μόνο ποσού ..., επί των συνολικών προς διάθεση κερδών της χρήσης 1.1 – 31.12.2013, το ύψος των οποίων ανήλθε για τη χρήση αυτή, μετά από αφαίρεση του ποσού για τον σχηματισμό του τακτικού αποθεματικού και συμπεριλαμβανομένων και των κερδών, που είχαν μεταφερθεί από προηγούμενες χρήσεις, σε 6.056. 763,30 ευρώ. Συγκεκριμένα το διανεμηθέν μέρισμα για την εταιρική χρήση 1.1 – 31.12.2013, ποσού ..., συγκρινόμενο με τα ποσά μερισμάτων που διανέμονταν κατά τις χρήσεις 2006 - 2009, αντιστοιχεί σε ποσοστό μόλις 1,65% των συνολικώς διαθέσιμων προς διανομή κερδών της συγκεκριμένης χρήσης, συμπεριλαμβανομένων και των μεταφερθέντων από προηγούμενες χρήσεις κερδών, και σε ποσοστό 29,24% επί των καθαρών κερδών της χρήσης 1.1 – 31.12.2013, ενώ τα διανεμηθέντα μερίσματα των χρήσεων 2006 - 2009 ανήλθαν στα ποσά των 413.000, 869.000, 464.000 και 697.000 ευρώ αντιστοίχως, δηλαδή σε ποσοστό 23,61%, 25,40%, 22,23% και 24,94%, αντιστοίχως για καθένα από τα παραπάνω έτη, επί των καθαρών κερδών εκάστης εταιρικής χρήσης και σε ποσοστό 13,33%, 17,63%, 9,14% και 11,16%, αντιστοίχως για καθένα από τα παραπάνω έτη, επί των συνολικώς διαθέσιμων κερδών, ενώ αποτελεί συνέχεια της «πολιτικής» διανομής μερισμάτων, που ακολουθήθηκε από τους πλειοψηφούντες μετόχους από το 2010 και εφεξής, η οποία παραβιάζει προδήλως την αρχή της αναλογικότητας στα πλαίσια της οποίας πολιτικής και για τρεις συνεχόμενες εταιρικές χρήσεις, δηλαδή από το έτος 2010 έως το έτος 2012, δεν διανεμήθηκαν καθόλου μερίσματα, αν και τα καθαρά κέρδη χρήσης των ετών αυτών ήταν 233.884,42 - 1.614.303,73 και 1.077.307,25 ευρώ αντιστοίχως και τα κέρδη διατίθεντο σε κρατήσεις ποσών για τον σχηματισμό τακτικού αποθεματικού και στη χορήγηση αμοιβών στα μέλη του ΔΣ, το δε υπόλοιπο ποσό μεταφέρετο σε νέα εταιρική χρήση. Ότι η συνεχιζόμενη σε περισσότερες εταιρικές χρήσεις αυτή πρακτική έχει ουσιαστικά ως συνέπεια να μην διανέμονται σε ανάλογη με τα οικονομικά στοιχεία της εταιρείας κλίμακα μερίσματα στους έχοντες την σχετική προσδοκία μετόχους, αλλά να παραμένουν αυτά υπό το έλεγχο και την εξουσία διάθεσης του ΔΣ, αλλά και να απαξιώνεται η αξία των μετοχών του ιδίου, αφού δεν εισπράττεται μέρισμα από αυτές, το οποίο δικαίωμα λήψης μερίσματος αποτελεί το κυριότερο περιουσιακό δικαίωμα, που απορρέει από την μετοχική σχέση, το οποίο έχει ως συνέπεια την αδυναμία να μεταβιβασθούν οι μετοχές του, λόγω της έλλειψης αγοραστικού ενδιαφέροντος, επειδή δεν αποδίδουν μέρισμα. Ότι την μη διανομή των νομίμων μερισμάτων καθιστά έτι καταχρηστικότερη η εξακολούθηση της δέσμευσής του για τα χρέη της εταιρείας με τα ανωτέρω εμπράγματα και προσωπικά βάρη, που έχει αναλάβει, από τα οποία η εταιρεία αρνείται να τον απελευθερώσει, σε συνδυασμό με την άρνησή της να τον ενημερώνει για την πορεία των εταιρικών υποθέσεων. Ότι, περαιτέρω, η ανωτέρω απόφαση των μετόχων της γενικής συνέλευσης της εταιρείας να μεταφέρει σε επόμενη χρήση το σύνολο σχεδόν των συνολικώς προς διάθεση κερδών της χρήσης 1.1 – 31.12.2013, συμπεριλαμβανομένων και των μεταφερθέντων από προηγούμενες χρήσεις κερδών, ποσού ... ευρώ, ληφθείσα κατά κατάχρηση του δικαιώματος των πλειοψηφούντων μετόχων της, δεύτερου και τρίτου εναγομένων, οι οποίοι είναι και μέλη του ΔΣ αυτής, συνιστά παράβαση όχι μόνον του άρθρου 35 α' § 2 περ. β' κ.ν. 2190/1920, αλλά και των διατάξεων των άρθρων 281, 914 και 919 του ΑΚ, από την οποία υπέστη ζημία, συνιστάμενη στο ποσό του μερίσματος, που θα είχε λάβει, εάν ο αποθησαυρισμός των προς διάθεση κερδών είχε γίνει βάσει των οριζομένων στο άρθρο 35 του καταστατικού της εταιρείας, η με βάση εμπορικώς δικαιολογημένα κριτήρια και το οποίο ποσό, υπολογιζόμενο βάσει των οριζομένων στο άρθρο 35 του καταστατικού της εταιρείας, ανέρχεται σε 265.619,38 ευρώ, μετά από αφαίρεση και του ποσού των 13. 150,33 ευρώ, που αυτός ήδη έλαβε (κατά το ποσοστό συμμετοχής του στο μετοχικό κεφάλαιο) για την χρήση αυτή ως μέρισμα, άλλως και επικουρικώς, υπολογιζόμενο βάσει της παγίως ακολουθούμενης πρακτικής της τετραετίας 2006 - 2009, κατά την οποία ο μέσος όρος των διανεμηθέντων μερισμάτων ανήλθε σε 12,82% επί των συνολικώς προς διάθεση κερδών, ανέρχεται σε ... ευρώ, μετά από αφαίρεση του προαναφερόμενου ποσού, που αυτός ήδη έχει λάβει. Με βάση το παραπάνω ιστορικό ο ενάγων (ήδη αναιρεσείων) αιτήθηκε κατόπιν παραδεκτής μερικής μετατροπής του ποσού του αιτήματός του για αποζημίωση από καταψηφιστικό σε έντοκο αναγνωριστικό, 1) να ακυρωθούν κατ’ άρθρο 35 α' § 2 περ. β' κ.