Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών 3246/2024

73
2025
01

 

Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών

Αριθ. 3246/2024

 

Δικαστής: Ε.-Ν. Ζαμπέρ, Δικαστική Πάρεδρος 

Δικηγόροι: Ε. Επιτροπάκης, Π. Σκουράκης

 

Διαγραφή «φανερά αβάσιμων» Αγωγών και Ανακοπών από τα Βιβλία Διεκδικήσεων του Υποθηκοφυλακείου. Ως «φανερά αβάσιμη» νοείται αγωγή/ανακοπή που είναι απαράδεκτη, νόμω ή ουσία αβάσιμη, χωρίς να υποχρεούται το δικαστήριο σε διεξαγωγή αποδείξεων. Δυνατότητα διαγραφής και εκκρεμούς αγωγής/ανα­κοπής χωρίς να απαιτείται η προηγούμενη τελεσίδικη απόρριψή της. Αίτηση διαγραφής από τα βιβλία διεκδικήσεων του Υποθηκοφυλακείου, εκκρεμούς ανακοπής κατά έκθεσης περιγραφής και εκτίμησης ακινήτου και της κατακυρωτικής έκθεσης πλειστηριασμού, με μοναδικό λόγο της ανακοπής την εσφαλμένη αναφορά του αριθμού του ακινήτου χωρίς πάντως να αμφισβητείται η ταυτότητα του ακινήτου. Επειδή ο ίδιος ισχυρισμός είχε προταθεί και ενώπιον του δικαστηρίου που διέταξε τον δημόσιο εκούσιο πλειστηριασμό επί αγωγής διανομής του επίκοινου ακινήτου και είχε απορριφθεί τελεσιδίκως, το σχετικό δεδικασμένο συνεπάγεται το «φανερά αβάσιμο» της προς διαγραφή εκκρεμούς ανακοπής (Άρθρα 220 § 2, 321, 322, 324, 332 ΚΠολΔ).     

Αρμόδιο δικαστήριο. Η αίτηση διαγραφής της αγωγής/ανακοπής από τα βιβλία διεκδικήσεων του Υποθηκοφυλακείου κατατίθεται ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου της περιφέρειας στην οποία υπάγεται το Υποθηκοφυλακείο, από τα βιβλία διεκδικήσεων του οποίου ζητείται η διαγραφή και εκδικάζεται κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας. Εάν η προς διαγραφή αγωγή/ανακοπή είναι καταχωρισμένη στο κτηματολογικό φύλλο, είτε το πρώτον, είτε κατά μεταφορά από τα βιβλία του Υποθηκοφυλακείου, που πλέον δεν υφίσταται, παρά μόνο ως ιστορικό αρχείο, δεν προβλέπεται διαδικασία διαγραφής της, αλλά η σχετική αίτηση αφορά σε διαφορά ως προς τις προς καταχώριση πράξεις και πρέπει να εκδικασθεί από τον Κτηματολογικό Δικαστή του Πρωτοδικείου, στο οποίο υπάγεται το Κτηματολογικό Γραφείο (Άρθρα 220 ΚΠολΔ, 739, 740 § 1 · 16 §§ 5, 6 και 17 § 4 ν. 2664/1998).

 

