ΑΠ 19/2024, με παρατηρήσεις "Έναρξη παραγραφής άρθρ. 946 ΑΚ" Κ. Γιαννούλης

73
2025
03

 

Άρειος Πάγος

(Α2΄ Τμήμα)

Αριθ. 19/2024

 

Πρόεδρος: Θ. Κανελλόπουλος, Αντιπρόεδρος

Εισηγητής: Μ. Αποστολάκης, Αρεοπαγίτης

Δικηγόροι: Π. Νιφλή, Η. Παπαχρήστος

 

Παραγραφή άσκησης αγωγής διάρρηξης κατ’ άρθρ. 946 ΑΚ. Έναρξη αυτής από τον χρόνο της κατάρτισης της καταδολιευτικής πράξης μεταβίβασης εμπραγμάτου δικαιώματος επί ακινήτων και όχι από της μεταγραφής αυτής (Άρθρα 939 & 946 ΑΚ).

Στην προκειμένη περίπτωση, το Εφετείο δέχθηκε με την προσβαλλόμενη απόφασή του, κατά το μέρος της που ενδιαφέρει τον αναιρετικό έλεγχο, τα ακόλουθα: «Δυνάμει της …/2001, ήδη αμετάκλητης απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, ... υποχρεώθηκε ο πρώτος εφεσίβλητος-εναγόμενος [πρώτος αναιρεσίβλητος], ως ομόρρυθμος εταίρος και διαχειριστής της ετερόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία "Γ.Χ.Μ. και Σ.Ε.Ε.", να καταβάλει στην εκκαλούσα-ενάγουσα [αναιρεσείουσα] το συνολικό ποσό των 2.580.194 δραχμών (ήδη 7.572,10 €), ως οφειλόμενο τίμημα από τις καταρτισθείσες μεταξύ τους συμβάσεις πώλησης εμπορευμάτων, νομιμοτόκως... Η απαίτηση της εκκαλούσας-ενάγουσας από την ανωτέρω αιτία, κατά κεφάλαιο, τόκους, δικαστική δαπάνη και έξοδα απογράφου και επιταγής προς εκτέλεση, ανερχόταν, στις 26.07.2004, στο συνολικό, μη αμφισβητούμενο, ποσό των 37.997,75 €, έναντι του οποίου ο οφειλέτης, πρώτος εφεσίβλητος-εναγόμενος δεν της κατέβαλε κανένα ποσό. Ωστόσο αυτός, καίτοι η ανωτέρω απαίτηση είχε γεννηθεί και υφίστατο σε βάρος του, στις 03.05. 2000, μεταβίβασε στις θυγατέρες του, τρίτη και τέταρτη των εφεσιβλήτων-εναγομένων [τρίτη και τέταρτη αναιρεσίβλητες], αιτία γονικής παροχής, κατά πλήρη κυριότητα. νομή και κατοχή, κοινώς, αδιαιρέτως και κατ' ισομοιρία, τα μοναδικά ακίνητα περιουσιακά στοιχεία του, συνταχθέντων προς τούτο των ταυτόχρονων, με αριθμούς 8781 και 8782/2000, συμβολαίων της συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης E.T.-Σ.**, που μεταγράφηκαν νομίμως ... Ειδικότερα, δυνάμει του πρώτου των παραπάνω συμβολαίων, αυτός, ενεργώντας, το μεν, ως παρέχων γονέας, το δε, ως ασκών τη γονική μέριμνα, μετά της συμπράττουσας δεύτερης εφεσίβλητης-εναγομένης [δεύτερης αναιρεσίβλητης], συζύγου του, των, τότε, ανηλίκων θυγατέρων τους, τρίτης και τέταρτης των εφεσιβλήτων-εναγομένων, μεταβίβασε σε αυτές, κατά το ήμισυ εξ αδιαιρέτου στην καθεμία, το, με αριθμό εσωτερικής αρίθμησης "1", αυτοτελές και διηρημένο ισόγειο κατάστημα, μετά του παρακολουθήματος τούτου αποθηκευτικού χώρου του υπογείου, εμβαδού 30 μ2, από μία οικοδομή κείμενη στη Θεσσαλονίκη ... Η αναγραφείσα, στο