Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (Εκ. Δικ.) 2225/2025
Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών
(Εκουσία Δικαιοδοσία)
Αριθ. 2225/2025
Δικαστής: Σ. Κόκκινος, Πρωτοδίκης
Δικηγόρος: Κ. Γιαννούλης
Αίτηση για διορισμό δικαστικού συμπαραστάτη Αλβανίδος υπηκόου, μονίμου κατοίκου Ελλάδος. Δικαιοδοσία ελληνικών δικαστηρίων για εκδίκαση της σχετικής αίτησης. Εφαρμογή του αλβανικού οικογενειακού δικαίου, σύμφωνα με το οποίο δεν προβλέπεται για την συγκεκριμένη περίπτωση παρά μόνον ο διορισμός επιτρόπου. Δεκτή εν μέρει η αίτηση μόνον ως προς το διορισμό δικαστικού συμπαραστάτου.
Με τη διάταξη του άρθρου 3 § 1 ΚΠολΔ, με την οποία ορίζεται ότι στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων υπάγονται Έλληνες και αλλοδαποί, εφόσον υπάρχει αρμοδιότητα ελληνικού δικαστηρίου, καθιερώνεται ως κανόνας η διεθνής δικαιοδοσία των ελληνικών δικαστηρίων και επί ιδιωτικών διεθνών διαφορών, εφόσον αυτές συνδέονται με την ελληνική πολιτεία, με στοιχείο θεμελιωτικό αρμοδιότητας ελληνικού δικαστηρίου, κατά τις διατάξεις περί γενικών και ειδικών δωσιδικιών (ΑΠ 803/2000 ΕλλΔνη 2002. 1599, ΑΠ 108/1988 ΕλλΔνη 1988. 1392, ΕφΑθ 6073/2002 ΕλλΔνη 2003. 211). Στην περίπτωση αυτή, τα ελληνικά δικαστήρια εφαρμόζουν επί του δικονομικού μεν πεδίου, αποκλειστικά το ελληνικό δικονομικό δίκαιο, επί δε του πεδίου του ουσιαστικού δικαίου, το από τις διατάξεις του ελληνικού ιδιωτικού διεθνούς δικαίου υποδεικνυόμενο ως εφαρμοστέο δίκαιο (ΑΠ 108/1988 ΕλλΔνη 1988. 1392). Περαιτέρω, το άρθρο 8 §§ 1 και 2 εδ. α' ΑΚ προβλέπει ότι: «Η στέρηση καθώς και κάθε άλλος περιορισμός της δικαιοπρακτικής ικανότητας με δικαστική απόφαση ρυθμίζονται από το δίκαιο της ιθαγένειας του προσώπου το οποίο αφορούν αυτά τα μέτρα. Ελληνικό δικαστήριο μπορεί να υποβάλει σε καθεστώς στέρησης ή περιορισμού της δικαιοπρακτικής του ικανότητας αλλοδαπό που έχει τη συνήθη διαμονή του στην Ελλάδα». Με τη ρύθμιση, λοιπόν, της § 2 του ως άνω άρθρου καθιερώνεται κανόνας διεθνούς δικονομικού δικαίου, ο οποίος εμπεδώνει τη διεθνή δικαιοδοσία των ελληνικών δικαστηρίων σε θέματα στέρησης δικαιοπρακτικής ικανότητας αλλοδαπού στην ύπαρξη συνήθους διαμονής του στην Ελλάδα. Επομένως, από την προαναφερόμενη ρύθμιση σε συνδυασμό με το άρθρο 801 § 1 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι, εφόσον ο αλλοδαπός έχει συνήθη διαμονή, κατά μείζονα δε λόγο, κατοικία στην Ελλάδα, τα ελληνικά πολιτικά δικαστήρια έχουν δικαιοδοσία να τον υποβάλουν σε καθεστώς στέρησης ή περιορισμού της δικαιοπρακτικής του ικανότητας, σύμφωνα με το δίκαιο της ιθαγένειάς του. Το τελευταίο ρυθμίζει τις προϋποθέσεις και τις έννομες συνέπειες της στέρησης ή του περιορισμού της δικαιοπρακτικής ικανότητας (ΕφΛ 452/2015 Δικογραφία 2015. 