Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών 1795/2024, επιμέλεια Ε. Παπαηλίας

73
2025
02

 

Τριμελές Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών

Αριθ. 1795/2024

 

Δικαστής: Ε. Κριατσιώτη, Πρόεδρος Πρωτοδικών

Εισηγητής: Α. Πλακόπουλος, Πρψτοδίκης

Δικηγόρος: Ε. Λεβαντής

 

Καταλογισμός εισφοράς σε γη και χρήμα. Χαρακτήρας εισφοράς. Πενταετής αποσβεστική προθεσμία είσπραξης. Μη εφαρμογή διάταξης του άρθρου 72 ν.5027/2023. Η επιβολή της εισφοράς σε γη και χρήμα σε ιδιοκτήτες ακινήτων κείμενων σε περιοχές που εντάσσονται σε πολεοδομικό σχέδιο βάσει του ν. 1337/1983 εισπράττεται με τις διατάξεις του ΚΕΔΕ και έχει φορολογικό χαρακτήρα, καθώς αποτελεί μονομερή και υποχρεωτική επιβάρυνση. Μάλιστα αποτελεί δημοτικό έσοδο που αξιοποιείται όχι μόνο για τις δαπάνες βασικών έργων υποδομής, αλλά και για την εκπόνηση πολεοδομικών και άλλων μελετών πράξεων εφαρμογής. Η εισφορά βεβαιούμενη είτε από τις πολεοδομικές υπηρεσίες, είτε από τις οικονομικές υπηρεσίες του εκάστοτε ΟΤΑ εισπράττεται εντός αποσβεστικής προθεσμίας πέντε ετών από της λήξεως του οικονομικού έτους στο οποίο ανάγεται. Κρίσιμο δε χρονικό σημείο για την έναρξη της προθεσμίας συνιστά η κύρωση της πράξης εφαρμογής διότι τότε εκκινεί η προθεσμία καταβολής της εν λόγω εισφοράς, εκτός αν αποδειχθεί από τον οικείο ΟΤΑ η συνδρομή των εξαιρετικών περιπτώσεων του εδαφίου β΄ της § 1 του άρθρου 2 του α.ν. 344/1968 [Άρθρα 1, 9, 12 ν. 1337/1983, 1,2 π.δ. 5/1986, 21 ν. 2508/1997, 2 α.ν. 344/1968, 73 ν. 5027/2023, 275 και 277 ΚΔιοικΔικ, 2 και 25 Σ].

 