προσκομιζόμενο με επίκληση …/2000 συμβόλαιο, εμπορική και αντικειμενική αξία του μεταβιβασθέντος ακινήτου ανερχόταν, κατά το χρόνο της μεταβίβασης, στο ποσό των 20.094.061 δραχμών, ήτοι, σε 58.970,10 €. Επίσης, δυνάμει του δεύτερου των παραπάνω συμβολαίων, οι δύο πρώτοι εφεσίβλητοι-εναγόμενοι, ενεργώντας, από κοινού, ως παρέχοντες και ως ασκούντες τη γονική μέριμνα των προαναφερόμενων θυγατέρων τους, μεταβίβασαν σε αυτές, κοινά, αδιαίρετα και κατ' ισομοιρία, το, με αριθμό εσωτερικής αρίθμησης "6" αυτοτελές και διηρημένο διαμέρισμα του τρίτου ορόφου μιας οικοδομής κείμενης στο συνοικισμό Χ.Θ., στη συμβολή των οδών Ξ., αριθ. 5-7 και Σ., εμβαδού, μικτού, 91,34 μ2 και καθαρού, 77 μ2, μετά του αναλογούντος ποσοστού εξ αδιαιρέτου επί του οικοπέδου ... εμπορικής και αντικειμενικής αξίας, κατά το χρόνο της μεταβίβασης, 15.007.781 δραχμών, ήτοι, 44.043,38 € ... Αμφότερες οι ανωτέρω απαλλοτριώσεις των μοναδικών περιουσιακών στοιχείων του πρώτου εφεσιβλήτου-εναγομένου, οι οποίες έλαβαν χώρα ενόσω εκκρεμούσε η διαταχθείσα αποδεικτική διαδικασία, ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, επί της ασκηθείσης αγωγής της εκκαλούσας-ενάγουσας σε βάρος του, για την οποία, στη συνέχεια, εκδόθηκε η προαναφερόμενη, ήδη αμετάκλητη εκτελεστή απόφαση ... έγιναν με σκοπό την καταδολίευση της ανωτέρω ομόρρυθμης εταιρείας (εκκαλούσας-ενάγουσας) από εκείνον και την αποφυγή εξόφλησης του, προς αυτήν, χρέους του, ήτοι, έγιναν με σκοπό βλάβης της περιουσίας της ... Αποτέλεσμα δε των μεταβιβάσεων ήταν να καταστεί ανέφικτη η ικανοποίηση της απαίτησης της εκκαλούσας-ενάγουσας ... Αμυνόμενοι οι εφεσίβλητοι-ένα­γόμενοι πρότειναν, παραδεκτώς, πρωτοδίκως, την ένσταση παραγραφής της αγωγής διάρρηξης, η οποία, αφενός, παρίσταται νόμιμη, κατ' άρθρο 946 ΑΚ, αφετέρου δε, αποδεικνύεται και ουσία βάσιμη, καθόσον, από την κατάρτιση των επίδικων συμβάσεων γονικών παροχών, στις 03.05.2000, μέχρι την άσκηση της ένδικης αγωγής, της οποίας η κατάθεση και η επίδοση σε αυτούς συντελέστηκαν στις 30.05. 2005 ... παρήλθε χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των πέντε ετών. Επομένως ... η ερευνώμενη αγωγή διάρρηξης υπέπεσε στην πενταετή παραγραφή από την απαλλοτρίωση, σύμφωνα με τα οριζόμενα στη διάταξη του άρθρου 946 ΑΚ, δεκτής γινομένης ως βάσιμης και κατ’ ουσία της παραπάνω ένστασης. Η, πρωτοδίκως, προταθείσα, με την, από 26.11.2007, προσθήκη επί των προτάσεών της, αντένσταση της εκκαλούσας-ενάγουσας περί της έναρξης του χρόνου παραγραφής της αγωγής από τη μεταγραφή, στις 30.05.2000, των προαναφερθέντων συμβολαίων γονικών παροχών και όχι από τη σύνταξή τους,... κρίνεται απορριπτέα ως ουσία αβάσιμη. 