ν. 2190/1920 οι αποφάσεις της γενικής συνέλευσης των μετόχων της εναγομένης ανώνυμης εταιρείας, της 30.6.2014, επί των 1ου έως 4ου, 6ου και 8ου θεμάτων της ημερήσιας διατάξεως αυτής και 2) να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι, εις ολόκληρον έκαστος, να του καταβάλουν το ποσό των ... ευρώ και να αναγνωρισθεί ότι υποχρεούνται επιπλέον να του καταβάλουν και το ποσό των 176.660,35 ευρώ, άλλως δε και επικουρικά να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι εις ολόκληρον έκαστος να του καταβάλουν το ποσό των ... για αποζημίωσή του, νομιμοτόκως σε αμφότερες τις περιπτώσεις από την επίδοση της αγωγής έως την πλήρη εξόφληση. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η υπ’ αριθ. …/2019 απόφαση του ανωτέρω δικαστηρίου, η οποία διορθώθηκε με την υπ’ αριθ. …/2020 απόφασή του, με την οποία απορρίφθηκε η αγωγή κατά το μέρος που στρεφόταν κατά των ... ως απαράδεκτη ελλείψει παθητικής νομιμοποιήσεως αυτών, απορρίφθηκε το αίτημα της αγωγής για καταβολή αποζημίωσης ως μη νόμιμο και αφού έγινε εν μέρει δεκτή η αγωγή, κατά το μέρος που στρεφόταν κατά της αναιρεσίβλητης, ακυρώθηκαν οι αποφάσεις της Γενικής Συνέλευσης της αναιρεσίβλητης της 30ης.6.2014 ως προς τα θέματα 1-4, 6 και 8 αυτής. Επί της ασκηθείσας έφεσης της αναιρεσίβλητης κατά της πιο πάνω πρωτόδικης απόφασης, εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση του Εφετείου, το οποίο, εξετάζοντας αυτεπαγγέλτως από το μεταβιβαστικό αποτέλεσμα της έφεσης, κατά το άρθρο 522 ΚΠολΔ, το παραδεκτό και το νόμω βάσιμο της αγωγής, έκρινε ότι αυτή είναι εν μέρει αόριστη και γι' αυτό απαράδεκτη και εν μέρει μη νόμιμη με την ακόλουθη αιτιολογία: «Η αγωγή, η οποία, όπως προεκτέθηκε, με την κρινόμενη έφεση που άσκησε η εναγομένη-εκκα­λούσα εταιρεία(ήδη αναιρεσίβλητη) ... μεταβιβάζεται κατ’ έφεση, καθ’ ό μέρος έγινε δεκτή ως βάσιμη κατ’ ουσίαν αναφορικά με το περί ακυρώσεως αίτημά της έναντι της ανωτέρω ανώνυμης εταιρείας, ... είναι απορριπτέα κατά το μεταβιβασθέν κεφάλαιο και το αντίστοιχο αίτημά της, κατ’ αυτεπάγγελτο έλεγχο από το δικαστήριο τούτο, σύμφωνα με την αμέσως προηγηθείσα νομική σκέψη ...ως ακολούθως: 1) Καθ’ ό μέρος ζητείται η ακύρωση της επιμέρους αποφάσεως της γενικής συνέλευσης της εναγομένης και ήδη εκκαλούσας εταιρείας, που συγκροτήθηκε στις 30.6. 2014 ως προς τα υπ’ αριθ. 1° έως 3° θέματα της ημερήσιας διάταξης, τα οποία αφορούν την έγκριση των εν γένει οικονομικών καταστάσεων της εταιρικής χρήσης 1.1 – 31.12.2013, ειδικά ως προς τον εγκριθέντα ισολογισμό, προσάρτημα, λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσης και πίνακα διάθεσης αποτελεσμάτων της χρήσης αυτής, διά των οποίων αποφασίστηκε η χορήγηση αμοιβής στα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρείας ύψους ... ευρώ, η αγωγή είναι αόριστη διότι, εφόσον, όπως διαλαμβάνεται στο δικόγραφο αυτής, πρόκειται για αμοιβή από τα ποσοστά εκ των καθαρών κερδών (κι όχι για άλλη συγκεκριμένη αιτία), θα έπρεπε καταρχήν στο δικόγραφο αυτής να διευκρινίζεται ρητά εάν για το ζήτημα αυτό υφίσταται σχετική καταστατική πρόβλεψη που ορίζει είτε τη δυνατότητα χορήγησής της με προσδιορισμό, κατά τρόπο ειδικό και ορισμένο, και του ποσού αυτής, είτε μόνο τη δυνατότητα χορήγησής της, άνευ προσδιορισμού ποσού. Πέραν τούτου, αν ήθελε εκτιμηθεί ότι στην αγωγή καθ’ υποφοράν υπολαμβάνεται η ανυπαρξία τέτοιας καταστατικής πρόβλεψης, για να καταστεί δυνατός ο έλεγχος της προσβαλλόμενης απόφασης ως ληφθείσας κατά κατάχρηση της πλειοψηφίας υπό το πρίσμα του άρθρου 281 ΑΚ, κατ’ άρθρο 35 § 2 περ. β' κ.ν. 2190/1920, θα έπρεπε στην αγωγή να διαλαμβάνονται συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που να στοιχειοθετούν την παράβαση από τους μετόχους της πλειοψηφίας, που συγκρότησαν την ανωτέρω γενική συνέλευση και υπερψήφισαν τη σχετική απόφαση, των υποχρεώσεών τους που πηγάζουν από τη διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ περί μη υπέρβασης των ορίων της καλής πίστεως, των συναλλακτικών ηθών και του κοινωνικού και οικονομικού σκοπού του δικαιώματός τους να ψηφίσουν την χορήγηση αμοιβής στα μέλη του ΔΣ ύψους ... ευρώ. Μόνη δε η αόριστη επίκληση των γενικών εκφράσεων περί παράβασης της αρχής της ίσης μεταχείρισης των μετόχων και της υποχρέωσης πίστης, εκμετάλλευσης του πλήρους διοικητικού ελέγχου της εταιρείας, δράσης βάσει συντονισμένου σχεδίου και στοχευμένα προς βλάβη της μειοψηφίας, κατάχρησης της ιδιότητας των πλειοψηφούντων μετόχων ως μελών του ΔΣ, επίσης δε, περί άντλησης έμμεσων οικονομικών ωφελειών από τα κέρδη της εταιρείας και αθέμιτων πλεονεκτημάτων σε βάρος του ενάγοντος, καθώς και περί είσπραξης από τους μετόχους της πλειοψηφίας