814, ΜΠρΑθ 1052/2015 ΝΟΜΟΣ, ΜΠρΘ 237/ 2013 ΕλλΔνη 2014. 225). Σε περίπτωση που, κατ’ εφαρμογή των ορισμών του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου, καθίσταται αναγκαία η εφαρμογή του αλλοδαπού δικαίου, το δικαστήριο εφαρμόζει αυτεπαγγέλτως και χωρίς απόδειξη το αλλοδαπό δίκαιο, παρέχεται, όμως, και η δυνατότητα, αν αγνοεί αυτό, να προσφύγει στις κατάλληλες αποδείξεις (άρθρο 337 ΚΠολΔ). Περαιτέρω, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 10 του ΑλβΑΚ και 307-313 του Αλβανικού Οικογενειακού Κώδικα, ενήλικες, οι οποίοι εξαιτίας ψυχικής νόσου ή περιορισμένης πνευματικής ικανότητας δεν είναι σε θέση να φροντίσουν τις υποθέσεις τους, μπορούν να κηρυχθούν με δικαστική απόφαση πλήρως ή μερικώς ανίκανοι προς δικαιοπραξία (άρθρο 10 ΑλβΑΚ). Το Δικαστήριο ταυτόχρονα ορίζει για το μερικώς ή πλήρως ανίκανο πρόσωπο έναν επίτροπο-κηδεμόνα (άρθρο 307 ΑλβΟικΚ), ο οποίος, μεταξύ άλλων, είναι υποχρεωμένος να φροντίζει το ανίκανο πρόσωπο και ιδίως να μεριμνά για λήψη της φαρμακευτικής αγωγής του (άρθρο 310 ΑλβΟικΚ), το δε αλβανικό δίκαιο προβλέπει το διορισμό μόνο επιτρόπου και όχι εποπτικού συμβουλίου. Επιπλέον, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 270, 307 και 308 του Αλβανικού Οικογενειακού Κώδικα, δεν μπορεί να διοριστεί επίτροπος δικαιοπρακτικά ανίκανου, πρόσωπο: α) το οποίο τελεί υπό επιτροπεία, β) το οποίο βρίσκεται σε σύγκρουση συμφερόντων, με τον ανίκανο, γ) το οποίο δεν διαχειρίζεται ελεύθερα την περιουσία του, δ) το οποίο έχει αποκλειστεί από την επιτροπεία με γραπτή δήλωση του προσώπου που τελευταία ασκούσε τη γονική του μέριμνα, ε) το οποίο έχει εκπέσει από τα καθήκοντα του επιτρόπου ή του έχει αφαιρεθεί η γονική μέριμνα ή για άλλους λόγους απαλλάχτηκε από τα καθήκοντα του επιτρόπου, στ) το οποίο έχει καταδικαστεί σε ποινή στερητική της ελευθερίας ή τελεί σε φυλάκιση προκειμένου να εκτίσει μία ποινή ή έχει καταδικαστεί για αξιόποινη πράξη σε βάρος του ανικάνου (ανηλίκου), ζ) το οποίο έχει συμπληρώσει το εξηκοστό πέμπτο έτος της ηλικίας του, η) το οποίο δεν μπορεί ανεμπόδιστα να ασκήσει τα καθήκοντα του επιτρόπου για λόγους υγείας, θ) το οποίο ασκεί τη γονική μέριμνα για περισσότερα από τρία τέκνα, ι) το οποίο βαρύνεται ήδη με δύο επιτροπείες και κ) το οποίο δεν συγκατατίθεται στο διορισμό του (βλ. ΜΕφΛαρ 452/2015 ΝΟΜΟΣ, ΜΠρΘ 577/2021 Αρμ 2022. 1483).