I. Με τη διάταξη του άρθρου 220 § 2 εδ. α' ΚΠολΔ ορίζεται ότι: «Αν οι αγωγές και ανακοπές που εγγράφηκαν στα βιβλία διεκδικήσεων είναι φανερά αβάσιμες, διατάσσεται η διαγραφή τους κατά την διαδικασία των άρθρων 740 επ.». Ο όρος «φανερά αβάσιμη» αγωγή αναφέρεται σε αγωγή που χαρακτηρίζεται ως αβάσιμη χωρίς τη διεξαγωγή αποδεικτικής διαδικασίας. Στον όρο αυτό εμπίπτει η απαράδεκτη αγωγή, η νόμω αβάσιμη αγωγή ή και η ουσία αβάσιμη αγωγή, για την οποία το Δικαστήριο σχηματίζει πεποίθηση μόνο από την εκτίμηση του δικογράφου της, χωρίς να έχει υποχρέωση να διατάξει αποδείξεις (ΑΠ 1364/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 100/2003 ΤΝΠ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, ΑΠ 1406/1998 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ειδικότερα, κατά τη διάταξη του άρθρου 759 του ίδιου κώδικα, στην εκούσια δικαιοδοσία ισχύει ελεύθερη απόδειξη, δηλαδή το δικαστήριο, με απόκλιση μόνο ως προς την αυτοψία και την πραγματογνωμοσύνη, δεν δεσμεύεται από αποδεικτικούς κανόνες, ειδικά δε, προκειμένου περί διαγραφής αγωγής από τα βιβλία διεκδικήσεων, για τη διακρίβωση του προφανώς αβασίμου της αγωγής, μπορεί να σχηματίσει πεποίθηση αποκλειστικά και μόνο από την εκτίμηση του δικογράφου της αγωγής, της οποίας ζητείται η διαγραφή και δεν έχει υποχρέωση να διατάξει αποδείξεις ή να ερευνήσει άλλα έγγραφα, που επικαλέστηκαν και προσκόμισαν οι διάδικοι. Δεν αποκλείεται, όμως, η δυνατότητα του δικαστηρίου να εκτιμήσει και τα άλλα έγγραφα, επικληθέντα και προσκομισθέντα, για να κρίνει αν η αγωγή, που είναι νομικά βάσιμη, είναι προφανώς αβάσιμη κατ’ ουσίαν (ΑΠ 1364/2010 και ΑΠ 100/ 2003, αμφότερες δημοσιευμένες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 11/2003 ΕλλΔνη 44. 430). Άλλοι λόγοι, που δικαιολογούν τη διαγραφή της αγωγής κατά την παραπάνω διάταξη, είναι η παραίτηση από το δικαίωμα που ασκείται με αυτή ή από το δικόγραφο, η παραγραφή της αξίωσης για την οποία ασκήθηκε η αγωγή, ο δικαστικός συμβιβασμός, καθώς και η εκκρεμότητα του δικογράφου για μεγάλο χρονικό διάστημα χωρίς συζήτηση (ΕφΑιγ 273/2011 και ΜΠρΑθ 3366/2008, αμφότερες δημοσιευμένες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Σκοπός της εγγραφής της αγωγής στα βιβλία διεκδικήσεων είναι η εδραίωση της πίστης και η προστασία των συναλλασσομένων σε σχέση με το ακίνητο που αφορά η αγωγή τρίτων, οι οποίοι, εφόσον καθίστανται διάδοχοι των διαδίκων στη διάρκεια της δίκης, μετά το πέρας αυτής, δεσμεύονται από το δεδικασμένο και την εκτελεστότητα της αποφάσεως, που εκδίδεται στη δίκη αυτή (ΜΠΚερ 905/2018 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Με την προρρηθείσα διάταξη, η οποία θεσπίσθηκε προς τον σκοπό αποδέσμευσης των ακινήτων από «εκβιαστικές» εγγραφές διεκδικήσεων, όταν πληρούνται οι νόμιμες προϋποθέσεις, προβλέπεται διαγραφή της αγωγής και πριν από την τελεσίδικη κρίση και ανεξάρτητα από το εάν αυτή είναι εκκρεμής ή έχει εκδοθεί οριστική περί απορρίψεως της απόφαση, αφού από τη διατύπωση της ως άνω διάταξης δεν