(…) 1. Επειδή, για την άσκηση της κρινόμενης προσφυγής καταβλήθηκε το νόμιμο αναλογικό παράβολο …. Με την προσφυγή αυτή ο προσφεύγων επιδιώκει την ακύρωση: α) της με αριθμό μερίδας …/… πράξης επιβολής εισφοράς σε χρήμα, κατ’ άρθρο 9 του ν. 1337/1983, της Προϊσταμένης Διεύθυνσης της Υπηρεσίας Δόμησης και Πολεοδομικών Εφαρμογών του καθ’ ου Δήμου, με την οποία καταλογίστηκε σε βάρος του εισφορά σε χρήμα, ποσού 19.671,99 ευρώ για ακίνητο, συνιδιοκτησίας του σε ποσοστό 28,38%, που βρίσκεται στο Ο.Τ. … (αριθμός οικοπέδου 4) στην πολεοδομική ενότητα 11 (… … Α) εντός των διοικητικών ορίων του καθ΄ ου Δήμου, β) της με αριθμό μερίδας …/… πράξης επιβολής εισφοράς σε χρήμα, κατ’ άρθρο 9 του ν. 1337/1983, του ίδιου ως άνω οργάνου, με την οποία καταλογίστηκε σε βάρος του εισφορά σε χρήμα, ποσού 41.468,42 ευρώ για ακίνητο συνιδιοκτησίας του σε ποσοστό 28,38%, που βρίσκεται στο Ο.Τ. … (αριθμός οικοπέδου 2) στην ίδια ως άνω πολεοδομική ενότητα, γ) των αντίστοιχων εγγραφών του στο χρηματικό κατάλογο του καθ΄ ου Δήμου και δ) του …/22.3.2016 πρακτικού της Επιτροπής Προσδιορισμού Αξίας Ακινήτων χωρικής αρμοδιότητας Ανατολικής Αττικής με Δήμο …, κατ’ άρθρο 1 του π.δ. 5/ 1986, με την οποία προσδιορίστηκε η αξία των ακινήτων, που περιλαμβάνονται σε πράξη εφαρμογής του εγκεκριμένου πολεοδομικού σχεδίου της ανωτέρω πολεοδομικής ενότητας……   
      4. Επειδή, στο άρθρο 1 § 1 του ν. 1337/1983 (Α΄ 33) ορίζεται ότι «Επιτρέπεται, σύμφωνα με τις διατάξεις αυτού του νόμου: α) Η επέκταση εγκεκριμένων σχεδίων πόλεων, καθώς και οικισμών που υπάρχουν πριν από το έτος 1923, β) η ένταξη σε πολεοδομικό σχέδιο και η επέκταση οικισμών μεταγενέστερων του 1923 που στερούνται εγκεκριμένου σχεδίου, γ) …». Επίσης στο άρθρο 9 του ίδιου νόμου, όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο, προβλέπεται ότι: «1. Οι ιδιοκτήτες των ακινήτων που περιλαμβάνονται σε περιοχές ένταξης και επέκτασης κατά το άρθρο 1 του νόμου αυτού και διατηρούνται ή διαμορφώνονται σε νέα ακίνητα, συμμετέχουν με καταβολή χρηματικής εισφοράς στην αντιμετώπιση της δαπάνης για την κατασκευή των βασικών κοινόχρηστων πολεοδομικών έργων … 3. … Η εισφορά αυτή εισπράττεται, σύμφωνα με τις διατάξεις περί εισπράξεως δημόσιων εσόδων, ως έσοδο του οικείου δήμου ή κοινότητας και αποδίδεται σ’ αυτούς κατά μήνα. Το ποσό της εισφοράς αυτής διατίθεται από τους οικείους ΟΤΑ για την εκτέλεση των βασικών κοινοχρήστων πολεοδομικών έργων είτε από τον ίδιο, είτε από εξουσιοδοτημένο από αυτόν φορέα, καθώς και για την εκπόνηση πολεοδομικών μελετών και μελετών πράξεων εφαρμογής. Κάθε διάθεση της εισφοράς αυτής για άλλο σκοπό είναι άκυρη …». Κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων οι διαφορές, που αναφύονται από την προσβολή των πράξεων επιβολής της τακτικής εισφοράς σε χρήμα του άρθρου 9 του ν. 1337/1983 από τον Δήμο σε βάρος των ιδιοκτητών ακινήτων εκτός σχεδίου, τα οποία εντάσσονται σε πολεοδομικό σχέδιο, καθώς και της σχετικής εγγραφής στον βεβαιωτικό (χρηματικό) κατάλογο του Δήμου, έχουν φορολογικό χαρακτήρα. Και τούτο διότι η εισφορά αυτή, η οποία εισπράττεται ως δημοτικό έσοδο, επιβάλλεται μονομερώς και υποχρεωτικά στα ως άνω πρόσωπα όχι μόνο για την αντιμετώπιση της δαπάνης κατασκευής των βασικών κοινόχρηστων πολεοδομικών έργων που απαιτείται να γίνουν στην περιοχή που εντάσσεται στο σχέδιο πόλεως, αλλά και για την εκπόνηση και άλλων πολεοδομικών μελετών και μελετών πράξεων εφαρμογής (βλ. ΣτΕ 1612-1613/2020, πρβλ. ΣτΕ επταμ. 3832/2014, ΣτΕ 1681, 718/2015, 657/ 2004, 3932, 3287/1995).