(…).

Έτσι που έκρινε το Εφετείο, ότι δηλαδή ότι η αξίωση της αναιρεσείουσας προς διάρρηξη των ως άνω απαλλοτριωτικών δικαιοπραξιών υπέπεσε στην κατ’ άρθρο 946 ΑΚ πενταετή παραγραφή, δεχόμενο ότι αυτή άρχισε από το χρόνο κατάρτισης των ένδικων συμβάσεων γονικών παροχών, και όχι από τη μεταγραφή των συνταχθέντων αντίστοιχων συμβολαιογραφικών εγγράφων, δεν παραβίασε την ανωτέρω ουσιαστικού δικαίου διάταξη του άρθρου 946 ΑΚ, σε συνδυασμό με αυτές των άρθρων 247 επ. και 278 ΑΚ, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε, ούτε και τις διατάξεις των άρθρων 253, 279, 280, 1033 και 1198 ΑΚ, τις οποίες, επίσης, ορθά ερμήνευσε και δεν εφάρμοσε, αφού δεν ήσαν εφαρμοστέες στην προκείμενη υπόθεση, δεδομένου ότι, σύμφωνα με τη μείζονα σκέψη και με βάση τα ανελέγκτως δεκτά γενόμενα ως αποδεχθέντα πραγματικά περιστατικά, η προθεσμία του άρθρου 946 ΑΚ αποτελεί παραγραφή, η οποία άρχισε, εν προκειμένω, από τη σύναψη των συμβάσεων μεταβίβασης της κυριότητας των ακινήτων (καταστήματος και διαμερίσματος), η οποία έγινε την 3.5.2000, και όχι από τη μεταγραφή των συμβολαιογραφικών πράξεων την 30.5.2000 και, συνεπώς, αυτή είχε συμπληρωθεί κατά την άσκηση της αγωγής, η οποία κατατέθηκε και επιδόθηκε στους αναιρεσίβλητους την 30.5.2005, αφού παρήλθε χρονικό διάστημα μεγαλύτερο της πενταετίας, χωρίς να μεσολαβήσει οποιοδήποτε διακοπτικό της παραγραφής γεγονός. Εξάλλου, το Εφετείο υπό τις προεκτεθείσες παραδοχές του, δεν στέρησε την απόφασή του από νόμιμη βάση, καθόσον διέλαβε στην απόφασή του σαφείς, επαρκείς και χωρίς αντιφάσεις αιτιολογίες, ως προς το νομικό χαρακτηρισμό των περιστατικών που έγιναν δεκτά και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης, που καθιστούν εφικτό τον αναιρετικό έλεγχο ως προς την ορθή εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων, τις οποίες δεν παραβίασε ούτε εκ πλαγίου, αναφέροντας ειδικότερα τους χρόνους σύναψης των συμβάσεων γονικής παροχής (3.5. 2000) και το χρόνο της άσκησης της αγωγής (30.5.2005), ώστε, με βάση τα περιστατικά αυτά να καταφάσκεται η ουσιαστική βασιμότητα της δεκτής γενομένης, ως άνω, ένστασης των αναιρεσιβλήτων. Επομένως, ο πρώτος λόγος αναιρέσεως, με τον οποίο προβάλλονται οι από τους αριθμούς 1 και 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ πλημμέλειες, είναι αβάσιμος.

 



 

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

Έναρξη παραγραφής άρθρ. 946 ΑΚ

 

Η υπόθεση, την οποία αφορά η αρεοπαγιτική απόφαση, αφορά την παραγραφή του άρθρ. 946 ΑΚ σχετικά με την άσκηση της αγωγής διάρρηξης καταδολιευτικής σύμβασης των άρθρ. 939 επ. ΑΚ.

