ΔΕΕ C-481/23/10.4.2025 (επιμέλεια Δ. Αρβανίτης)
Απόφαση Δικαστηρίου της 10.4.2025
(Πέμπτο Τμήμα)
Υπόθεση “Sangas”*
(C-481/23)
Πρόεδρος: M. L. Arastey Sahún, Πρόεδρος Τμήματος
Μέλη: Δ. Γρατσίας, E. Regan (Εισηγητής), J. Passer και B. Smulders, Δικαστές
Γενικός Εισαγγελέας: J. Richard de la Tour
Η δικαστική αρχή εκτέλεσης ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης [ΕΕΣ] δεν μπορεί να αρνηθεί να το εκτελέσει παρ’ όλον ότι ο εκζητούμενος διαμένει, είναι υπήκοος ή κάτοικος του κράτους μέλους εκτέλεσης του ΕΕΣ και τούτο δεσμεύεται να εκτελέσει την ποινή ή το μέτρο ασφαλείας σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο, στην περίπτωση που το εν λόγω ένταλμα σύλληψης δεν έχει εκδοθεί προς τον σκοπό της εκτέλεσης ποινής ή μέτρου ασφαλείας στερητικών της ελευθερίας. Περαιτέρω, όταν οι αξιόποινες πράξεις στις οποίες αφορά το ΕΕΣ δεν υπάγονται στη δικαιοδοσία του κράτους μέλους εκτέλεσής του, η δικαστική αρχή εκτέλεσης δεν μπορεί να αρνηθεί να το εκτελέσει ακόμη και στην περίπτωση που η ποινική δίωξη ή η ποινή θα είχαν παραγραφεί κατά τη νομοθεσία τούτου (Άρθρο 4 σημ. 4, 6 Απόφασης-Πλαίσιο 2002/584/ΔΕΥ [: Άρθρο 12 § 1 περ. ε΄, ζ΄ ν. 3251/2004 **]).
(…)
Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα
8. Με απόφαση της 21ης Φεβρουαρίου 2022, στην οποία παρασχέθηκαν διευκρινίσεις με διάταξη της 3ης Μαρτίου 2022 (στο εξής: απόφαση της 21ης Φεβρουαρίου 2022), το Audiencia Nacional (ανώτερο ειδικό δικαστήριο, Ισπανία) καταδίκασε τον JMTB (στο εξής: κατηγορούμενος), Ισπανό υπήκοο ο οποίος κατοικεί στη Ρουμανία, ως ένοχο, από κοινού με άλλα πρόσωπα, για τρία φορολογικά αδικήματα, καθώς και για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Αφενός, όσον αφορά καθένα από τα ανωτέρω φορολογικά αδικήματα, ο κατηγορούμενος καταδικάστηκε σε φυλάκιση δύο ετών, καθώς και σε πρόστιμο 23 εκατομμυρίων ευρώ για το οικονομικό έτος 2011, σε πρόστιμο 135 εκατομμυρίων ευρώ για το οικονομικό έτος 2012 και σε πρόστιμο 140 εκατομμυρίων ευρώ για το οικονομικό έτος 2013, πέραν των παρεπόμενων ποινών. Αφετέρου, για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες καταδικάστηκε σε εξαετή φυλάκιση και σε πρόστιμο 54 εκατομμυρίων ευρώ.
9. Οι πράξεις στις οποίες στηρίχθηκε η καταδίκη του κατηγορουμένου συνίσταντο, κατ’ ουσίαν, στη σύσταση πλειόνων εταιριών στην Ισπανία, υπό τη διεύθυνση εντολοδόχων που ενεργούσαν ως φαινομενικοί διαχειριστές, με σκοπό την αποφυγή της καταβολής στην Ισπανία, για τα οικονομικά έτη 2011 έως 2013, του φόρου προστιθεμένης αξίας (ΦΠΑ) επί της πώλησης υδρογονανθράκων, συνολικού ύψους άνω των 100 εκατομμυρίων ευρώ.