μερίσματος έμμεσα, υπό μορφή υπέρογκης αμοιβής και συγκεκαλυμμένα, υπό μορφή δήθεν διοικητικών εξόδων, ενθυλακώνοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο (υπό μορφή υπέρογκων αμοιβών και δήθεν διοικητικών εξόδων) κέρδη της εταιρείας σε βάρος του ενάγοντος, δεν αρκεί, καθόσον πρόκειται για επίκληση γενικών εκφράσεων άνευ σύνδεσής τους με συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά και ιδίως με επίκληση των καταστατικών αρμοδιοτήτων των μελών του ΔΣ, καθώς και ενεργειών αυτών που δεν δικαιολογούν κατά ποσό την ως άνω εγκριθείσα αμοιβή τους. Επίσης, δεν είναι αρκετή και δεν καθιστά ορισμένη την αγωγή κατά το ως άνω αίτημά της, μόνη η συγκριτική αναφορά μεταξύ των αμοιβών που χορηγήθηκαν στα μέλη του ΔΣ κατά τις παρελθούσες χρήσεις των ετών 2006 - 2009 και αυτών που τους χορηγήθηκαν στις χρήσεις των ετών 2010 και 2011, με επίκληση των ποσών των κερδών εκάστης χρήσης, των ποσοστών επί των κερδών εκάστης χρήσης στα οποία αντιστοιχούν οι αμοιβές για τις παραπάνω χρήσεις και των επιμέρους ποσών των αμοιβών αυτών, καθώς και η αναφορά ότι ο μέσος όρος των αμοιβών για τις μεν χρήσεις 2006 - 2009 ανήλθε στο ποσό των ... για τις δε χρήσεις 2010 - 2013 αυξήθηκε και ανήλθε στο ποσό των .... Τούτο διότι, μόνη η παράθεση των ανωτέρω ποσών και ποσοστών χωρίς επίκληση των συγκεκριμένων καθηκόντων που έχουν τα μέλη του ΔΣ και άνευ αναφοράς σε συγκεκριμένες πράξεις διαχείρισης και εκπροσώπησης στις οποίες προέβησαν και δεν ήταν αναγκαίες για τη δραστηριοποίηση της εναγόμενης εταιρείας στον συγκεκριμένο επιχειρηματικό κλάδο και οικονομικό τομέα, όπου ασκεί την επιχείρησή της, δεν καθιστά υπέρογκη την αμοιβή, ύψους ... ευρώ, που εγκρίθηκε από τη σχετική απόφαση που έλαβε στις 30.6.2014 η γενική συνέλευση της εναγομένης - εκκαλούσας εταιρείας. Εξάλλου, η αγωγή ως προς το ανωτέρω αίτημά της καθ’ ό μέρος αυτό επιχειρείται να θεμελιωθεί με επίκληση της παράβασης της αρχής πίστεως μεταξύ των μετόχων, παρίσταται ως μη νόμιμη καθόσον, ... τέτοια υποχρέωση μεταξύ των μετόχων της ανώνυμης εταιρείας δεν υφίσταται ούτε και είναι νοητή, με συνέπεια να μην είναι δυνατή η επ’ αυτής θεμελίωση οποιοσδήποτε απαγόρευσης και συνέπειας. 2) Καθ’ ό μέρος ζητείται η ακύρωση της επιμέρους αποφάσεως της γενικής συνέλευσης της εναγομένης και ήδη εκκαλούσας εταιρείας που συγκροτήθηκε στις 30.6.2014 ως προς τα υπ’ αριθ. 1° έως 3° θέματα της ημερήσιας διάταξης, τα οποία αφορούν την έγκριση των εν γένει οικονομικών καταστάσεων της εταιρικής χρήσης 1.1 – 31.12.2013, ειδικά ως προς τον εγκριθέντα ισολογισμό, προσάρτημα, λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσης και πίνακα διάθεσης αποτελεσμάτων της χρήσης αυτής, διά των οποίων αποφασίστηκε η διανομή πρώτου (κι όχι περαιτέρω ή εκ του καταστατικού προβλεπομένου) μερίσματος σε ποσό μικρότερο από το οριζόμενο στο άρθρο 35 του καταστατικού της εναγομένης εταιρείας (6% επί του καταβλημένου μετοχικού κεφαλαίου ή εφόσον είναι μεγαλύτερο 35% επί των καθαρών κερδών της χρήσης, καταστατική ρύθμιση που συμπίπτει με τις αντίστοιχες αναγκαστικού δικαίου διατάξεις του κ.ν. 2190/1920), η αγωγή είναι απορριπτέα ως μη νόμιμη διττώς και ειδικότερα διότι: α) αφενός μεν, ...η απόφαση της γενικής συνέλευσης ανώνυμης εταιρείας, διά της οποίας αποφασίζεται η μερική διανομή του πρώτου μερίσματος, κατά παράβαση των σχετικών άρθρων του κ.ν. 2190/1920 και του καταστατικού, επισύρει ως συνέπεια την αυτοδίκαιη ακυρότητά της κατ’ άρθρο 35 β' § 2 κ.ν. 2190/1920 κι όχι την ακυρωσία κατ’ άρθρο 35 α' § 2 περ. β' κ.ν. 2190/ 1920 και συνεπώς, έπρεπε με την αγωγή να ζητείται η αναγνώριση της ακυρότητας της ανωτέρω προσβαλλόμενης απόφασης κι όχι η κήρυξη της ακυρότητάς της, έδει, δηλαδή, η αγωγή να έχει αναγνωριστικό και όχι διαπλαστικό αίτημα, με διατύπωση «να αναγνωρισθεί η ακυρότητα» και όχι «να ακυρωθεί». Τέτοιο αίτημα, όμως, δεν διαλαμβάνεται έστω ακροθιγώς σε οποιοδήποτε σημείο του αγωγικού δικογράφου, ούτε και μπορεί να εκτιμηθεί ότι περιέχεται καθ’ υποφοράν στην αγωγή, ενόψει της, καθ’ όλο το κείμενό της, συγκεκριμένης επίκλησης και ανάλυσης του άρθρου περί ακυρωσίας άρθρου 35 α' § 2 περ. β' κ.ν. 2190/1290 και της σαφούς και ρητής διατύπωσης του διαπλαστικού αιτήματος να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, β) αφετέρου δε, κατά τα αναλυτικά διαλαμβανόμενα παραπάνω στη νομική σκέψη..., ο υπολογισμός του πρώτου μερίσματος γίνεται επί των καθαρών κερδών της συγκεκριμένης κλειόμενης εταιρικής χρήσης χωρίς να συνυπολογίζονται τα κέρδη που έχουν μεταφερθεί από προηγούμενες χρήσεις ή διανεμήσιμα αποθεματικά.