5. Επειδή, περαιτέρω, σύμφωνα με την § 3 το άρθρο 9 του ν. 1337/1983, όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο, «Η εισφορά σε χρήμα υπολογίζεται με βάση το εμβαδόν της ιδιοκτησίας, όπως αυτή διαμορφώνεται με την πράξη εφαρμογής και την τιμή ζώνης του οικοπέδου κατά το χρόνο κύρωσης της πράξης εφαρμογής. Ως τιμή ζώνης του οικοπέδου για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου νοείται: α) … β) … Για ιδιοκτησίες που στην πράξη εφαρμογής οι ιδιοκτήτες αναγράφονται με ελλιπή στοιχεία ή με την ένδειξη «άγνωστος», ώστε να καθίσταται αδύνατη η βεβαίωση και είσπραξη του ποσού της εισφοράς του άρθρου αυτού, για τον υπολογισμό της εισφοράς, λαμβάνεται υπόψη η οικοπεδική αξία κατά το χρόνο κύρωσης της διορθωτικής πράξης του οικείου νομάρχη. Η εισφορά αυτή βεβαιώνεται από την αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία στο αρμόδιο Δημόσιο Ταμείο (Γραφείο Παρακαταθηκών) που εξυπηρετεί τον δήμο ή την κοινότητα, ενώ για τους δήμους που έχουν δική τους ταμειακή υπηρεσία, η παραπάνω εισφορά βεβαιώνεται απευθείας στην υπηρεσία αυτή, μετά την κύρωση της πράξης εφαρμογής. …». Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 1 του π.δ. 5/1986 (Α΄ 2), όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο, «1. Μετά την κύρωση της πράξης εφαρμογής, σύμφωνα με την § 7 του άρθρου 12 του ν. 1337/1983, επιτροπή προβαίνει στον προσδιορισμό της αξίας των ακινήτων, που περιλαμβάνονται στην πράξη εφαρμογής … 3. Η Επιτροπή … καταρτίζει … έκθεση στην οποία περιγράφεται η κατάσταση των ακινήτων και των συστατικών τους, καθώς και οι τυχόν ιδιαίτερες συνθήκες αυτών και εκτιμάται αιτιολογημένα η αξία τους, η οποία αναγράφεται στις αντίστοιχες στήλες του πίνακα της πράξης εφαρμογής … . Ως χρόνος για τον προσδιορισμό της αξίας του ακινήτου λαμβάνεται ο χρόνος κύρωσης της πράξης εφαρμογής …», ενώ, σύμφωνα με το άρθρο 2 του ίδιου ως άνω π.δ., «1. Μετά την επιστροφή των στοιχείων προσδιορισμού της αξίας των ακινήτων στην αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία, αυτή εκδίδει πράξεις επιβολής της εισφοράς σε χρήμα, για κάθε κύριο ακινήτου που εμπίπτει στην περιοχή ένταξης ή επέκτασης, όπως φαίνεται στον πίνακα της πράξης εφαρμογής. 2 … 6. Αν ο κύριος του ακινήτου είναι άγνωστος η σχετική πράξη επιβολής εισφοράς και τα στοιχεία που τη συνοδεύουν κοινοποιούνται στον οικείο Δήμο ή Κοινότητα, για τη διενέργεια περαιτέρω έρευνας εξακρίβωσης τούτου. Όταν εξακριβωθεί ο κύριος του ακινήτου εκδίδεται νέα πράξη επιβολής εισφοράς». Εξάλλου, στην § 3 του άρθρου 21 του ν. 2508/1997 (Α΄ 124) ορίζεται ότι η εισφορά σε χρήμα μπορεί να βεβαιώνεται απευθείας από τα αρμόδια όργανα του οικείου ΟΤΑ αντί της πολεοδομικής υπηρεσίας. Τέλος, στο άρθρο 2 του α.ν. 344/1968 (Α΄ 71), όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο εν προκειμένω χρόνο, πριν την κατάργησή του με το άρθρο 73 § 1 του ν. 5027/ 2023 (A’ 48/2.3.2023), ορίζεται ότι: «1. Η βεβαίωσις φόρων, τελών, δικαιωμάτων, εισφορών ... ενεργείται υπό των δήμων και κοινοτήτων εντός αποσβεστικής προθεσμίας πέντε ετών από της λήξεως του οικονομικού έτους, εις ο ανάγονται. Κατ’ εξαίρεση είναι δυνατή η βεβαίωση μετά την πάροδο της παραπάνω προθεσμίας αν: α) είναι άγνωστος ο υπόχρεος, β) έχει ακυρωθεί μετά την πάροδο της πενταετίας η φορολογική εγγραφή για το λόγο ότι ο υπόχρεος δεν έλαβε γνώση της εγγραφής, γ) η βεβαίωση έγινε σε πρόσωπο που δεν έχει μερική ή ολική φορολογική υποχρέωση και δ) η βεβαίωση έγινε για οικονομικό έτος διάφορο από αυτό που αφορά η φορολογική υποχρέωση. 2. …».