10. Όταν έγινε γνωστό ότι ο κατηγορούμενος άσκησε αναίρεση κατά της απόφασης της 21ης Φεβρουαρίου 2022, απαγορεύτηκε η μετάβασή του στη Ρουμανία. Εντούτοις, μετά τον εντοπισμό του κατηγορουμένου στα κροατικά σύνορα με κατεύθυνση προς τη Ρουμανία, το αιτούν δικαστήριο εξέδωσε, στις 6 Απριλίου 2022, απόφαση κατά του κατηγορουμένου, διατάσσοντας την αναζήτηση, τη σύλληψη και την προσωρινή κράτησή του, συνοδευόμενη από ευρωπαϊκό και διεθνές ένταλμα σύλληψης (στο εξής: απόφαση της 6ης Απριλίου 2022).
11. Με έγγραφο της 4ης Απριλίου 2023, το Curtea de Apel Alba Iulia (εφετείο Alba Iulia, Ρουμανία) διαβίβασε αντίγραφο της απόφασης με την οποία αρνήθηκε την εκτέλεση του ως άνω ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης.
12. Από την απόφαση αυτή προκύπτει ασφαλώς ότι δεν συνέτρεχε κανένας από τους προβλεπόμενους στο άρθρο 3 της απόφασης-πλαισίου 2002/584 λόγους υποχρεωτικής μη εκτέλεσης του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης που είχε εκδοθεί κατά του κατηγορουμένου. Εντούτοις, όσον αφορά τους λόγους προαιρετικής μη εκτέλεσης που προβλέπονται στο άρθρο 4 της εν λόγω απόφασης-πλαισίου, το Curtea de Apel Alba Iulia (εφετείο Alba Iulia) διαπίστωσε, αφενός, ότι ο κατηγορούμενος είχε προσκομίσει δικαιολογητικά που πιστοποιούσαν συνεχή και νόμιμη διαμονή στη ρουμανική επικράτεια για χρονικό διάστημα τουλάχιστον πέντε ετών και, αφετέρου, ότι είχε δηλώσει ότι δεν επιθυμούσε να παραδοθεί στις ισπανικές δικαστικές αρχές, γεγονός που ισοδυναμούσε με άρνηση εκτέλεσης της ποινής στο κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος, με αποτέλεσμα να συντρέχει λόγος που να δικαιολογεί την άρνηση παράδοσης του ενδιαφερομένου.
13. Εξάλλου, το Curtea de Apel Alba Iulia (εφετείο Alba Iulia) έκρινε ότι τα αδικήματα για τα οποία ο κατηγορούμενος είχε καταδικαστεί σε πρώτο βαθμό από τη δικαστική αρχή έκδοσης του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης ορίζονται στο ισπανικό δίκαιο ως αδικήματα φοροδιαφυγής και νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, τα οποία επισύρουν ποινές φυλάκισης τριών έως δέκα ετών και, ως εκ τούτου, σε περίπτωση που οι επίμαχες πράξεις ανάγονταν στην αρμοδιότητα των ρουμανικών δικαστικών αρχών, η προθεσμία παραγραφής του αξιοποίνου για παρόμοια αδικήματα θα ήταν δέκα έτη από την ημερομηνία της τελευταίας πράξης ή παράλειψης.
14. Ειδικότερα, το Curtea de Apel Alba Iulia (εφετείο Alba Iulia), αφού επισήμανε ότι τα τρία αδικήματα φοροδιαφυγής για τα οποία καταδικάστηκε ο κατηγορούμενος είχαν διαπραχθεί κατά τα οικονομικά έτη 2011 έως 2013, συνήγαγε εξ αυτού ότι η προθεσμία παραγραφής είχε αρχίσει να τρέχει το αργότερο στις 31 Δεκεμβρίου 2013. Εκτιμώντας περαιτέρω ότι, από την τέλεση των τριών αυτών αδικημάτων και εφεξής, δεν μεσολάβησε λόγος διακοπής της προθεσμίας παραγραφής του αξιοποίνου, το Curtea de Apel Alba Iulia (εφετείο Alba Iulia) κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η προθεσμία αυτή είχε συμπληρωθεί.