Με την υπό κρίση αίτησή του, ο αιτών εκθέτει ότι η καθ’ ης η αίτηση σύζυγός του, ηλικίας 74 ετών, παρουσιάζει από τετραετίας γνωστική διαταραχή και διαταραχή κινητικότητας στο πλαίσιο πιθανού υδροκέφαλου φυσιολογικής πίεσης, ακράτεια ούρων και κοπράνων, σοβαρή διαταραχή στη βάδιση, έχει δε κριθεί ανάπηρη σε ποσοστό 90% εφ’ όρου ζωής. Ότι πρέπει να τεθεί υπό καθεστώς πλήρους στερητικής δικαστικής συμπαράστασης και να διοριστεί, κατ’ εκτίμηση του αιτήματος, ο αιτών προσωρινός δικαστικός συμπαραστάτης αυτής για το χρονικό διάστημα από την έκδοση οριστικής απόφασης μέχρι την τελεσιδικία της και οριστικός δικαστικός συμπαραστάτης για τον μετέπειτα της τελεσιδικίας χρόνο, καθώς και να οριστεί εποπτικό συμβούλιο, αποτελούμενο από τα αναφερόμενα στην αίτηση πρόσωπα.
Με αυτό το περιεχόμενο κι αιτήματα, η αίτηση αρμοδίως εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, κατά την προκείμενη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (άρθρα 739 επ,, 740 § 1, όπως το τελευταίο αντικαταστάθηκε από το άρθρο 117 § 1 ν. 4446/2016, 801 § 1 ΚΠολΔ και άρθρο 121 ΕισΝΑΚ), δεδομένου ότι κατ’ άρθρο 8 § 2 ΑΚ εφαρμόζεται όχι το αλλοδαπό, αλλά αποκλειστικά το ελληνικό δικονομικό δίκαιο. Περαιτέρω, είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 10 ΑλβΑΚ και 270 και 307-313 του Αλβανικού Οικογενειακού Κώδικα, το οποίο τυγχάνει εφαρμοστέο ενόψει της αλβανικής ιθαγένειας της καθ’ ης η αίτηση - υπό θέση σε δικαστική συμπαράστάση προσώπου (ΑΚ 8 § 1), συνδυαστικά με τα άρθρα 801 § 1, 802, 804 και 805 ΚΠολΔ, όσον αφορά στα αιτήματα περί κήρυξης της καθ’ ης η αίτησης σε καθεστώς πλήρους ανικανότητας προς δικαιοπραξία (θεσμό αντίστοιχο με αυτό της πλήρους στερητικής δικαστικής συμπαράστασης) και διορισμού επιτρόπου-κηδεμόνα, πλην του αιτήματος περί διορισμού εποπτικού συμβουλίου, το οποίο είναι απορριπτέο ως μη νόμιμο, καθώς αυτό δεν προβλέπεται από το εφαρμοστέο αλβανικό δίκαιο (βλ. ΜΕφΛ 452/2015 ΝΟΜΟΣ, ΜΠρΘ 12744/2019, ΜΠρΘ 9952/2019, ΜΠρΘ 2821/ 2019 αδημ., ΜΠρΠειρ 61/2019 ΤΝΠ ΔΣΑ, ΜΠρ Αθ 1052/2015 ΕΜΕΔ 2015.291). Πρέπει, επομένως, να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, δεδομένου ότι για το παραδεκτό της συζήτησής της έχει τηρηθεί η προβλεπόμενη από το άρθρο 748 §§ 1, 2 και 4 ΚΠολΔ, όπως αυτό αντικαταστάθηκε εκ νέου από το άρθρο 1 άρθρο έκτο § 2 ν. 4335/2015 προδικασία με τη νόμιμη κι εμπρόθεσμη επίδοση αντιγράφου αυτής στον αρμόδιο Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών, όπως αποδεικνύεται από την υπ’ αριθ. …/13.11. 2024 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών (…).