6. Επειδή, η αρχή της ασφάλειας του δικαίου, η οποία απορρέει από την αρχή του κράτους δικαίου και ιδίως από τις διατάξεις των άρθρων 2 § 1 και 25 § 1 εδ. α΄ του Συντάγματος [πρβλ. ΑΕΔ 14/2013, ΟλΣτΕ 2034/2011, ΣτΕ 640/2015, 4731/2014, κ.ά. βλ. και το ν. 4048/2012 «Ρυθμιστική Διακυβέρνηση: Αρχές, Διαδικασίες και Μέσα Καλής Νομοθέτησης», Α΄ 34, στο άρθρο 2 § 1 του οποίου προβλέπεται ότι μεταξύ των αρχών καλής νομοθέτησης περιλαμβάνεται, μεταξύ άλλων, η ασφάλεια δικαίου (περ. η)] και ειδικότερη εκδήλωση της οποίας αποτελεί η αρχή της προστατευόμενης εμπιστοσύνης του διοικουμένου (πρβλ. ΑΕΔ 11/2003, ΟλΣτΕ 2034/ 2011, 640/2015, 4731/2014 3777/2008 κ.ά.), επιβάλλει, ιδίως, τη σαφήνεια και την προβλέψιμη εφαρμογή των εκάστοτε θεσπιζομένων κανονιστικών ρυθμίσεων (πρβλ. ΣτΕ επταμ. 2811/2012, ΣτΕ 144,1976/2015) και πρέπει να τηρείται με ιδιαίτερη αυστηρότητα, όταν πρόκειται για διατάξεις που μπορούν να έχουν σοβαρές οικονομικές επιπτώσεις στους ενδιαφερόμενους, όπως είναι οι διατάξεις που προβλέπουν την επιβολή επιβαρύνσεων υπό την μορφή φόρων, τελών και εισφορών (πρβλ. ΣτΕ 1623/2016, 144, 1976/ 2015, επίσης ΔΕΕ, αποφάσεις της 2.6.2016, C-81/15, Καπνοβιομηχανία Καρέλια Α.Ε. κατά Υ­πουργού Οικονομικών, EU:C:2016:398, σκέψη 45, της 3.9.2015, C-384/14, Établissement natio­nal des produits de l’ agriculture et de la mer (FranceAgriMer) κατά Sodiaal Internatio­nal SA, EU:C:2016:316, σκέψη 30). Συνακόλουθα, για την επιβολή επιβαρύνσεων, υπό την μορφή φόρων, τελών και εισφορών απαιτείται να προβλέπεται προθεσμία, μετά την πάροδο της οποίας να μην είναι πλέον δυνατή η επιβολή εις βάρος του διοικουμένου της σχετικής οικονομικής επιβαρύνσεως. Η προθεσμία δε αυτή, η οποία, προκειμένου να εκπληρώνει τη συνιστάμενη στη διασφάλιση της αρχής ασφάλειας δικαίου, που εξυπηρετεί σκοπούς δημοσίου συμφέροντος, λειτουργία της, πρέπει να ορίζεται εκ των προτέρων και να μην εξαρτάται από ενέργειες δημοσίας αρχής, να έχει δε εύλογη διάρκεια, δηλαδή να συνάδει προς την αρχή της αναλογικότητας (πρβλ. ΔΕΕ απόφαση της 17.9. 2014, C-341/13, Cruz & Companhia Lda κατά Instituto de Financiamento da Agricultura e Pescas, IP (IFAP), EU:C:2014:2230, σκέψεις 62 και 65), και η διάρκεια αυτή να είναι επαρκώς προβλέψιμη από τον διοικούμενο. Αυτά δε προς τον σκοπό να μην αφήνονται οι διοικούμενοι έκθετοι αφενός μεν σε μακρά περίοδο ανασφάλειας δικαίου -που αποτελεί παράγοντα αποτρεπτικό για τον προγραμματισμό και την ανάπτυξη οικονομικών δραστηριοτήτων, με ιδιαίτερα δυσμενείς επιπτώσεις για την ανάπτυξη και, γενικότερα, την εθνική οικονομία, ιδιαιτέρως μάλιστα σε περιόδους οικονομικής κρίσεως, σε βλάβη του δημοσίου συμφέροντος- και αφετέρου στον κίνδυνο να μην είναι πλέον σε θέση, μετά την παρέλευση μακρού χρόνου από το γεγονός που γεννά την σχετική οικονομική υποχρέωση, να αντιμετωπίσουν τις προκύπτουσες οικονομικές υποχρεώσεις, είτε οι ίδιοι είτε, πολύ περισσότερο, οι αναλαβόντες, κατά νόμο, συνεπεία κληρονομικής ή οιονεί καθολικής διαδοχής (πιθανής σε περίπτωση που ο χρόνος για την απόσβεση της υποχρεώσεως είναι μεγάλος ή αβέβαιος), τις υποχρεώσεις τους από φόρους, τέλη και εισφορές και γ) να μην αφήνεται το Δημόσιο, ο ΟΤΑ ή άλλο νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου έκθετο στον κίνδυνο αδυναμίας είσπραξης τυχόν βεβαιουμένων, μετά την πάροδο μακρού χρόνου από την γένεση των σχετικών υποχρεώσεων, ποσών φόρων, τελών και εισφορών, λόγω της ενδεχομένως εν τω μεταξύ επελθούσης επιδεινώσεως της οικονομικής καταστάσεως των διοικουμένων (πρβλ. ΣτΕ επταμ. 1623/2016, ΣτΕ 1976/2015), δεδομένου, άλλωστε, ότι μόνον με την είσπραξη των φόρων, τελών και εισφορών επιτυγχάνεται ο επιδιωκόμενος με την πρόβλεψή τους σκοπός, δηλαδή η κάλυψη των δαπανών που απαιτούνται για την επίτευξη των επιδιωκομένων δημοσίων σκοπών (πρβλ. ΟλΣτΕ 1738/2017).