Εν προκειμένω, όμως, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην αγωγή, η προβαλλόμενη ελαττωματικότητα της προσβαλλόμενης απόφασης, που, κατά τα επικαλούμενα στην αγωγή περιστατικά, συνίσταται στην καταβολή μικρότερου ποσού του πρώτου μερίσματος της χρήσης 1.1 - 31.12.201, θεμελιώνεται σε υπολογισμό αυτού εκ μέρους του ενάγοντος επί των συνολικώς προς διάθεση κερδών της χρήσης 1.1 - 31.12. 2013, δηλαδή επί του ποσού που προκύπτει από το άθροισμα των καθαρών κερδών της χρήσης αυτής ως προέκυψαν κατά το κλείσιμό της, ύψους ... ευρώ και των μεταφερόμενων κερδών προηγούμενων χρήσεων, ύψους, μετά από αφαίρεση του ποσού για τον σχηματισμό τακτικού αποθεματικού.... 3) Καθ’ ό μέρος ζητείται η ακύρωση της επιμέρους αποφάσεως της γενικής συνέλευσης της εναγομένης και ήδη εκκαλούσας εταιρείας που συγκροτήθηκε στις 30.6.2014 ως προς το υπ’ αριθ. 4° θέμα της ημερήσιας διάταξης, η αγωγή είναι αόριστη ως εκ της ασάφειάς της ως προς το αντικείμενο που αφορούσε το εν λόγω θέμα, το περιεχόμενο της σχετικής απόφασης που λήφθηκε επ’ αυτού και τους λόγους για τους οποίους η απόφαση που προσβάλλεται είναι ελαττωματική. Ειδικότερα, στην αγωγή, αφενός μεν αρχικά διαλαμβάνεται ότι το 4° θέμα αφορούσε την υποβολή και έγκριση των ενοποιημένων ετήσιων οικονομικών καταστάσεων και της έκθεσης του ΔΣ για τη χρήση 2012 (κεφ. 1.4 σ. 8 της αγωγής), αφετέρου δε εν συνεχεία αναφέρεται ότι η γενική συνέλευση, ψηφίζοντας επί του 4ου θέματος, αποφάσισε ομόφωνα την έγκριση των ενοποιημένων ετήσιων οικονομικών καταστάσεων της χρήσης 1.1 – 31.12. 2013 (5η παράγραφος σ. 10 της αγωγής), καίτοι στο ίδιο σημείο του αγωγικού δικογράφου μνημονεύεται ότι η γενική συνέλευση δεν έλαβε απόφαση επί του 5ου θέματος της ημερήσιας διατάξεως (ως προς το οποίο δεν ζητείται η ακύρωση της απόφασης), το οποίο αφορούσε την υποβολή και έγκριση των ενοποιημένων ετήσιων οικονομικών καταστάσεων, μετά των εκθέσεων του ΔΣ και των ελεγκτών, της εταιρικής χρήσης 1.1-31.12.2013, για το λόγο ότι αυτές ουδόλως υπεβλήθησαν διότι δεν είχαν καταρτιστεί κατά το χρόνο σύγκλησης της γενικής συνέλευσης (6η παράγραφος σ. 10 της αγωγής). Από τις ανωτέρω αναφορές δεν καθίσταται σαφές ποια επί μέρους απόφαση της γενικής συνέλευσης της εναγομένης εταιρείας, που συγκροτήθηκε και συνεδρίασε στις 30.6.2014, με ποιο περιεχόμενο και για ποιο λόγο προσβάλλεται, καθόσον μάλιστα, εάν ήθελε εκτιμηθεί ότι προσβάλλεται η απόφαση της γενικής συνέλευσης που ενέκρινε τις ενοποιημένες ετήσιες οικονομικές καταστάσεις μετά της εκθέσεως του ΔΣ για την εταιρική χρήση του 2012, ουδείς λόγος ελαττωματικότητας προβάλλεται και ουδεμία επίκληση συγκεκριμένων πραγματικών περιστατικών διαλαμβάνεται στην αγωγή. 4) Καθ’ ό μέρος ζητείται η ακύρωση της επιμέρους αποφάσεως της γενικής συνέλευσης της εναγομένης και ήδη εκκαλούσας εταιρείας που συγκροτήθηκε στις 30.6.2014 ως προς τα υπ’ αριθ. 1° έως 3° θέματα της ημερήσιας διάταξης, τα οποία αφορούν την έγκριση των εν γένει οικονομικών καταστάσεων της εταιρικής χρήσης 1.1 - 31.12.2013, ειδικά ως προς τον εγκριθέντα ισολογισμό, προσάρτημα, λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσης και πίνακα διάθεσης αποτελεσμάτων της χρήσης αυτής, διά των οποίων αποφασίστηκε η μεταφορά σε νέα εταιρική χρήση του εναπομείνοντος διαθέσιμου εκ των καθαρών κερδών ποσού των ... ευρώ, η αγωγή είναι απορριπτέα ως αόριστη. Τούτο διότι, ...στο δικόγραφο της αγωγής δεν διαλαμβάνονται συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά, που να στοιχειοθετούν την παράβαση από τους μετόχους της πλειοψηφίας, που συγκρότησαν την ανωτέρω γενική συνέλευση και υπερψήφισαν τη σχετική απόφαση, των υποχρεώσεών τους που πηγάζουν από τη διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ περί μη υπέρβασης των ορίων της καλής πίστεως, των συναλλακτικών ηθών και του κοινωνικού και οικονομικού σκοπού του δικαιώματός τους να ψηφίσουν τη μεταφορά και αποθεματοποίηση του παραπάνω ποσού. Ειδικότερα, στην αγωγή δεν διαλαμβάνονται πραγματικά περιστατικά που να στοιχειοθετούν τα κριτήρια, βάσει των οποίων θα εκτιμηθεί αποδεικτικά ο συσχετισμός μεταξύ της αυτονόητης ωφέλειας που συνεπάγεται για την εταιρεία και εν γένει για τους μετόχους η