Από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα απόδειξης …. του ….., η οποία περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα, τηρηθέντα κατ’ άρθρο 256 §§ 1 και 3 ΚΠολΔ, με φωνοληψία, πρακτικά της κεκλεισμένων των θυρών συνεδρίασης του Δικαστηρίου αυτού κι από όλα τα έγγραφα που ο αιτών επικαλείται και νόμιμα προσκομίζει, λαμβανόμενα υπόψη είτε προς άμεση απόδειξη, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, μερικά από τα οποία μνημονεύονται ειδικότερα κατωτέρω, χωρίς, όμως, να παραλείπεται κανένα από την ουσιαστική εκτίμηση της υπόθεσης, αποδείχθηκαν, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η καθ’ ης η αίτηση γεννήθηκε το έτος 1950 και έχει την αλβανική ιθαγένεια (βλ. το από 23.10. 2024 πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης του Τμήματος Έκδοσης Πιστοποιητικών της Διεύθυνσης Αστικής Κατάστασης του Δήμου Αθηναίων και το υπ’ αριθ. … ειδικό δελτίο ταυτότητας ομογενούς). Με την υπ’ αριθ. …/2.2.2024 γνωστοποίηση αποτελέσματος πιστοποίησης αναπηρίας του e-ΕΦΚΑ Κεντρικού Τομέα Αθήνας, η καθ’ ης η αίτηση κρίθηκε ανάπηρη σε συνολικό ποσοστό 90% κατά ιατρική πρόβλεψη από 10.7.2023 και εφ’ όρου ζωής, λόγω αγγειακής άνοιας, ήτοι μη αναστρέψιμης πάθησης του νευρικού συστήματος με ποσοστό αναπηρίας 80% και λόγω υποτροπιάζουσας καταθλιπτικής διαταραχής με ποσοστό αναπηρίας 50%. Κατά την κλινική εξέταση, δεν κατέστη δυνατός ο έλεγχος των γνωστικών λειτουργιών, επειδή η καθ’ ης η αίτηση ομιλεί μόνο την αλβανική γλώσσα, παρουσίασε, όμως, έντονη απάθεια - αβουλία, ενώ ήταν μη επαρκώς προσανατολισμένη σε χώρο, χρόνο και πρόσωπα. Ήδη από το έτος 2021 η καθ’ ης η αίτηση έχει ιστορικό διπολικής διαταραχής, εμφανίζοντας σταδιακώς εγκατασταθείσα γνωστική διαταραχή και διαταραχή κινητικότητας στο πλαίσιο πιθανού υδροκέφαλου φυσιολογικής πίεσης. Στον εισηγητικό φάκελο παροχών αναπηρίας ασθενούς με νευρολογική πάθηση (βλ. σχετ. 5 του αιτούντος) αναφέρεται γνωστική έκπτωση που ακολουθεί περισσότερο το υποφλοιώδες πρότυπο, καθώς περιγράφεται έντονη αβουλία και απάθεια, τα οποία αποδόθηκαν αρχικώς στο γνωστό ψυχιατρικό ιστορικό της καθ’ ης η αίτηση. Η ανωτέρω διανοητική πάθηση της καθ’ ης η αίτηση (αγγειακή άνοια) διαγνώστηκε μετά από τη διενέργεια βιοχημικών και παρακλινικών εξετάσεων, όπως CT, MRI, MR Α εγκεφάλου, triplex καρωτίδων-σπονδυλικών αρτηριών, ηλεκτροεγκεφαλογράφημα, επίπεδα αντιεπιληπτικών, ηλεκτρο-μυο-νευρογράφημα, κρεατινική κινάση, αλδολάση, βιοψία μυός, γενετικό-μοριακό έλεγχο, αντισώματα έναντι των υποδοχέων ακετυλοχολίνης, αντι-Musk, ηλεκτρομυογράφημα μονήρους μυϊκής δεσμίδας, MRf νωτιαίου μυελού, ουροδυναμική μελέτη και νευροψυχολογική εκτίμηση. Γίνεται μνεία ότι ο ιατρός νευρολόγος … αναφέρει στο σημείο των πρόσθετων σχολίων του εισηγητικού φακέλου παροχών αναπηρίας ότι η καθ’ ης η αίτηση χρήζει βοήθειας ετέρου προσώπου