15. Το αιτούν δικαστήριο, λαμβανομένης υπόψη της ως άνω απόφασης, παρατηρεί ότι, προκειμένου να αρνηθεί την παράδοση του κατηγορουμένου, το Curtea de Apel Alba Iulia (εφετείο Alba Iulia) δέχθηκε ότι συνέτρεχαν δύο λόγοι προαιρετικής μη εκτέλεσης του επίμαχου στην κύρια δίκη ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, οι οποίοι αφορούσαν, αφενός, την παραγραφή της ποινικής δίωξης βάσει του ρουμανικού δικαίου και, αφετέρου, την κατοικία του κατηγορουμένου στη Ρουμανία.
16. Όσον αφορά όμως την παραγραφή της ποινικής δίωξης βάσει του ρουμανικού δικαίου, το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι η απόφαση περί άρνησης παράδοσης του κατηγορουμένου εκδόθηκε κατ’ εφαρμογήν των κανόνων του ρουμανικού δικαίου περί παραγραφής των αδικημάτων, ενώ όλες οι επίμαχες στην κύρια δίκη πράξεις είχαν τελεστεί στην Ισπανία και συνιστούσαν αδικήματα φοροδιαφυγής εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων του Βασιλείου της Ισπανίας, γεγονός που συνεπάγεται ότι οι ρουμανικές δικαστικές αρχές ουδόλως είναι αρμόδιες να αποφανθούν επί των αδικημάτων αυτών και, ως εκ τούτου, δεν μπορούν να επικαλεστούν το άρθρο 4 σημ. 4 της απόφασης-πλαισίου 2002/584.
17. Όσον αφορά την κατοικία του κατηγορουμένου στη Ρουμανία, το αιτούν δικαστήριο σημειώνει ότι το άρθρο 4 σημ. 6 της απόφασης-πλαισίου 2002/584 επιτρέπει την άρνηση παράδοσης του εκζητούμενου προσώπου μόνον εφόσον πληρούνται σωρευτικώς τρεις προϋποθέσεις, ήτοι, πρώτον, το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης έχει εκδοθεί προς τον σκοπό της εκτέλεσης ποινής ή μέτρου ασφαλείας στερητικών της ελευθερίας, δεύτερον, το οικείο πρόσωπο διαμένει στο κράτος μέλος εκτέλεσης, είναι υπήκοος ή κάτοικός του και, τρίτον, το κράτος εκτέλεσης δεσμεύεται να εκτελέσει την ποινή ή το μέτρο ασφαλείας σύμφωνα με το εσωτερικό του δίκαιο. Όμως, δεν πληρούται εν προκειμένω η πρώτη από τις εν λόγω προϋποθέσεις, καθότι ο κατηγορούμενος καταδικάστηκε μόνον σε πρώτο βαθμό και εκκρεμεί αναίρεση κατά της καταδικαστικής απόφασης. Επιπλέον, ακόμη και αν υποτεθεί ότι ο κατηγορούμενος θεωρείται κάτοικος Ρουμανίας, η άρνηση παράδοσής του δεν συνοδεύτηκε από καμία δέσμευση των ρουμανικών αρχών να εκτελέσουν στη Ρουμανία την ποινή, που θα μπορούσε να επιβληθεί αμετάκλητα στον ενδιαφερόμενο.
18. Κατά το αιτούν δικαστήριο, μια τέτοια άρνηση δεν δικαιολογείται υπό το πρίσμα της νομολογίας του Δικαστηρίου που απορρέει από την απόφαση της 31ης Ιανουαρίου 2023, Puig Gordi κ.λπ. (C‑158/21, EU:C:2023:57). Συγκεκριμένα, όπως προκύπτει, κατ’ ουσίαν, από τις σκέψεις 75 και 76 της απόφασης αυτής, το να γίνει δεκτό ότι ένα κράτος μέλος μπορεί να προσθέσει στους λόγους μη εκτέλεσης ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης που προβλέπονται στα άρθρα 3, 4 και 4α της απόφασης-πλαισίου 2002/584 και άλλους λόγους, αντλούμενους από το εθνικό δίκαιο, οι οποίοι θα καθιστούσαν δυνατή τη μη εκτέλεση του εν λόγω εντάλματος, θα υπονόμευε την ομαλή λειτουργία του θεσπισθέντος με την ως άνω απόφαση‑πλαίσιο απλουστευμένου και αποτελεσματικού συστήματος παράδοσης των οικείων προσώπων.