Το Ακυρωτικό ακολουθεί και στην περίπτωση αυτή την παγίως σχεδόν υιοθετουμένη υπ’ αυτού άποψη (βλ. ΑΠ 258/2021, 223/2022, 1733/2022) ότι η πενταετής παραγραφή του άρθρ. 939 ΑΚ, στις περιπτώσεις μεταβίβασης της κυριότητος ακινήτων, άρχεται από την υπογραφή του σχετικού συμβολαίου μεταβίβασης και όχι από την μεταγραφή του.

Όμως μία τέτοια εκδοχή δημιουργεί έντονο προβληματισμό για τους εξής λόγους:

1. Διότι τρέχει σε βάρος του δανειστή μία παραγραφή, όταν ο τελευταίος ευρίσκεται σε πλήρη αδυναμία να πληροφορηθεί με σχετική έρευνα στα βιβλία μεταγραφών (και τώρα και στο κτηματολόγιο) για την σύναψη της σχετικής σύμβασης. Τούτο σημαίνει αντικειμενική αδυναμία από την πλευρά του να κινηθεί νομικά κατά του κακόπιστου οφειλέτη του με την άσκηση αγωγής διάρρηξης κατά τον χρόνο που μεσολαβεί από την υπογραφή του συμβολαίου μεταβίβασης μέχρι και την μεταγραφή του.

2. Σύμφωνα με το άρθρ. 1033 ΑΚ η μεταβίβαση κυριότητος ακινήτου γίνεται με σύμβαση και τελειούται με την μεταγραφή του σχετικού συμβολαίου. Προ της μεταγραφής δεν μεταβιβάζεται η κυριότητα και ο δανειστής μπορεί να προβεί σε δέσμευση του ακινήτου, το οποίο ακόμη τυπικά ανήκει στον οφειλέτη του. Επομένως μέχρι της μεταγραφής, αγωγή διάρρηξης του άρθρ. 939 ΑΚ δεν μπορεί να ασκηθεί, διότι η μετάθεση της κυριότητος δεν έχει συντελεστεί και ως εκ τούτου δεν πληρούται η προϋπόθεση που απαιτείται για την άσκησή της, η οποία εν προκειμένω, και αν ακόμη δεν απητείτο η μεταγραφή του συμβολαίου, θα καθστούσε περιττή την άσκησή της την στιγμή που ο δανειστής θα μπορούσε άμεσα με βάση τον τίτλο που θα διέθετε, να προβεί σε αναγκαστική εκτέλεση. Η παραγραφή οποιασδήποτε αξιώσεως αρχίζει από τότε που αυτή υφίσταται. Στη συγκεκριμένη όμως περίπτωση βλέπουμε το νομικό παράδοξο η σχετική προσθεσμία παραγραφής του άρθρ. 946 ΑΚ να τρέχει προτού αποκτήσει υπόσταση η αξίωση του δανειστή του άρθρ. 939 ΑΚ !

Επομένως η άποψη ότι ο μεσολαβών χρόνος μεταξύ της υπογραφής του συμβολαίου μεταβίβασης της κυριότητος και της μεταγραφής του υπολογίζεται στην παραγραφή του άρθρ. 946 ΑΚ δεν μπορεί εκ των πραγμάτων να ευσταθήσει, ενώ παράλληλα είναι αδικαιολόγητα ευνοϊκή για τον κακόπιστο οφειλέτη και αντίστοιχα άκρως ανεπιεικής για τον δανειστή, αφού μπορεί να συμπληρωθεί εν αγνοία του τελευταίου, όπως και στην συγκεκριμένη περίπτωση, δεδομένου ότι αδυνατεί αντικειμενικά ο θιγόμενος προ της μεταγραφής να ενημερωθεί για την σε βάρος του καταδολίευση.

 

ΓΙΑΝΝΟΥΛΗΣ ΚΩΝ/ΝΟΣ

Δικηγόρος