ΑΠ 855/2024, με σχόλιο "Έννοια εργατικού ατυχήματος", από τον Γ.Δ. Βλασσόπουλος

73
2025
02

 

Άρειος Πάγος

(Β2΄ Τμήμα)

Αριθ. 855/2024

 

Πρόεδρος: Ν. Πιπιλίγκας, Αντιπρόεδρος

Εισηγήτρια: Μ. Γιαννακοπούλου, Αρεοπαγίτης

Δικηγόροι: Α. Τίγκας, Α. Γεωργαντίδης

 

Έννοια εργατικού ατυχήματος. Εργατικό ατύχημα αποτελεί η κατά την εκτέλεση ή εξ αφορμής της εργασίας ασθένεια, εφόσον προκλήθηκε από αιφνίδιο και απρόβλεπτο γεγονός και είναι άσχετη με την ιδιοσυστασία και βαθμιαία φθορά του Οργανισμού του παθόντος. Η μετά την εκδήλωση της νόσου απασχόληση υπό τις ίδιες συνθήκες, όπως και προ αυτής, με συνέπεια επιδείνωσή της καθιστούν τις συνθήκες εργασίας εξαιρετικά δυσμενείς και προσδίδουν τον χαρακτήρα βίαιου συμβάντος (κατά την έννοια του νόμου 551/1915, όπως ισχύει).

 

(…) Κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 1, 2 και 3 ν. 551/1915 «περί ευθύνης προς αποζημίωσιν των εξ ατυχήματος εν τη εργασία παθόντων εργατών ή υπαλλήλων» (ΦΕΚ Α 11/ 8.1.1915), που κωδικοποιήθηκε με το β.δ. της 24-7/25.8.1920 (ΦΕΚ Α 191) και διατηρήθηκε σε ισχύ και μετά την εισαγωγή του Αστικού Κώδικα (άρθρο 38 ΕισΝΑΚ), εργατικό ατύχημα, δηλαδή ατύχημα από βίαιο συμβάν το οποίο επήλθε κατά την εκτέλεση της εργασίας ή εξ αφορμής αυτής σε εργάτη ή υπάλληλο των αναφερόμενων στο άρθρο 2 του ίδιου νόμου εργασιών ή επιχειρήσεων, θεωρείται κάθε βλάβη, όπως η σωματική βλάβη ή ασθένεια του εργαζόμενου, η οποία δεν ανάγεται αποκλειστικά στην οργανική ή παθολογική προδιάθεση του παθόντος, αλλά είναι αποτέλεσμα βίαιης και αιφνίδιας επενέργειας εξωτερικού αιτίου, άσχετου προς την ιδιοσυστασία του οργανισμού του και τη βαθμιαία εξασθένηση και φθορά του (ακόμη και αν αυτή οφείλεται στους δυσμενείς μεν, συνηθισμένους όμως και σύμφυτους προς την παροχή της όρους της εργασίας), συνδεομένου δε οπωσδήποτε με την εργασία του λόγω της εμφάνισής του κατά την εκτέλεση ή με αφορμή την εκτέλεση αυτής, ως εκ του ότι, λόγω της εργασίας, δημιουργήθηκαν οι ιδιαίτερες εκείνες πραγματικές συνθήκες και περιστάσεις που ήταν αναγκαίες για την επέλευσή του και οι οποίες δεν θα υπήρχαν χωρίς την εργασία. Τούτο συμβαίνει είτε όταν κατά την εκτέλεση της εργασίας διαμορφώθηκαν εκτάκτως δυσμενείς συνθήκες, που δεν είναι συμφυείς προς του συνηθισμένους όρους παροχής της, είτε όταν η απασχόληση του εργαζόμενου εξακολούθησε, έστω και υπό κανονικές συνθήκες, μετά την εκδήλωση της νόσου, με αποτέλεσμα την επιδείνωσή της, αφού στην τελευταία περίπτωση ο εργοδότης, που οφείλει να ρυθμίζει τα της εργασίας έτσι ώστε να προστατεύεται η ζωή και η υγεία του εργαζόμενου (άρθρο 662 ΑΚ), δεν μπορεί να αξιώσει τη συνέχιση της απασχόλησης του ασθενούντος εργαζόμενου και αν δεν τον θέσει εκτός υπηρεσίας, παρότι γνωρίζει την εκδήλωση της νόσου, οι συνθήκες παροχής της εργασίας του καθίστανται εξαιρετικές και ασυνήθιστα δυσμενείς, προσλαμβάνοντας έτσι τον χαρακτήρα του βίαιου συμβάντος (ΟλΑΠ 937/1975, ΑΠ 961/ 2022, ΑΠ 635/2022, ΑΠ 226/2016, ΑΠ 1424/ 2015). Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 19 του ΚΠολΔ αναίρεση επιτρέπεται αν η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση και ιδίως αν δεν έχει καθόλου αιτιολογίες ή έχει αιτιολογίες αντιφατικές ή ανεπαρκείς σε ζήτημα που ασκεί ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης. Από τη διάταξη αυτή, η οποία αποτελεί κύρωση της παράβασης του άρθρου 93 § 3 εδ. α΄ του Συντάγματος που επιτάσσει ότι κάθε δικαστική απόφαση πρέπει να είναι ειδικά και εμπεριστατωμένα αιτιολογημένη, προκύπτει ότι ο προβλεπόμενος από αυτή λόγος αναίρεσης ιδρύεται όταν στην ελάσσονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού δεν εκτίθενται καθόλου πραγματικά περιστατικά «έλλειψη αιτιολογίας», ή όταν τα εκτιθέμενα δεν καλύπτουν όλα τα στοιχεία που απαιτούνται βάσει του πραγματικού του εφαρμοστέου κανόνα ουσιαστικού δικαίου για την επέλευση της έννομης συνέπειας που απαγγέλθηκε ή την άρνησή της «ανεπαρκής αιτιολογία» ή όταν αντιφάσκουν μεταξύ τους «αντιφατική αιτιολογία» (ΟλΑΠ 2/2022, ΟλΑΠ 2/2019, ΟλΑΠ 9/2016, ΟλΑΠ 15/2006, ΟλΑΠ 1/1999). (…).

Αναιρεί την με αριθμό …/4.2.2020 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Λάρισας.

 


ΣΧΟΛΙΟ

Ένοια εργατικού ατυχήματος

 

Η σχολιαζόμενη απόφαση του Αρείου Πάγου αριθ. 855/2024 προσεγγίζει τεκμηριωμένα και ορθά την σύγχρονη έννοια του εργατικού ατυχήματος (βλ. ενδεικτικά για σχετική θεωρία και νομολογία Δ. Ζερδελή, Ατομικές εργασιακές σχέσεις, σ. 542 επ. Σάκκουλας, 2023). 

Πιο συγκεκριμένα αποδέχεται ότι εργατικό ατύχημα δεν είναι μόνο ένα βίαιο και αιφνίδιο συμβάν κατά την εκτέλεση ή εξ αφορμής της εργασίας, που προκαλεί ανικανότητα του εργαζόμενου για εργασία άνω των τριών ημερών (ν. 551/1915). Ακόμη και η επιδείνωση υπάρχουσας νόσου ή παθήσεως που προκλήθηκε λόγω μη λήψης αναγκαίων μέτρων προφύλαξης του εργαζόμενου κατά την εργασία του μπορεί να συνιστά εργατικό ατύχημα. 

Εν προκειμένω κρίθηκε ότι η συνέχιση απασχόλησης του εργαζόμενου υπό τις ίδιες συνθήκες εργασίας, παρά την εμφάνιση της νόσου, με συνέπεια την επιδείνωσή της  συνιστά βίαιο συμβάν κατά την έννοια του νόμου. Με άλλα λόγια, η βασική υποχρέωση πρόνοιας του εργοδότη  συνεπάγεται μεταξύ άλλων και την ευθύνη λήψης μέτρων εύλογης προσαρμογής του εργασιακού περιβάλλοντος, ώστε ο εργαζόμενος να παρέχει πλέον την εργασία του σε συνθήκες συμβατές με την κατάσταση της υγείας του προς αποφυγή επιδείνωσής της. Ενδεικτικά αναφέρονται ως μέτρα εύλογης, σύμφωνα και με την καλή πίστη (άρθρ. 281 ΑΚ), προσαρμογής η ανάθεση ελαφρότερων καθηκόντων, η αλλαγή πόστου, η εργασία σε εσωτερικό χώρο, η τηλεργασία κ.λπ. Είναι λοιπόν προφανές ότι η  κάτωθι  απόφαση του Αρείου Πάγου συμβάλλει στην παγίωση σχετικής νομολογίας που θα ερμηνεύει τις ούτως ή άλλως δημοσίας τάξεως διατάξεις περί εργατικού ατυχήματος σύμφωνα με το γράμμα, αλλά και με το πνεύμα του νόμου.     

Πέρα λοιπόν από την γραμματική ερμηνεία συνιστάται η προσφυγή και σε τελολογικήερμηνεία. Ειδικότερα: σκοπός της σχετικής νομοθεσίας δεν είναι μόνο η προστασία του εργαζόμενου από τα εργατικά ατυχήματα ή τις επαγγελματικές ασθένειες γενικά και αόριστα. Η προστατευτική έναντι εργατικών ατυχημάτων και επαγγελματικών ασθενειών νομοθεσία (ερειδόμενη στο Σύνταγμα- βλ.ιδίως άρθρ. 21, 2,4,5,25 Σ, αλλά και στην ενωσιακή και διεθνή νομοθεσία, πέραν της εθνικής νομοθεσίας, δηλαδή ιδίως ν. 551/1915,όπως ισχύει) αποσκοπεί στην υπεράσπιση θεμελιωδών κοινωνικών αγαθών,όπως η ζωή και η υγεία, τα οποία δεν συνδέονται μόνο με ιδιωτικά συμφέροντα (εν προκειμένω του εργαζόμενου και του εργοδότη), αλλά και με το καλώς νοούμενο δημόσιο συμφέρον

Και τούτο διότι ένα υγιές και ασφαλές εργασιακό περιβάλλον βελτιώνει και την παραγωγικότητα της εργασίας, ενώ μειώνει τις δημόσιες δαπάνες που συναρτώνται με την κάλυψη των συνεπειών από εργατικά ατυχήματα ή επαγγελματικές ασθένειες.Πολλώ μάλλον, διαφυλάσσει τα κομβικά και απόλυτα κατά το Σύνταγμα αγαθά της υγείας και της ζωής, οπότε η ενίσχυση του προστατευτικού πλαισίου της υγείας ( που είναι ευρύτερη ως έννοια από την υγιεινή, δεδομένου ότι συναρτάται και με την ευεξία,σύμφωνα και με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας- ΠΟΥ) και ασφάλειας στην εργασία ορθά θεωρείται ως κοινωνική επένδυση

Γι’ αυτό, στην έννοια του εργατικού ατυχήματος, περιέχεται το κομβικό στοιχείο της πρόληψης ως κρίσιμο συστατικό του πυρήνα της υποχρέωσης πρόνοιας του εργοδότη (άρθρ. 664 ΑΚ˙ βλ.ενδεικτικά ΑΠ 1293/2013, www. elinyae.gr). Προφανώς λοιπόν η πρόληψη αποκρυσταλλώνεται με θετικές ενέργειες ή και  αποχή από ενέργειες πού μπορεί να προκαλούν άμεσα ή έμμεσα οιασδήποτε μορφής επιδείνωση προϋπάρχουσας νόσου ή πάθησης,  ανεξαρτήτως μάλιστα αν η νόσος ή η  πάθηση προϋπήρχαν από την έναρξη της εργασιακής σχέσης. Η θεώρηση αυτή γίνεται ακόμη πιο επίκαιρη στην παρούσα συγκυρία, όπου οι εργαζόμενοι εκτίθενται σε πολλαπλούς κινδύνους (φυσικούς, χημικούς, βιολογικούς, ψυχοκοινωνικούς κ.α.) εν μέσω μίας εντεινόμενης κλιματικής αλλαγής, που λαμβάνει πλέον τα χαρακτηριστικά κλιματικής κρίσης σε παγκόσμια κλίμακα. Αυτή η κρίση επηρεάζει δραστικά και το εργασιακό περιβάλλον, το οποίο ούτως ή άλλως μεταλλάσσεται σε ψηφιακό με την ταχύτητα της ανάπτυξης των νέων τεχνολογιών με έμφαση στην τεχνητή νοημοσύνη (ΑΙ). Αν λοιπόν αναλογιστούμε τις προκλήσεις που επηρεάζουν στις μέρες μας τις συνθήκες εργασίας διαφοροποιούμενες βεβαίως ανά κλάδο, είδος εργασίας ή αναλόγως και του μεγέθους των επιχειρήσεων (πολυεθνικές, μεγάλες, μικρομεσαίες), πολλώ μάλλον αναφορικά με εργασίες ανθυγιεινές ή επικίνδυνες, καθίσταται ακόμη πιο επίκαιρη και σημαντική η σχολιαζόμενη  απόφαση του Αρείου Πάγου.

 

ΓΕΩΡΓΙΟΣ Δ. ΒΛΑΣΣΟΠΟΥΛΟΣ,

Δικηγόρος – Δ.Ν.