σε 24ωρη βάση. Με βάση τα ανωτέρω έγγραφα αποδεικνύεται ότι η κατάσταση της υγείας της καθ’ ης η αίτηση αντιστοιχεί στο καθεστώς στερητικής δικαστικής συμπαράστασης, που προβλέπεται στη διάταξη του άρθρου ΑΚ 1676 αριθ. 1. Επομένως, πρέπει αυτή να κηρυχθεί πλήρως ανίκανη προς δικαιοπραξία (πλήρης στερητική δικαστική συμπαράσταση), χωρίς να απαιτείται η διενέργεια πραγματογνωμοσύνης (άρθρα 804 §§ 1γ και 2 ΚΠολΔ), αφού από τα προσκομιζόμενα δημόσια έγγραφα αποδείχθηκε με σαφήνεια το είδος κι ο βαθμός της διανοητικής νόσου της καθ’ ης η αίτηση, ενώ δεν απαιτείται να λάβει χώρα η κατ’ άρθρο 804 § 1 εδ. α' ΚΠολΔ επικοινωνία του Δικαστηρίου με την καθ’ ης η αίτηση, αφού αρμοδίως έχει πιστοποιηθεί από τα ως άνω έγγραφα ότι είναι πολύ δύσκολη η επικοινωνία της με τρίτα πρόσωπα λόγω του μέσου-προχωρημένου βαθμού ανοϊκού συνδρόμου, από το οποία πάσχει, με αποτέλεσμα να κρίνεται ότι βρίσκεται σε προφανή αδυναμία επικοινωνίας με το περιβάλλον. Ενόψει, όμως, του γεγονότος ότι ο αιτών έχει υπερβεί το εξηκοστό πέμπτο (65°) έτος της ηλικίας του δεδομένου ότι έχει γεννηθεί στις 17.4.1950 (βλ. το από 23.10.2024 πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης του Τμήματος Έκδοσης Πιστοποιητικών της Διεύθυνσης Αστικής Κατάστασης του Δήμου Αθηναίων, σχετ. 4 του αιτούντος), δεν είναι δυνατό, σύμφωνα με την ανωτέρω νομική σκέψη, να διοριστεί επίτροπος δικαιοπρακτικώς ανίκανου, όπως εν προκειμένω. Κατάλληλο πρόσωπο προς τούτο, ήτοι για το λειτούργημα του επιτρόπου, όπως το καθορίζουν οι βιοτικές και ψυχικές ανάγκες της καθ’ ης η αίτηση, κρίνεται ότι είναι η … του … και της …, κάτοικου Αθηνών, οδός … αριθ. ..., Παγκράτι (ΑΦΜ …), η οποία είναι κόρη της καθ’ ης η αίτηση και παρέχει τα εχέγγυα ότι θα ασκήσει με επάρκεια και συνέπεια το λειτούργημα που της ανατίθεται, ενεργώντας πάντοτε προς το συμφέρον της καθ’ ης η αίτηση, δεδομένου ότι τη φροντίζει και την περιποιείται, περνώντας καθημερινώς χρόνο μαζί της, περιβάλλοντάς την με αισθήματα αγάπης και στοργής, από τα ίδια δε αισθήματα αγάπης διαπνέεται και η καθ’ ης ως προς αυτήν. Συνεπεία των ανωτέρω, πρέπει η κρινόμενη αίτηση να γίνει εν μέρει δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό. Τέλος, πρέπει να διαταχθεί, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1675 ΑΚ, 802 § 4 και 805 § 4 ΚΠολΔ, η Γραμματέας του Δικαστηρίου αυτού αφενός να καταχωρίσει το διατακτικό της παρούσας απόφασης στο ειδικό βιβλίο, που τηρείται για το σκοπό αυτό στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου, αφετέρου να επιμεληθεί για την επίδοση της παρούσας στην αρμόδια κοινωνική υπηρεσία και στα πρόσωπα, που αναφέρονται στις παραπάνω διατάξεις του ΚΠολΔ, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό, καθώς και στην καθ’ ης η αίτηση με τη μνεία περί των δικαιωμάτων της για άσκηση ενδίκων μέσων κατά της απόφασης αυτής.
Ν.Γ.Ν.