αποθεματοποίηση κερδών και της βλάβης που ο ενάγων επικαλείται ότι υπέστη από τη μη διάθεση των κερδών, ούτε και πραγματικά περιστατικά που να στοιχειοθετούν αντίθεση στο εταιρικό συμφέρον και εξυπηρέτηση αποκλειστικά των ατομικών συμφερόντων της πλειοψηφίας των μετόχων σε βάρος αυτών της μειοψηφίας και δη του ενάγοντος. Αντιθέτως, στην αγωγή επαναλαμβάνονται οι ακόλουθες γενικές και αόριστες εκφράσεις: «... τα κέρδη που από το καταστατικό της εταιρείας προορίζονται προς διανομή σε όλους τους μετόχους αυτής, υπό μορφή μερίσματος, περιέχονται επιλεκτικά σε ορισμένους μόνο μετόχους, δηλ τους εναγόμενους ..., που ελέγχουν τη διοίκηση της εταιρείας, είτε υπό μορφή αμοιβών ΔΣ, είτε εμμέσως διά της τεχνητής διόγκωσης των δαπανών διοικητικής λειτουργίας αυτής ...», «...οι αποφάσεις αυτές δεν ήταν βεβαίως αποτέλεσμα τυχαίας σύμπτωσης ψήφων, αλλά συντονισμένου σχεδίου των δύο συμπραττόντων μετόχων και μελών της διοίκησης της εταιρείας, που έχουν εκ των προτέρων κοινά συμφέροντα και κοινή πρόθεση ψήφου και ενεργούν στοχευμένα προς βλάβη της μειοψηφίας ...», «... κατά κατάχρηση της ιδιότητάς τους ως μελών του ΔΣ, αντλούν αθέμιτα πλεονεκτήματα από τα διαθέσιμα κέρδη της εταιρείας, ... κέρδη που θα έπρεπε να διανεμηθούν σε κάθε μέτοχο, κατά το λόγο της συμμετοχής του στο μετοχικό κεφάλαιο, ενθυλακώνονται επιλεκτικώς από τους μετόχους - μέλη του ΔΣ, υπό μορφήν υπέρογκων αμοιβών ΔΣ και δήθεν διοικητικών εξόδων», «... η πρόσφατη πρακτική της μεταφοράς σχεδόν του συνόλου των κερδών εις νέον (ήτοι στην επόμενη χρήση), δηλαδή η συσσώρευση και αποθησαύρισή τους, γίνεται σε κλίμακα μη εμπορικώς δικαιολογημένη, καθώς ουδόλως ανταποκρίνεται σε εύλογα συμφέροντα της εταιρείας (λ.χ. για την εξασφάλιση της ρευστότητας ή την αντιμετώπιση μελλοντικών υποχρεώσεών της... αρχής γενομένης από το έτος 2010, το σύνολο των προς διάθεση κερδών διατίθεται με τους εξής δύο τρόπους (μετά το σχηματισμό αποθεματικού): σε αμοιβές ΔΣ και σε μεταφορά εις νέον, όχι όμως και σε διανομή μερίσματος στους μετόχους ... αντιθέτως, κατά πάγια τακτική όλων των προηγούμενων ετών η γενική συνέλευση των μετόχων πάντοτε αποφάσιζε τη διανομή μερισμάτων»,»... ο δεύτερος και τρίτος εναγόμενος, κατά την προσχεδιασμένη και συντονισμένη άσκηση των δικαιωμάτων ψήφου τους κατά τη γενική συνέλευση της 30.6. 2014, δολίως αποφάσισαν την έγκριση των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων για τη χρήση 2013 και τη διάθεση κερδών ως περιγράφεται ανωτέρω ... χωρίς αυτό να υπαγορεύεται από εύλογα συμφέροντα της εταιρείας αποφάσισαν τη διανομή μερίσματος μόλις ... ... κατά κατάχρηση της θέσης τους ως Προέδρου και Αντιπροέδρου του ΔΣ και συνδιευθυνόντων συμβούλων της πρώτης εναγομένης και κατά παράβαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης των μετόχων, άντλησαν αθέμιτο οικονομικό όφελος είτε υπό μορφήν εγκριθέντων από τη ΓΣ υπέρογκων αμοιβών ΔΣ, είτε συγκεκαλυμμένα, διά της αδικαιολόγητης και τεχνητής διόγκωσης των εξόδων διοικητικής λειτουργίας της επιχείρησης κατά 850.000 ευρώ περίπου την τελευταία διετία ...». Ωστόσο, η μνεία των ανωτέρω δεν καθιστά ορισμένη την αγωγή, στο δικόγραφο της οποίας έδει να περιγράφεται η οικονομική θέση και κατάσταση της εναγομένης ανώνυμης εταιρείας εντός του συγκεκριμένου επιχειρηματικού κλάδου, στον οποίο δραστηριοποιείται, οι εν γένει υποχρεώσεις της, η ρευστότητα και φερεγγυότητά της σε συνδυασμό με στοιχεία σχετικά με τη βιωσιμότητά της, προκειμένου αρχικά μεν να στοιχειοθετηθεί το επικαλούμενο «υπέρμετρο» και «σε κλίμακα μη εμπορικώς δικαιολογημένη» της αποθεματοποίησης των κερδών που αποφασίστηκε, εν συνεχεία δε να αξιολογηθεί και εκτιμηθεί αποδεικτικά ο συσχετισμός μεταξύ της αυτονόητης ωφέλειας που επάγεται για την εταιρεία η αποθεματοποίηση κερδών και της επικαλούμενης βλάβης του μειοψηφούντος ενάγοντος μετόχου από τη μη διανομή τους. Μόνη η αναφορά στην πολιτική διάθεσης των κερδών που εφαρμόστηκε κατά τις χρήσεις 2006 - 2009 δεν αρκεί, καθόσον εάν ήθελε εκτιμηθεί ότι με την επίκληση αυτή, επιχειρείται να θεμελιωθεί ισχυρισμός περί ελαττωματικότητας της παραπάνω προσβαλλόμενης απόφασης για το λόγο ότι, διά αυτής, επικυρώνεται μία ζημιογόνα πρακτική που ακολουθείται συστηματικά από το ΔΣ της εναγομένης εταιρείας, θα έπρεπε να περιγράφονται τα προαναφερόμενα στοιχεία αναφορικά με την συγκεκριμένη εταιρική χρήση 1.1 - 31.12.2013, τα οικονομικά αποτελέσματα της οποίας επικυρώθηκαν με την προσβαλλόμενη απόφαση. Επισημαίνεται ότι, ...