γίνεται διάκριση μεταξύ αγωγών εκκρεμών, απλώς, ενώπιον του αρμόδιου Δικαστηρίου, δηλαδή αυτών που δεν έχουν εισαχθεί προς εκδίκαση, ή αγωγών επί των οποίων η συζήτηση έχει ήδη) αρχίσει ή εκείνων επί των οποίων έχει ήδη εκδοθεί οριστική απορριπτική απόφαση (ΕφΔ 22/2016 ΤΝΠ ΝΟ­ΜΟΣ). Η διαγραφή αυτή δεν εμποδίζει τη συζήτηση της αγωγής κανονικά κατά την τακτική διαδικασία, δεν προδικάζει τη νομική ή ουσιαστική της κρίση, αλλά ούτε και ματαιώνει τον σκοπό του νόμου, ήτοι την προστασία των συναλλασσόμενων τρίτων, αφού ο μέλλων αγοραστής μπορεί να πληροφορηθεί από τα βιβλία την ύπαρξη της εκκρεμούς δίκης (ΜΠρΚερ 905/2018 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Τη διαγραφή της αγωγής μπορούν να ζητήσουν, δεδομένου ότι στη διάταξη του άρθρου 220 ΚΠολΔ δεν ορίζονται (περιοριστικά) τα δικαιούμενα προς τούτο πρόσωπα, τόσο ο κύριος του ακινήτου, όσο και κάθε άλλο πρόσωπο που έχει έννομο συμφέρον, ενώ δεν απαιτείται προηγούμενη υποβολή σχετικής αίτησης στον αρμόδιο Υποθηκοφύλακα (ΕφΔ 143/2006 και ΜΠρ Αθ 4845/2006, αμφότερες δημοσιευμένες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, η διαγραφή της αγωγής γίνεται με απευθείας αίτηση στον Υποθηκοφύλακα ή στον Προϊστάμενο του Κτηματολογικού Γραφείου, μεταξύ άλλων περιπτώσεων, μετά την τελεσιδικία της απόφασης που απορρίπτει την εγγραφείσα αγωγή, ανεξάρτητα από τον λόγο της απόρριψης, εκτός αν πρόκειται για αγωγή διόρθωσης κτηματολογικής εγγραφής, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 6 § 2 ή 13 § 2 ν. 2664/1998, οπότε απαιτείται το αμετάκλητο. Η εν λόγω αίτηση κατά τη διάταξη του άρθρου 740 ΚΠολΔ, μετά τον ν. 4335/ 2015, κατατίθεται ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου της περιφέρειας στην οποία υπάγεται το υποθηκοφυλακείο, από τα βιβλία διεκδικήσεων του οποίου ζητείται η διαγραφή, ενώ η κατάθεσή της είναι δυνατή και πριν την επίδοση της αγωγής, δηλαδή πριν την επέλευση της εκκρεμοδικίας. Ωστόσο, όταν η προς διαγραφή αγωγή είναι καταχωρισμένη στο κτηματολογικό φύλλο, είτε το πρώτον, είτε κατά μεταφορά από τα βιβλία του υποθηκοφυλακείου, που πλέον δεν υφίσταται, παρά μόνο ως ιστορικό αρχείο, η σχετική αίτηση πρέπει να εκδικασθεί από τον Κτηματολογικό Δικαστή, δεδομένου ότι αφενός μεν στον ν. 2664/1998, που διέπει τη λειτουργία των κτηματολογικών γραφείων στο πλαίσιο του Εθνικού Κτηματολογίου, δεν προβλέπεται διαδικασία διαγραφής της αγωγής, αφετέρου δε, από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 16 §§ 5, 6 και 17 § 4 του ίδιου ως άνω Νόμου προκύπτει ότι οποιαδήποτε διαφορά αναφύεται σχετικά με τις προς καταχώριση πράξεις, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και οι αγωγές, αρμόδιος είναι ο Κτηματολογικός Δικαστής του Πρωτοδικείου, στο οποίο υπάγεται το Κτηματολογικό Γραφείο [Κ. Εμμανουηλίδου σε Χ. Απαλαγάκη - Σ. Σταματόπουλο, Ο Νέος Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, ερμηνεία κατ’ άρθρο μετά τους ν. 4842 και 4855/2021, τόμος 1 (άρθρα 1 - 494), 2022, άρθρο 220, αριθ. 7, 8, σ. 873 - 874].