7. Επειδή, ενόψει των ανωτέρω και κατά τα προεκτεθέντα στη σκέψη 4 ως προς τον εν γένει φορολογικό χαρακτήρα της εισφοράς σε χρήμα του άρθρου 9 του ν. 1337/1983, πρέπει να γίνει δεκτό ότι το δικαίωμα του οικείου Δήμου να επιβάλει την εισφορά αυτή σε βάρος των ιδιοκτητών ακινήτων εκτός σχεδίου, που εντάσσονται στο σχέδιο πόλεως, υπόκειται στην πενταετή αποσβεστική προθεσμία που προβλέπεται στην παρατεθείσα στη σκέψη 4 διάταξη της § 1 του άρθρου 2 του α.ν. 344/1968. Και τούτο διότι, δεν είναι επιτρεπτή, βάσει των συνταγματικών αρχών που αναφέρθηκαν στην προηγούμενη σκέψη, η νομοθετική θέσπιση μιας οικονομικής υποχρέωσης του διοικούμενου προς το Δήμο χωρίς παράλληλα να υπάρχει εκ των προτέρων ορισμένη, βέβαιη και εύλογη προθεσμία, εντός της οποίας να μπορεί να επιβληθεί εις βάρος του η σχετική οικονομική επιβάρυνση (βλ. ΣτΕ 1612-1613/2020). Δεδομένου δε, ότι, σύμφωνα με τις εκτεθείσες στη σκέψη 5 διατάξεις του ν. 1337/1983 και του π.δ. 5/1986, ως χρόνος για τον προσδιορισμό της αξίας των ακινήτων, προκειμένου να εκδοθεί η προβλεπόμενη πράξη επιβολής εισφοράς σε χρήμα, λαμβάνεται ο χρόνος κύρωσης της πράξης εφαρμογής, στον χρόνο αυτόν ανάγεται, κατά λογική αναγκαιότητα, και η έναρξη της προθεσμίας για την επιβολή της εισφοράς. Συνεπώς, η πενταετής αποσβεστική προθεσμία της § 1 του άρθρου 2 του α.ν. 344/1968 για την έκδοση της πράξης επιβολής της εισφοράς αυτής και, περαιτέρω, για την εν ευρεία εννοία βεβαίωσή της από τον αρμόδιο ΟΤΑ, η διάρκεια της οποίας είναι εύλογη, αρχίζει από το τέλος του έτους κατά το οποίο κυρώθηκε η πράξη εφαρμογής, εκτός αν ο αρμόδιος για την έκδοση και βεβαίωση της εισφοράς ΟΤΑ επικαλεστεί και αποδείξει ότι συντρέχουν οι εξαιρετικές περιπτώσεις του εδαφίου β΄ της § 1 του άρθρου 2 του α.ν. 344/1968, εξαιτίας των οποίων δεν ήταν εφικτή η έκδοση πράξης επιβολής της εισφοράς και η εν ευρεία εννοία βεβαίωσή της εντός της ως άνω προθεσμίας (βλ. ΣτΕ 1612-1613/2020, πρβλ. ΣτΕ 3286/1995). Αντίθετη εκδοχή, σύμφωνα με την οποία η έναρξη της πενταετούς προθεσμίας για την επιβολή της εισφοράς εξαρτάται από την έναρξη των εργασιών για την υλοποίηση της πράξης εφαρμογής, δηλαδή από μη σαφώς προβλέψιμο εκ των προτέρων χρονικό σημείο, θα είχε ως συνέπεια η κατάσταση του διοικουμένου να τίθεται επ' αόριστον εν αμφιβόλω, γεγονός που, ενόψει των εκτεθέντων στην προηγούμενη σκέψη, είναι αντίθετο στις συνταγματικές αρχές της ασφάλειας δικαίου, του κράτους δικαίου και της προστατευόμενης εμπιστοσύνης του διοικουμένου (βλ. ΣτΕ 1612-1613/2020).