υπό το προϊσχύον δίκαιο του άρθρου 35β όπως ίσχυε πριν από την αντικατάστασή του με το άρθρο 43 του ν. 3604/2007, σύμφωνα με την επικρατήσασα ερμηνευτική εκδοχή κατά την εφαρμογή του, δεν θεωρούταν καν ελαττωματική η απόφαση της γενικής συνέλευσης α.ε (και δη ακυρώσιμη υπό την τότε διάταξη) που ενέκρινε ισολογισμό διά του οποίου σχηματιζόταν αποθεματικά, έστω και σε κλίμακα μη εμπορικώς δικαιολογημένη, εφόσον προηγουμένως είχε εγκριθεί η διανομή του πρώτου ως και του εκ του καταστατικού προβλεπομένου μερίσματος. 5) Τέλος, η αγωγή είναι απορριπτέα για όσους λόγους αναπτύχθηκαν αμέσως παραπάνω όσον αφορά το, περί ακυρωσίας της προσβαλλόμενης απόφασης της γενικής συνέλευσης της εναγομένης - εκκαλούσας ανώνυμης εταιρείας, αίτημά της ειδικά όσον αφορά τα υπ’ αριθ. 6° και 8° θέματα της ημερήσιας διατάξεως, περί απαλλαγής των μελών του ΔΣ και των ελεγκτών από κάθε ευθύνη για τη χρήση 2013 και περί έγκρισης των αμοιβών ΔΣ για τη χρήση 2013, τα οποία προσβάλλονται μεν αυτοτελώς, πλην όμως συνέχονται αναγκαστικά με τα υπ’ αριθ. 1° έως 3° θέματα της ημερήσιας διατάξεως της προσβαλλόμενης αποφάσεως. Γ. Εκ των προαναφερομένων παρέπεται ότι η αγωγή παρίσταται, αναφορικά με το περί ακυρωσίας αίτημά της και κατά τις ανωτέρω διακρίσεις, ως εν μέρει αόριστη και εν μέρει μη νόμιμη, το δε πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την προσβαλλόμενη απόφασή του έκρινε αυτήν, κατά το περί ακυρωσίας αίτημά της, στρεφόμενο κατά της εναγομένης εταιρείας, ορισμένη και νόμιμη και στην συνέχεια την έκανε δεκτή ως βάσιμη κατ’ ουσίαν, έσφαλε κατά την εφαρμογή και ερμηνεία του νόμου». Ακολούθως το Εφετείο, έκανε δεκτή την έφεση, εξαφάνισε την εκκαλούμενη απόφαση και απέρριψε την αγωγή και κατά το μη απορριφθέν πρωτοδίκως μέρος της.

Έτσι που έκρινε το Εφετείο, το οποίο απέρριψε κατά ένα μέρος ως αόριστη και γι' αυτό απαράδεκτη και κατά το λοιπό μέρος ως μη νόμιμη την αγωγή ως προς το αίτημα για ακύρωση της από 30.6.2014 απόφασης της Γενικής Συνέλευσης (ΓΣ) της αναιρεσίβλητης, κατά το μέρος που αφορά τα εγκριθέντα με αυτήν υπό στοιχεία 1-3, 6 και 8 θέματα της ημερησίας διάταξης, γιατί ελήφθησαν κατά κατάχρηση της εξουσίας της πλειοψηφίας, εσφαλμένα ερμήνευσε και δεν εφάρμοσε τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 281 Α.Κ. και 35 § 2 περ. β' του ν. 2190/1920 (το οποίο ίσχυε κατά τον χρόνο λήψης της απόφασης και εφαρμόζεται στην κρινόμενη υπόθεση), αξιώνοντας περισσότερα στοιχεία από όσα οι διατάξεις αυτές απαιτούν για την εφαρμογή τους, καθόσον τα ανωτέρω αναφερόμενα στο δικόγραφο της αγωγής, αληθή υποτιθέμενα, πληρούν το πραγματικό των ανωτέρω διατάξεων και άρα είναι επαρκή για τη νομική στήριξη του ανωτέρω αιτήματος του αναιρεσείοντος για ακύρωση της απόφασης ως προς τα θέματα αυτά, σύμφωνα και με όσα αναφέρθηκαν στην προηγηθείσα μείζονα σκέψη. Ειδικότερα, καθιστούν καταχρηστική τη συμπεριφορά των αρχικώς εναγομένων κατά την έννοια του παραπάνω άρθρου 281 ΑΚ. τα εκτιθέμενα προς θεμελίωσή της αγωγής περιστατικά, ότι οι αρχικοί εναγόμενοι ..., ως πλειοψηφούντες μέτοχοι της αναιρεσίβλητης, κατέχοντες συνολικά ποσοστό πλέον του 86,5% του μετοχικού κεφαλαίου αυτής και ως συνδιευθύνοντες σύμβουλοι αυτής, ενεργώντας συντονισμένα, βάσει σχεδίου, και εκμεταλλευόμενοι την εξουσιαστική θέση ισχύος τους έναντι των λοιπών μετόχων της μειοψηφίας και ιδίως έναντι του αναιρεσείοντος, που κατέχει ποσοστό 13,15% του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου αυτής, έλαβαν τις επίμαχες αποφάσεις, με τις οποίες, αφενός μεν μείωσαν τα κέρδη της εταιρείας, δια της λήψεως από τους ιδίους, ως μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, υπέρογκης αμοιβής επί των κερδών της αναιρεσίβλητης, που δεν ανταποκρίνεται στα οικονομικά δεδομένα της εταιρείας, καθώς επίσης και συγκεκαλυμμένων αμοιβών, δια της τεχνητής και συνεπώς ψευδούς αύξησης των διοικητικών εξόδων λειτουργίας της, αφετέρου δε, διακόπτοντας την πρακτική των ετών 