(…) Με την υπό κρίση αίτηση η αιτούσα, επικαλούμενη άμεσο έννομο συμφέρον, ζητεί να διαταχθεί η διαγραφή από τα βιβλία διεκδικήσεων του Υποθηκοφυλακείου Αθηνών της με αριθμό κατάθεσης …/8312/26.10.2022 ανακοπής που ασκήθηκε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, διότι είναι φανερά αβάσιμη, για τους ειδικότερους λόγους που εκτίθενται στην αίτηση, καθώς και να καταδικαστεί η ανακόπτουσα της ως άνω αγωγής, και νυν καθ’ ης, …  του …, στα δικαστικά της έξοδα. Με το ανωτέρω περιεχόμενο και αιτήματα, η υπό κρίση αίτηση αρμόδια εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, στην περιφέρεια του οποίου έχει την έδρα του ο Υποθηκοφύλακας που τηρεί τα βιβλία στα οποία έχει γίνει η ένδικη εγγραφή (βλ. Λεοντή [-Ρεντού­λη], Εκούσια Δικαιοδοσία, σ. 553, αριθ. 4), κατά την προκείμενη διαδικασία  της  εκούσιας  δικαιοδοσίας (739, 740 § 1, 220 § 2 ΚΠολΔ), και είναι ορισμένη και νόμιμη, στηριζομένη στις διατάξεις των άρθρων 68 και 220 § 2 ΚΠολΔ, πλην του αιτήματος επιδίκασης δικαστικής δαπάνης σε βάρος της καθ' ης η αίτηση -προς ης η κοινοποίηση, το οποίο κρίνεται απορριπτέο ως απαράδεκτο λόγω αοριστίας, δεδομένου ότι, σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 746 εδ. α' ΚΠολΔ, τα δικαστικά έξοδα επιβάλλονται σε βάρος του αιτούντος, προς το συμφέρον του οποίου υποβάλλεται η αίτηση, τέτοιο, δε, δικό του συμφέρον επικαλείται η ίδια η αιτούσα με την κρινόμενη αίτησή της, ενώ ουδόλως επικαλείται ούτε και ιστορεί περιστατικά που να δικαιολογούν εξαίρεση από την ανωτέρω ρύθμιση και την επιβολή των δικαστικών εξόδων σε βάρος της καθ’ ης η αίτηση - προς ης η κοινοποίηση, της οποίας μάλιστα η κλήτευση είναι υποχρεωτική και ως εκ τούτου καθίσταται εκ του νόμου διάδικος της παρούσας δίκης ως πρόσωπο προδήλως ενδιαφερόμενο για την εκδοθησόμενη απόφαση. Στο σημείο, δε, αυτό δέον όπως επισημανθεί ότι η κρινόμενη αίτηση δεν υπάγεται στη λειτουργική αρμοδιότητα του Κτηματολογικού Δικαστή, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην ανωτέρω μείζονα σκέψη, καθόσον, κατά τα ιστορούμενα σε αυτήν, η διαγραπτέα ανακοπή δεν έχει καταχωρισθεί στο κτηματολογικό φύλλο του ένδικου ακινήτου. Πρέπει, επομένως, η υπό κρίση αίτηση, κατά το μέρος που κρίθηκε ορισμένη και νόμιμη, να εξεταστεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.