8. Επειδή, στην προκείμενη περίπτωση, από τα στοιχεία του φακέλου της δικογραφίας, προκύπτουν τα εξής: Με την αριθ. ΠΕ.ΧΩ. οικ4324/Φεντ.εγκρ./05/14.7.2005 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Αττικής (Δ΄ 764/25.7.2005) εγκρίθηκε η πολεοδομική μελέτη της ένταξης της πολεοδομικής ενότητας 11 (… … Α) στο πολεοδομικό σχέδιο του Δήμου … του νομού Αττικής. Με την …/… απόφαση του Νομάρχη Ανατολικής Αττικής κυρώθηκε η πράξη εφαρμογής της ως άνω πολεοδομικής μελέτης, η οποία μεταγράφηκε στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου … στις … (τόμος … και αριθμός …). …. Ακολούθως, κατόπιν του …/…/… εγγράφου που απέστειλε ο καθ’ ου Δήμος, η Επιτροπή Προσδιορισμού Αξίας Ακινήτων χωρικής αρμοδιότητας Ανατολικής Αττικής με Δήμο …, η οποία συγκροτήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 1 του π.δ. 5/1986, προχώρησε, με το 4/22.3.2016 πρακτικό της, στον προσδιορισμό της αξίας των ακινήτων που περιλαμβάνονται στην πράξη εφαρμογής της εγκεκριμένης πολεοδομικής μελέτης της πολεοδομικής ενότητας «… … Α» του Δήμου …. Κατόπιν τούτων, εκδόθηκαν από την Προϊσταμένη Διεύθυνσης της Υπηρεσίας Δόμησης και Πολεοδομικών Εφαρμογών του καθ’ ου Δήμου: α) η με αριθμό μερίδας …/… πράξη επιβολής εισφοράς σε χρήμα, με την οποία καταλογίστηκε σε βάρος του προσφεύγοντος εισφορά σε χρήμα, ποσού 19.671,99 ευρώ για το με αριθμό 4 οικόπεδο, που βρίσκεται στο Ο.Τ. … στην επίμαχη πολεοδομική ενότητα του καθ΄ ου Δήμου και β) η με αριθμό μερίδας …/… πράξη επιβολής εισφοράς σε χρήμα, με την οποία καταλογίστηκε σε βάρος του προσφεύγοντος εισφορά σε χρήμα, ποσού 41.468,42 ευρώ για το με αριθμό 2 οικόπεδο, που βρίσκεται στο Ο.Τ. … στην ίδια πολεοδομική ενότητα. Για τις οφειλές δε αυτές ο προσφεύγων ενεγράφη στο χρηματικό κατάλογο του καθ’ ου Δήμου και ενημερώθηκε με την κοινοποίηση της από … ειδοποίησης εισφοράς σχεδίου πόλης.