19. Υπό τις συνθήκες αυτές, το Audiencia Nacional (ανώτερο ειδικό δικαστήριο) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:
«1) Λαμβανομένου υπόψη ότι στο άρθρο 4 σημ. 6 της [απόφασης-πλαισίου 2002/584] περιλαμβάνεται, στους λόγους προαιρετικής μη εκτέλεσης του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, η περίπτωση στην οποία το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης έχει εκδοθεί προς τον σκοπό της εκτέλεσης ποινής ή μέτρου ασφαλείας στερητικών της ελευθερίας, όταν ο εκζητούμενος διαμένει στο κράτος μέλος εκτέλεσης, είναι υπήκοος ή κάτοικός του και αυτό το κράτος δεσμεύεται να εκτελέσει την ποινή ή το μέτρο ασφαλείας σύμφωνα με το εσωτερικό του δίκαιο: α) επιτρέπεται η επέκταση της εφαρμογής του ως άνω λόγου προαιρετικής άρνησης παράδοσης στις περιπτώσεις στις οποίες δεν έχει εκδοθεί ακόμη αμετάκλητη απόφαση εις βάρος του εκζητουμένου; β) σε περίπτωση καταφατικής απάντησης στο πρώτο σκέλος του παρόντος ερωτήματος, επιτρέπεται άρνηση παράδοσης του εκζητουμένου διότι αυτός θεωρείται κάτοικος του κράτους μέλους εκτέλεσης του εντάλματος, χωρίς δέσμευση του εν λόγω κράτους μέλους να εκτελέσει το ίδιο την ποινή ή το μέτρο ασφαλείας σύμφωνα με το εσωτερικό δίκαιό του;
2) Λαμβανομένου υπόψη ότι στο άρθρο 4 σημ. 4 της [απόφασης-πλαισίου 2002/584] περιλαμβάνεται, στους λόγους προαιρετικής μη εκτέλεσης του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, η περίπτωση στην οποία έχει επέλθει παραγραφή της ποινικής δίωξης ή της ποινής σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους μέλους εκτέλεσης και οι πράξεις ανάγονται στην αρμοδιότητα αυτού του κράτους μέλους σύμφωνα με το ποινικό του δίκαιο, επιτρέπεται η επέκταση του συγκεκριμένου λόγου προαιρετικής μη εκτέλεσης στις περιπτώσεις στις οποίες θεωρείται ότι έχει παραγραφεί η ποινική δίωξη ή η ποινή κατά τη νομοθεσία του κράτους μέλους εκτέλεσης, μολονότι τα δικαστήρια του ίδιου κράτους δεν είναι αρμόδια να εκδικάσουν τα σχετικά αδικήματα;».
Επί των προδικαστικών ερωτημάτων
Επί του πρώτου προδικαστικού ερωτήματος
20. Με το πρώτο προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 4 σημ. 6 της απόφασης-πλαισίου 2002/584 έχει την έννοια ότι η δικαστική αρχή εκτέλεσης ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης μπορεί να αρνηθεί να το εκτελέσει βάσει της ως άνω διάταξης όταν το εν λόγω ένταλμα σύλληψης δεν έχει εκδοθεί προς τον σκοπό της εκτέλεσης ποινής ή μέτρου ασφαλείας στερητικών της ελευθερίας, καθότι ο κατηγορούμενος δεν έχει ακόμη καταδικαστεί αμετάκλητα, και το κράτος μέλος εκτέλεσης δεν έχει δεσμευθεί να εκτελέσει, σύμφωνα με το εσωτερικό του δίκαιο, την στερητική της ελευθερίας ποινή ή το στερητικό της ελευθερίας μέτρο ασφαλείας που θα μπορούσε να επιβληθεί αμετάκλητα εις βάρος του προσώπου αυτού.
21. Συναφώς, πρέπει να διευκρινιστεί ότι το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης μπορεί να αφορά, όπως προβλέπει το άρθρο 1 § 1 της απόφασης-πλαισίου 2002/584, δύο είδη καταστάσεων. Ειδικότερα, το εν λόγω ένταλμα μπορεί να εκδοθεί, αφενός, με σκοπό την άσκηση ποινικής δίωξης ή, αφετέρου, με σκοπό την εκτέλεση στερητικής της ελευθερίας ποινής ή στερητικού της ελευθερίας μέτρου ασφαλείας (απόφαση της 21ης Οκτωβρίου 2010, B., C‑306/09, EU:C:2010:626, σκ. 49).
22. Μολονότι η αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης διαπνέει την όλη οικονομία της απόφασης-πλαισίου 2002/584, εντούτοις, η αναγνώριση αυτή δεν συνεπάγεται απόλυτη υποχρέωση εκτέλεσης του εκδοθέντος εντάλματος σύλληψης, δεδομένου ότι η εν λόγω απόφαση-πλαίσιο καθορίζει ρητώς τους λόγους υποχρεωτικής μη εκτέλεσης (άρθρο 3) και τους λόγους προαιρετικής μη εκτέλεσης (άρθρα 4 και 4α) του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, καθώς και τις εγγυήσεις που πρέπει να παρέχει το κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος σε ειδικές περιπτώσεις (άρθρο 5) [πρβλ. αποφάσεις της 21ης Οκτωβρίου 2010, B., C‑306/09, EU:C:2010:626, σκ. 50, και της 25ης Ιουλίου 2018, Minister for Justice and Equality (Ελλείψεις του δικαστικού συστήματος), C‑216/18 PPU, EU:C:2018:586, σκ. 42 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].
23. Συγκεκριμένα, το σύστημα της απόφασης-πλαισίου 2002/584, όπως προκύπτει ιδιαίτερα από τα προαναφερθέντα άρθρα, παρέχει την ευχέρεια στα κράτη μέλη να προβλέπουν, σε ορισμένες περιπτώσεις, τη δυνατότητα των αρμόδιων δικαστικών αρχών να αποφασίζουν ότι η έκτιση επιβληθείσας ποινής μπορεί να πραγματοποιηθεί στο κράτος μέλος εκτέλεσης (αποφάσεις της 21ης Οκτωβρίου 2010, B., C‑306/09, EU:C:2010:626, σκ. 51, και της 13ης Δεκεμβρίου 2018, Sut, C‑514/17, EU:C:2018:1016, σκ. 30).
24. Συναφώς, το άρθρο 4 σημ. 6 της απόφασης-πλαισίου 2002/584 ορίζει ότι η δικαστική αρχή εκτέλεσης μπορεί να αρνηθεί την εκτέλεση ενός ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης εάν αυτό έχει εκδοθεί προς τον σκοπό της εκτέλεσης ποινής ή μέτρου ασφαλείας στερητικών της ελευθερίας, όταν ο εκζητούμενος διαμένει στο κράτος μέλος εκτέλεσης, είναι υπήκοος ή κάτοικός του και αυτό το κράτος δεσμεύεται να εκτελέσει την ποινή ή το μέτρο ασφαλείας σύμφωνα με το εσωτερικό του δίκαιο.
25. Επομένως, από το ίδιο το γράμμα του άρθρου 4 σημ. 6 της απόφασης-πλαισίου 2002/ 584 προκύπτει ότι προκειμένου να εμπίπτει ο εκζητούμενος στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω διάταξης, πρέπει να έχει εκδοθεί εις βάρος του ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης «προς το σκοπό της εκτέλεσης ποινής ή μέτρου ασφαλείας στερητικών της ελευθερίας», ήτοι πρόκειται για τη δεύτερη από τις περιπτώσεις που μνημονεύονται στη σκέψη 21 της παρούσας απόφασης. Πράγματι, μόνο στην περίπτωση αυτή μπορεί να πληρούται η τελευταία προϋπόθεση που θέτει η εν λόγω διάταξη.
26. Εν προκειμένω, προκύπτει ωστόσο από την αίτηση προδικαστικής αποφάσεως ότι, μολονότι, με την απόφαση της 21ης Φεβρουαρίου 2022, ο κατηγορούμενος καταδικάστηκε πρωτοδίκως σε πλείονες ποινές για τρία φορολογικά αδικήματα και για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, εντούτοις, άσκησε αναίρεση κατά της ως άνω απόφασης και, ως εκ τούτου, η ποινική διαδικασία σχετικά με την καταδικαστική αυτή απόφαση εκκρεμεί ακόμη ενώπιον των ισπανικών δικαστηρίων. Από τα στοιχεία που έχει όμως στη διάθεσή του το Δικαστήριο συνάγεται ότι, βάσει του ισπανικού δικαίου, η εν λόγω απόφαση δεν είναι εκτελεστή λόγω της άσκησης αναιρέσεως.
27. Εξάλλου, από τα ως άνω στοιχεία προκύπτει ότι η απόφαση του αιτούντος δικαστηρίου στην οποία στηρίζεται το επίμαχο στην κύρια δίκη ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης δεν είναι η απόφαση της 21ης Φεβρουαρίου 2022, αλλά η απόφαση της 6ης Απριλίου 2022, με την οποία διατάχθηκε η αναζήτηση, η σύλληψη και η προσωρινή κράτηση του κατηγορουμένου. Συγκεκριμένα, η απόφαση της 6ης Απριλίου 2022 εκδόθηκε από το αιτούν δικαστήριο διότι ο κατηγορούμενος δεν συμμορφώθηκε προς τους περιοριστικούς όρους, οι οποίοι επιβλήθηκαν στο πλαίσιο της ποινικής διαδικασίας που είχε κινηθεί εναντίον του. Ειδικότερα, ενώ ο κατηγορούμενος ήταν ελεύθερος υπό όρους, με ρητή απαγόρευση εξόδου από την ισπανική επικράτεια και υποχρέωση αυτοπρόσωπης εμφάνισης στις ακροαματικές διαδικασίες, εντοπίστηκε στα κροατικά σύνορα με κατεύθυνση προς τη Ρουμανία. Επομένως, η απόφαση της 6ης Απριλίου 2022 και το δυνάμει αυτής ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης εκδόθηκαν προκειμένου να διασφαλιστεί η παρουσία του κατηγορουμένου κατά τη συνέχεια της ποινικής διαδικασίας.
28. Συνεπώς, όπως υποστηρίζουν η Ministerio Fiscal (εισαγγελική αρχή, Ισπανία), η Ισπανική Κυβέρνηση και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και όπως παρατηρεί, κατ’ ουσίαν, το αιτούν δικαστήριο στην αίτηση προδικαστικής αποφάσεως, το επίμαχο στην κύρια δίκη ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης δεν εκδόθηκε «προς το σκοπό της εκτέλεσης ποινής ή μέτρου ασφαλείας στερητικών της ελευθερίας», κατά την έννοια του άρθρου 4 σημ. 6 της απόφασης-πλαισίου 2002/584, αλλά προς τον σκοπό της άλλης περίπτωσης που προβλέπεται στο άρθρο 1 § 1 της απόφασης-πλαισίου 2002/584 και υπομνήσθηκε στη σκέψη 21 της παρούσας απόφασης, ήτοι για την άσκησης ποινικής δίωξης.
29. Εξ αυτού συνάγεται ότι η περίπτωση του κατηγορουμένου δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 4 σημ. 6 της απόφασης-πλαισίου 2002/584 και, ως εκ τούτου, η άρνηση εκτέλεσης του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης που εκδόθηκε εις βάρος του δεν μπορεί να στηριχθεί στη διάταξη αυτή.
30. Κατόπιν όλων των ανωτέρω σκέψεων, στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 4 σημ. 6 της αποφάσεως-πλαισίου 2002/584 έχει την έννοια ότι η δικαστική αρχή εκτέλεσης ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης δεν μπορεί να αρνηθεί να το εκτελέσει βάσει της ως άνω διάταξης, όταν το εν λόγω ένταλμα σύλληψης δεν έχει εκδοθεί προς τον σκοπό της εκτέλεσης ποινής ή μέτρου ασφαλείας στερητικών της ελευθερίας.
Επί του δευτέρου προδικαστικού ερωτήματος
31. Με το δεύτερο προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 4 σημ. 4 της απόφασης-πλαισίου 2002/584 έχει την έννοια ότι η δικαστική αρχή εκτέλεσης ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης μπορεί να αρνηθεί να το εκτελέσει βάσει της εν λόγω διάταξης, ακόμη και αν οι πράξεις δεν ανάγονται στην αρμοδιότητα του κράτους
μέλους εκτέλεσης σύμφωνα με το ποινικό του δίκαιο, με την αιτιολογία ότι η ποινική δίωξη ή η ποινή θα είχαν παραγραφεί αν εφαρμοζόταν η νομοθεσία του ως άνω κράτους μέλους.
32. Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι το άρθρο 4 σημ. 4 της απόφασης-πλαισίου 2002/584 επιτρέπει στη δικαστική αρχή εκτέλεσης να αρνηθεί την εκτέλεση ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης όταν έχει επέλθει παραγραφή της ποινικής δίωξης σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους μέλους εκτέλεσης και οι πράξεις ανάγονται στην αρμοδιότητα αυτού του κράτους μέλους σύμφωνα με το ποινικό του δίκαιο.
33. Επομένως, από το ίδιο το γράμμα του άρθρου 4 σημ. 4 της απόφασης-πλαισίου 2002/ 584 προκύπτει ότι οι δύο προϋποθέσεις που προβλέπει εφαρμόζονται σωρευτικώς. Ως εκ τούτου, η δικαστική αρχή εκτέλεσης δεν μπορεί να επικαλεστεί τον λόγο προαιρετικής μη εκτέλεσης ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, τον οποίο προβλέπει η διάταξη αυτή όταν οι πράξεις για τις οποίας ασκείται ποινική δίωξη ή επιβάλλεται ποινή δεν ανάγονται στην αρμοδιότητα του εν λόγω κράτους μέλους σύμφωνα με το ποινικό του δίκαιο, ακόμη και αν θα είχε επέλθει παραγραφή της ως άνω δίωξης ή ποινής αν εφαρμοζόταν το δίκαιο αυτό.
34. Κατόπιν όλων των ανωτέρω σκέψεων, στο δεύτερο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 4 σημ. 4 της απόφασης-πλαισίου 2002/584 έχει την έννοια ότι η δικαστική αρχή εκτέλεσης ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης δεν μπορεί να αρνηθεί να το εκτελέσει βάσει της εν λόγω διάταξης, όταν οι πράξεις δεν ανάγονται στην αρμοδιότητα του κράτους μέλους εκτέλεσης σύμφωνα με το ποινικό του δίκαιο, τούτο δε ακόμη και αν η ποινική δίωξη ή η ποινή θα είχαν παραγραφεί σε περίπτωση που εφαρμοζόταν η νομοθεσία του ως άνω κράτους μέλους.
(…)***
* Γλώσσα διαδικασίας: ισπανική. Το ελληνικό κείμενο της απόφασης ελήφθη από την ιστοσελίδα του ΔΕΕ (https://curia.europa.eu/).
** Για τις παραπάνω διατάξεις του ν. 3251/2004, με τον οποίο ενσωματώθηκε στην ημέτερη έννομη τάξη η εν λόγω ενωσιακή πράξη, βλ. Δ. Βούλγαρη, Ευρωπαϊκό Ένταλμα Σύλληψης, τεύχ. ΙΙ, σ. 13 επ., 41 επ., σε: Σ. Παύλου / Θ. Σάμιου (επιμ.), Ειδικοί Ποινικοί Νόμοι: ερμηνεία κατ’ άρθρον, τ. ΙΙ, εκδ. Π.Ν. Σάκκουλας, Αθήνα 20206.
*** Σημειώνεται ότι το διατακτικό της απόφασης αποτελείται από τις παραδοχές των ανωτέρω σκ. 30 και 34.