Από την εκτίμηση του συνόλου των εγγράφων, τα οποία νόμιμα προσκομίζει ο αιτών και λαμβάνονται υπόψη στο πλαίσιο της αρχής της ελεύθερης απόδειξης και του ανακριτικού συστήματος που εφαρμόζεται στην παρούσα διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, μερικά από τα οποία μνημονεύονται ειδικότερα στη συνέχεια, χωρίς, ωστόσο, να παραλείπεται κανένα κατά την ουσιαστική εκτίμηση της υπόθεσης (ΟλΑΠ 42/2012 και ΑΠ 1821/2008, αμφότερες δημοσιευμένες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), αποδεικνύονται, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Κατόπιν της διενέργειας δημόσιου εκούσιου πλειστηριασμού, σε εκτέλεση του διατακτικού της υπ’ αριθ. …/2019 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, η οποία επικυρώθηκε με την υπ’ αριθ. …/2021 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών, και δυνάμει της υπ’ αριθ. …/30.9.2022 περίληψης κατακυρωτικής έκθεσης της συμβολαιογράφου Αθηνών …, που νόμιμα μεταγράφηκε στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Αθηνών, στον τόμο … με α.α. …, η αιτούσα αναδείχθηκε υπερθεματίστρια και ως εκ τούτου κατακυρώθηκε υπέρ αυτής, αποκτώντας κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή, το υπ’ αριθ. δεκατέσσερα (14) διαμέρισμα του πέμπτου (ε') εν εσοχή ορόφου, επί πολυώροφης οικοδομής (πολυκατοικίας) ευρισκόμενης στην περιοχή … του Δήμου Αθηναίων, στη θέση «…» (συνοικία ….) και επί της οδού …., αριθ. …. Το ως άνω διαμέρισμα, όπως ήδη εκτέθηκε φέρει τον αριθμό δεκατέσσερα (14) και εμφαίνεται με τα αλφαβητικά στοιχεία α-α'-β'-γ'-δ-ε-ζ-η-θ-ι-Γ-κ'-λ'-μ-ν-ξ-ο-α στο από 18.7.1959 σχεδιάγραμμα του αρχιτέκτονα …., το οποίο είναι προσαρτημένο στο με αριθ. …/ 17.9.1960 συμβόλαιο αγοραπωλησίας του συμβολαιογράφου Αθηνών …., βρίσκεται αριστερά των εισερχόμενων προσώπων στην κύρια είσοδο της πολυκατοικίας, αποτελείται από προθάλαμο, τρία κύρια δωμάτια, διάδρομο, λουτρό, κουζίνα και βεράντα επί της προσόψεως και έχει συνολική επιφάνεια εξήντα (60) τ.μ. Η προμνησθείσα απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, όπως επικυρώθηκε με την απόφαση του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου, εκδόθηκε επί της αγωγής διανομής επίκοινου ακινήτου, με ενάγοντα τον τρίτο -μη διάδικο στην παρούσα δίκη- …….. και εναγόμενη την νυν καθ΄ ης η αίτηση. Τα ως άνω πρόσωπα, ετύγχαναν συγκύριοι κατά ποσοστά 3/8 και 5/8 εξ αδιαιρέτου, αντίστοιχα, πλην όμως λόγω αδυναμίας επίτευξης συμφωνίας στον τρόπο της κοινής εκμετάλλευσης του επίδικου ακινήτου (διαμερίσματος), κατόπιν της ως άνω από 4.6.2018 και με αριθ. …/…/5.6.2018 αγωγής, διατάχθηκε η πώληση του επίδικου ακινήτου, μέσω δημόσιου πλειστηριασμού, όπως και έγινε, κατά τα προλεχθέντα. Ήδη δε, δυνάμει της υπ’ αριθ. …/26.1.2023 έκθεσης βίαιης αποβολής και εγκατάστασης σε ακίνητο, της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, ….., έλαβε χώρα και ολοκληρώθηκε η εκτέλεση (κατ' άρθρ. 943 ΚΠολΔ) που άρχισε με την κοινοποίηση της ως άνω περίληψης της κατακυρωτικής έκθεσης σε αμφότερους τους πρώην συγκυρίους (με τη διευκρίνιση ότι ο καθ’ ου της εκτέλεσης ……. παρέδωσε εκούσια την αναλογούσα σε αυτόν ιδανική μερίδα του επίκοινου ακινήτου) και η νυν αιτούσα εγκαταστάθηκε στο επίδικο διαμέρισμα. Η αιτούσα ήδη με το κατατεθέν δικόγραφο των προτάσεών της, επί της ανοιγείσας δίκης διανομής, προέβαλε τον ισχυρισμό, τον οποίο σημειωτέον επανέφερε στην έκκλητη δίκη και με ειδικό λόγο έφεσης, ότι υφίσταται ουσιώδης πλημμέλεια κατά την περιγραφή του επίκοινου ακινήτου, διότι στο αγωγικό δικόγραφο, καθώς και στην πρωτόδικη απόφαση αναφέρεται ότι το διαμέρισμα φέρει την αρίθμηση ως ιδιοκτησία δεκατέσσερα (14), αντί