9. Επειδή, με την κρινόμενη προσφυγή, όπως συμπληρώνεται με τα νομίμως κατατεθέντα στις 17.12.2021 και 29.9.2023 υπομνήματα, ο προσφεύγων ζητεί την ακύρωση των ένδικων πράξεων επιβολής εισφοράς σε χρήμα και των αντίστοιχων εγγραφών του στο χρηματικό κατάλογο του καθ’ ου Δήμου για την οφειλή του αυτή, προβάλλοντας, μεταξύ άλλων, ότι το δικαίωμα του καθ’ου Δήμου να επιβάλει εισφορά σε χρήμα για τα επίμαχα ακίνητα έχει αποσβεσθεί, διότι, κατά τον χρόνο έκδοσης των προσβαλλόμενων πράξεων επιβολής εισφοράς σε χρήμα στις 6.6.2018, είχε ήδη παρέλθει η πενταετής αποσβεστική προθεσμία του άρθρου 2 § 1 του α.ν. 344/1968, η οποία εκκίνησε στις 31.12.2010, ήτοι από τη λήξη του έτους εντός του οποίου κυρώθηκε η πράξη εφαρμογής της πολεοδομικής μελέτης της πολεοδομικής ενότητας «… … Α» του Δήμου …, με την …/… απόφαση του Νομάρχη Ανατολικής Αττικής, και έληξε στις 31.12.2015. Αντίθετα, ο καθ’ ου Δήμος, με την …/… έκθεση απόψεών του, όπως συμπληρώνεται με τα νομίμως κατατεθέντα στις 17.12.2021 και στις 25.11.2022 υπομνήματα, ζητεί την απόρριψη της προσφυγής ως αβάσιμης, προβάλλοντας ότι είχε τη δυνατότητα να προχωρήσει στην έκδοση των ένδικων πράξεων επιβολής εισφοράς σε χρήμα και στην εν ευρεία εννοία βεβαίωσή τους μετά την πάροδο της πενταετούς αποσβεστικής προθεσμίας, κατ’ άρθρο 2 § 1 εδ. β΄ περ. β΄ του α.ν. 344/1968, καθώς οι αρχικές πράξεις επιβολής εισφοράς σε χρήμα και οι αντίστοιχες εγγραφές του προσφεύγοντος στο χρηματικό κατάλογό του είχαν ακυρωθεί, μετά την πάροδο της πενταετίας, με την αιτιολογία ότι ο προσφεύγων δεν έλαβε γνώση αυτών λόγω των πολλών αντιδικιών που είχαν δημιουργηθεί από την πλευρά του με τον διάδικο Δήμο και τους περίοικους.