2006-2009 για τη διανομή πρώτου μερίσματος σε μεγάλα ποσά, ματαίωσαν ουσιαστικά τη διανομή πρώτου μερίσματος, παρά τη συνεχή υψηλή κερδοφορία της εταιρείας, δεδομένου ότι δεν κατέβαλαν καθόλου μέρισμα κατά τα έτη 2010, 2011 και 2012, για δε την επίδικη χρήση του 2013 κατέβαλαν μόνο ..., μεταφέροντας το σύνολο των λοιπών κερδών, ανερχομένων σε ... ευρώ, στην επόμενη χρήση και συσσωρεύοντας αυτά σε κλίμακα μη εμπορικώς δικαιολογημένη, βλάπτοντας έτσι με τις αποφάσεις αυτές, εκτός από το εταιρικό συμφέρον, και το ατομικό συμφέρον του αναιρεσείοντος, τον οποίο αποστέρησαν από το δικαίωμά του να λάβει ανάλογο προς τα κέρδη της εταιρείας μέρισμα, αν και διατηρείται η υποχρέωση που αυτός έχει αναλάβει έναντι της αναιρεσίβλητης με τις συμβάσεις: α) παροχής εγγύησης μέχρι του ποσού 1.540.719 ευρώ για την πίστωση με ανοικτό - αλληλόχρεο λογαριασμό, που έχει λάβει αυτή από την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος Α.Ε. και β) ενεχυριάσεως ονομαστικών μεριδίων αμοιβαίου κεφαλαίου ιδιοκτησίας του υπέρ της ίδιας Τράπεζας για ασφάλεια της ίδιας απαίτησής της κατά της αναιρεσίβλητης. Για το ορισμένο και νόμιμο της αγωγής δεν απαιτούντο και πρόσθετα στοιχεία, όπως αναφέρει η προσβαλλόμενη απόφαση, στην οποία το Εφετείο εσφαλμένα δεν εκτιμά τις προσβαλλόμενες αποφάσεις της ΓΣ ως μέρος ενός συνολικού σχεδίου των πλειοψηφούντων μετόχων, όπως επικαλείται στην αγωγή του ο αναιρεσείων, αλλά εξετάζει κάθε ένα τμήμα των αποφάσεων χωριστά από άποψη νομιμότητας, ενώ ο αναιρεσείων δεν επικαλέστηκε στην αγωγή του ότι οι αποφάσεις είναι μη νόμιμες, αλλά ισχυρίστηκε ότι είναι μεν νόμιμες αλλά λήφθηκαν κατά κατάχρηση του δικαιώματος λήψης αυτών από τους πλειοψηφούντες μετόχους και συνδιευθύνοντες συμβούλους της αναιρεσίβλητης. Η περαιτέρω συγκεκριμενοποίηση των εκτιθέμενων στην αγωγή περιστατικών, αναφορικά με την δραστηριότητα των πλειοψηφούντων μετόχων και την κατάσταση της εταιρείας, δεν ήταν αναγκαία για τη νομική θεμελίωση της αγωγής, στην οποία εμπεριέχεται ο πυρήνας των βιοτικών συμβάντων που στοιχειοθετούν το ασκούμενο δικαίωμα, αλλά δύναται αυτή να προκύψει από τις αποδείξεις. Αληθών δε υποτιθέμενων των ως άνω αναφερομένων στην αγωγή περιστατικών, οι ένδικες αποφάσεις, των οποίων ζητείται η ακύρωση, ανεξαρτήτως της ακυρότητας κάποιων εξ αυτών, ελήφθησαν κατά κατάχρηση του δικαιώματος των μετόχων της πλειοψηφίας, αφού οι αρχικοί εναγόμενοι, κατά παράβαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης των μετόχων, και της αρχής της υποχρέωσης πίστης αυτών, τόσο προς την αναιρεσίβλητη εταιρεία, όσο και προς τον αναιρεσείοντα, ο οποίος είναι ουσιαστικά ο μοναδικός μειοψηφών μέτοχος της έχουσας οικογενειακό χαρακτήρα αναιρεσίβλητης, μεθόδευσαν προς αποκλεισμό της λήψης αναλόγου προς τα κέρδη της αναιρεσίβλητης μερίσματος από τον αναιρεσείοντα, οι ίδιοι μεν να λαμβάνουν εμμέσως μέρισμα δια της λήψεως μεγάλων, είτε άμεσων, είτε συγκεκαλυμμένων αμοιβών, ο δε αναιρεσείων, ο οποίος συνεχίζει να βαρύνεται με τις δανειακές υποχρεώσεις της αναιρεσίβλητης, να μην λαμβάνει ανάλογο με τα κέρδη της αναιρεσίβλητης μέρισμα, λόγω του ότι διανέμεται μικρό αναλογικά ποσό για μέρισμα, ενώ το λοιπό μεταφέρεται συνεχώς στην επόμενη χρήση σε κλίμακα μη εμπορικώς δικαιολογημένη. Επομένως η αγωγή, ως προς το αίτημα ακύρωσης των αποφάσεων αυτών, με την επίκληση ότι λήφθηκαν κατά κατάχρηση του δικαιώματος της πλειοψηφίας, είναι ορισμένη και νόμιμη και, συνεπώς, η προσβαλλόμενη απόφαση, η οποία απέρριψε την ένδικη αγωγή ως αόριστη και μη νόμιμη, κατά τις παραπάνω διακρίσεις και με την προαναφερόμενη αιτιολογία, το μεν, παρά το νόμο, κήρυξε απαράδεκτη αυτήν λόγω αοριστίας, το δε εσφαλμένως εφάρμοσε τις πιο πάνω αναφερόμενες ουσιαστικού δικαίου διατάξεις, καθ’ όσον απαίτησε περισσότερα στοιχεία για την εφαρμογή τους από εκείνα που απαιτούν οι ανωτέρω κανόνες δικαίου για τη γένεση του ασκούμενου με την αγωγή δικαιώματος.


ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Υποχρέωση πίστης των μετόχων 

 

Στο δίκαιο της ανώνυμης εταιρείας δεν υπάρχει νομοθετική ρύθμιση της υποχρέωσης πίστης των μετόχων, αλλά μόνο των προσώπων που μετέχουν στη διοίκηση της εταιρείας (άρθρα 97 και 98 ν. 4548/2018). 

Η κρατούσα, μέχρι πρότινος, άποψη στην ελληνική θεωρία ήταν ότι η μοναδική υποχρέωση που βαρύνει τον μέτοχο θεωρείται ότι είναι η καταβολή της εισφοράς του. Η επιβολή οποιαδήποτε άλλης υποχρέωσης, θα αντέβαινε προς τη θεμελιώδη αρχή του δικαίου της ανώνυμης εταιρείας για την περιορισμένη ευθύνη των μετόχων (Τριανταφυλλάκης, Το συμφέρον της επιχείρησης ως κανόνας συμπεριφοράς των οργάνων της Α.Ε., 1998, σ. 298).

Ωστόσο η εξέλιξη της επιστημονικής θεωρίας δέχεται σήμερα ότι η εταιρική συμμετοχή θεμελιώνει μια ειδική έννομη σχέση οργανωτικού χαρακτήρα, που διέπεται από την αρχή της καλής πίστης και συνδέει τον μέτοχο όχι μόνο με την εταιρεία αλλά και με τα υπόλοιπα μέλη της (βλ. Τέλλης, Η υποχρέωση πίστης του μετόχου και ιδιαίτερα του μετόχου μειοψηφίας, 12ο Παν. Συνέδριο Ελλήνων Εμπορικολόγων, ΕπισκΕμπΔικ 2002. 918-919). Οι μέτοχοι, ως μέλη μιας ένωσης προσώπων που επιδιώκει κοινό σκοπό, έχουν υποχρέωση να προάγουν τον εταιρικό σκοπό και να απέχουν από πράξεις οι οποίες μπορεί να βλάψουν την εταιρεία και τους λοιπούς μετόχους. Η συναγωγή της υποχρέωσης πίστης από την ιδιότητα του εταιρικού μέλους έχει ως λογική συνέπεια ότι την εν λόγω υποχρέωση υπέχουν όλοι οι μέτοχοι, μεγάλοι και μικροί, μέτοχοι πλειοψηφίας και μέτοχοι μειοψηφίας. Η έννοια της αμοιβαίας μετοχικής πίστης είναι ελαστική, το δε εύρος και η έντασή της εξαρτώνται από ποικίλες παραμέτρους, ιδίως τον τύπο της ΑΕ (δημόσια πολυμετοχική ή προσωπική), την επιρροή που ασκεί ο μέτοχος στην εταιρική λειτουργία, το είδος του ασκουμένου μετοχικού δικαιώματος ή της διαχειριστικής ενέργειας ή του αντικειμένου της ληφθείσας απόφασης και τα θιγόμενα συμφέροντα. (Λ. Αθανασίου, Μέτοχοι και εταιρική εποπτεία 2010, Νομ. Βιβλιοθήκη, σ. 375). 

Η νομολογία, τις τελευταίες δεκαετίες, σταδιακά άρχισε να αναγνωρίζει την ύπαρξη υποχρέωσης πίστης του πλειοψηφούντος μετόχου, εξεταζόμενη κυρίως υπό το πνεύμα της άσκησης ανταγωνιστικών πράξεων από μετόχους ολιγομελών ή προσωποπαγών ΑΕ, όπου το προσωπικό στοιχείο έχει έντονο χαρακτήρα (βλ. ΜΠρΠατ 1425/1996, σε ΔΕΕ 1997. 964).

Σημαντική είναι η ΑΠ 432/2016 (σε ΝΟΜΟΣ), η οποία δέχθηκε ότι υφίσταται υποχρέωση πίστεως, που πρέπει να τηρούν μεταξύ τους οι μέτοχοι αλλά και έναντι της εταιρείας, λόγω της δομής της (περίπτωση ανώνυμης εταιρείας με περιορισμένο αριθμό μετόχων και ανάπτυξη μεταξύ τους προσωπικών σχέσεων), συνισταμένης στην υποχρέωσή τους να απέχουν από ενέργειες, οι οποίες βλάπτουν την εταιρεία και τους λοιπούς μετόχους. 

 Ακολούθησαν οι ΕφΑθ 1115/2017 (σε ΝΟΜΟΣ), (αφορώσα σε παραβίαση της υποχρέωσης πίστης από τους μετόχους της πλειοψηφίας έναντι των μετόχων της μειοψηφίας σε εισηγμένη εταιρεία), ΕφΠατ 77/2023 (σε ΝΟΜΟΣ), (αφορώσα σε παραβίαση της υποχρέωσης πίστης από μέτοχο έναντι της εταιρείας μέσω άσκησης ανταγωνιστικής δραστηριότητας, σε μικρή, οικογενειακή ΑΕ με έντονα στοιχεία προσωποπαγούς χαρακτήρα και στενό δεσμό μεταξύ των εταίρων).

Την ύπαρξη υποχρέωσης πίστης όχι μόνο προς την εταιρεία αλλά και προς τους μετόχους, εφόσον πρόκειται για μικρού μεγέθους εταιρείες με έντονο το προσωπικό στοιχείο στις σχέσεις των μετόχων μεταξύ τους, αναγνώρισε και η άνω δημοσιευόμενη απόφαση ΑΠ 1462/2023, επί αιτήματος ακύρωσης αποφάσεων γενικής συνέλευσης, η οποία έκρινε ότι παραβιάστηκε από τους μετόχους της πλειοψηφίας η αρχή της ίσης μεταχείρισης των μετόχων και της αρχής της υποχρέωσης πίστης αυτών, τόσο προς την εταιρεία, όσο και προς τον μοναδικό μειοψηφούντα μέτοχο οικογενειακής εταιρείας, με τη μεθόδευση αποκλεισμού του λήψης ανάλογου προς τα κέρδη της εταιρείας μερίσματος, δια της λήψεως από τους ιδίους, ως μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, υπέρογκης αμοιβής επί των κερδών της εταιρείας, που δεν ανταποκρίνεται στα οικονομικά δεδομένα της, καθώς επίσης και συγκεκαλυμμένων αμοιβών, δια της τεχνητής και συνεπώς ψευδούς αύξησης των διοικητικών εξόδων λειτουργίας της και περαιτέρω δια της εγκρίσεως της μεταφοράς του συνόλου των λοιπών κερδών στην επόμενη χρήση και συσσωρεύοντας αυτά σε κλίμακα μη εμπορικώς δικαιολογημένη. 

 

ΙΩΑΝΝΑ Δ. ΚΑΡΑΧΑΛΙΟΥ,

Δικηγόρος