της ορθής με τον αριθμό δεκατρία (13). Τον δε αυτό ισχυρισμό, περί της πλημμέλειας κατά την περιγραφή του επίκοινου ακινήτου ως προς την αρίθμηση αυτού, επανέλαβε η καθ’ ης η αίτηση και με την διαγραπτέα ανακοπή, η οποία αποτελεί το αντικείμενο της δίκης του παρόντος Δικαστηρίου, δοθέντος ότι με το δικόγραφο της ως άνω ανακοπής κατά του διενεργηθέντος πλειστηριασμού προσέβαλε αφενός, την υπ’ αριθ. …/8.12.2021 έκθεση περιγραφής και εκτίμησης ακινήτου με σκοπό την διανομή δια εκούσιου δημόσιου πλειστηριασμού, του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών, .. …, και αφετέρου την υπ’ αριθ. …/19.9.2022 περίληψη κατακυρωτικής έκθεσης δικαστικού πλειστηριασμού επίκοινου ακινήτου της Συμβολαιογράφου Αθηνών …., καθώς και την υπ’ αριθ. …/20.7.2022 έκθεση δικαστικού πλειστηριασμού της ίδιας ως άνω συμβολαιογράφου, με μοναδικό προβαλλόμενο σφάλμα τον ήδη προταθέντα, κατά τα ανωτέρω, ισχυρισμό περί της αρίθμησης του πλειστηριασθέντος διαμερίσματος. Η δε από 24.10.2022 και με αριθ. καταθ. …/ …/26.10.2022 ανακοπή, έχει προσδιορισθεί να συζητηθεί ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, κατά τη δικάσιμο της 21ης.11.2028, με στοιχεία πινακίου ΟΒΑ/3, ενώ έχει εγγραφεί στα βιβλία διεκδικήσεων του Υποθηκοφυλακείου Αθηνών, στον τόμο ΤΝ5, με α.α. 24. Πλην, όμως, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο με την υπ’ αριθ. …/ 2021 απόφασή του, απέρριψε τον συγκεκριμένο λόγο έφεσης, με την αιτιολογία ότι, σε κάθε περίπτωση, από την περιγραφή του ακινήτου κατά ακριβή θέση, εμβαδόν, εσωτερικούς χώρους και συμμετοχή στις κοινόχρηστες δαπάνες δεν προκαλείται καμία αμφιβολία για την ταυτότητα του ακινήτου, δοθέντος ότι ούτε η ίδια η εκκαλούσα και νυν καθ’ ης η αίτηση, αμφισβήτησε ότι πρόκειται για το επίδικο ακίνητο, στο οποίο η ίδια και ο τρίτος -και μη διάδικος στην παρούσα δίκη- …., ετύγχαναν συγκύριοι. Ενόψει των ανωτέρω, και λαμβανομένων υπόψη των εκτιθέμενων στην υπό στοιχείο II νομική σκέψη της παρούσας, περί της θετικής λειτουργίας του δεδικασμένου, βάσει της οποίας το παρόν Δικαστήριο οφείλει να θέσει ως βάση της απόφασης του το δεδικασμένο που προκύπτει από την απόφαση αυτή (ήτοι, την υπ’ αριθ. …/2021 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία επικυρώθηκε η υπ’ αριθ. …/2019 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών), λαμβάνοντας το ως αμάχητη αλήθεια, έστω και αν η απόφαση είναι εσφαλμένη] (ΑΠ 266/2022, ΑΠ 2028/2014 και ΑΠ 1415/2009, άπασες δημοσιευμένες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), προκύπτει ότι ουδέν σφάλμα υφίσταται στην προκείμενη περίπτωση, ως προς την αρίθμηση του επίδικου διαμερίσματος, συνεπώς τα όσα περί του αντιθέτου ισχυρίζεται η ανακόπτουσα και νυν καθ' ης η αίτηση, με το δικόγραφο της ανωτέρω από 24.10.2022 και με αριθ. καταθ. …/…/ 26.10.2022 ανακοπής της, τυγχάνουν απορριπτέα, ως αβάσιμα, προβαλλόμενα παρελκυστικά και καταλαμβανόμενα από το παραχθέν δεδικασμένο της δίκης επί της ασκηθείσας αγωγής διανομής του επίδικου επίκοινου ακινήτου. Από τα παραπάνω προκύπτει το «φανερά αβάσιμο» της με αριθμό κατάθεσης ΓΑΚ/ΕΑΚ …/…/26.10.2022 ανακοπής, κατά τα διαλαμβανόμενα στην υπό στοιχείο I νομική σκέψη της παρούσας, και είναι πρόδηλο το έννομο συμφέρον της αιτούσας για διαγραφή της εν λόγω ανακοπής από τα βιβλία διεκδικήσεων, η οποία σήμερα είναι πλήρης και αποκλειστική κυρία του ανωτέρω ακινήτου. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή για την αιτούσα ως βάσιμη και κατ’ ουσίαν και να διαταχθεί η διαγραφή της 
ανακοπής από τα βιβλία διεκδικήσεων του Υποθηκοφυλακείου Αθηνών του εν λόγω ακινήτου, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας.

Ε.Κ.