10. Επειδή, σύμφωνα με όσα έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά στην σκέψη 7 της παρούσας, το δικαίωμα του οικείου Δήμου να επιβάλει την εισφορά σε χρήμα του άρθρου 9 του ν. 1337/1983 σε βάρος των ιδιοκτητών ακινήτων εκτός σχεδίου, που εντάσσονται στο σχέδιο πόλεως, και, περαιτέρω, να προβεί στην εν ευρεία εννοία βεβαίωσή της, υπόκειται στην πενταετή αποσβεστική προθεσμία της § 1 του άρθρου 2 του α.ν. 344/1968 και αρχίζει από το τέλος του έτους εντός του οποίου κυρώθηκε η πράξη εφαρμογής. Στην προκείμενη περίπτωση, ….. η πενταετής αποσβεστική προθεσμία του δικαιώματος επιβολής της ένδικης εισφοράς σε χρήμα και εν ευρεία εννοία βεβαίωσής της που είχε ο καθ' ου Δήμος, εκκίνησε κατά τη λήξη του έτους, εντός του οποίου κυρώθηκε η ανωτέρω πράξη εφαρμογής, ήτοι στις 31.12.2010, και συμπληρώθηκε στις 31.12.2015. Συνεπώς, κατά το χρόνο έκδοσης των προσβαλλόμενων πράξεων (το έτος 2018), το δικαίωμα του Δημοσίου να επιβάλει τις ένδικες εισφορές σε χρήμα και να προχωρήσει στην εν ευρεία εννοία βεβαίωσή τους είχε ήδη αποσβεστεί λόγω άπρακτης παρέλευσης της σχετικής πενταετούς προθεσμίας του άρθρου 2 § 1 εδ. α΄ του α.ν. 344/1968, όπως βασίμως προβάλλει ο προσφεύγων. Εξάλλου, ο καθ’ ου Δήμος δεν απέδειξε, αν και έφερε το σχετικό βάρος (πρβλ. ΔΕφΑθ 269/2021), τον ισχυρισμό του περί συνδρομής της περίπτωσης β΄ του εδαφίου β΄ της § 1 του άρθρο 2 του α.ν. 344/1968, η οποία θα δικαιολογούσε την επιβολή των ένδικων εισφορών και την εν ευρεία εννοία βεβαίωσή τους και μετά την πάροδο της πενταετούς αποσβεστικής προθεσμίας, καθώς δεν προσκόμισε κανένα στοιχείο από το οποίο να προκύπτει ότι οι αρχικά εκδοθείσες πράξεις επιβολής εισφοράς σε χρήμα και οι αντίστοιχες εγγραφές του προσφεύγοντος στον οικείο χρηματικό κατάλογο είχαν ακυρωθεί, μετά την πάροδο της πενταετίας, λόγω του γεγονότος ότι ο τελευταίος δεν είχε λάβει γνώση αυτών. Επομένως, τόσο οι με αριθμό μερίδας …/… και …/… πράξεις επιβολής εισφοράς σε χρήμα, όσο και οι ερειδόμενες επί αυτών εγγραφές του προσφεύγοντος στον χρηματικό κατάλογο του καθ’ ου Δήμου παρίστανται, για τον ως άνω λόγο, μη νόμιμες και ακυρωτέες, παρέλκει δε ως αλυσιτελής η εξέταση των λοιπών λόγων της προσφυγής.

11. Επειδή, κατ’ ακολουθίαν, η κρινόμενη προσφυγή πρέπει να γίνει δεκτή και να ακυρωθούν: α) η με αριθμό μερίδας …/… πράξη επιβολής εισφοράς σε χρήμα της Προϊσταμένης Διεύθυνσης της Υπηρεσίας Δόμησης και Πολεοδομικών Εφαρμογών του καθ’ ου Δήμου, με την οποία καταλογίστηκε σε βάρος του προσφεύγοντος εισφορά σε χρήμα, ποσού 19.671,99 ευρώ για το οικόπεδο με αριθμό 4, συνιδιοκτησίας του σε ποσοστό 28,38%, που βρίσκεται στο Ο.Τ. … στην πολεοδομική ενότητα 11 (… … Α) εντός των διοικητικών ορίων του καθ΄ ου Δήμου, β) η με αριθμό μερίδας …/… πράξη επιβολής εισφοράς σε χρήμα του ίδιου ως άνω οργάνου, με την οποία καταλογίστηκε σε βάρος του προσφεύγοντος εισφορά σε χρήμα, ποσού 41.468,42 ευρώ για το οικόπεδο με αριθμό 2, συνιδιοκτησίας του σε ποσοστό 28,38%, που βρίσκεται στο Ο.Τ. … στην ίδια ως άνω πολεοδομική ενότητα και γ) οι εγγραφές του τελευταίου στο χρηματικό κατάλογο του καθ’ ου Δήμου για τις εν λόγω οφειλές. Τέλος, πρέπει να αποδοθεί στον προσφεύγοντα το καταβληθέν παράβολο, κατ’ άρθρο 277 § 9 του ΚΔιοικΔικ, κατ’ εκτίμηση, όμως, των περιστάσεων της ένδικης υπόθεσης, να απαλλαγεί ο καθ’ ου η προσφυγή Δήμος από τα δικαστικά έξοδα του προσφεύγοντος, κατ’ άρθρο 275 § 1 του ίδιου Κώδικα.

ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΠΑΠΑΗΛΙΑΣ