ΑΠ 1847/2023, με σημείωμα "Η νομολογιακή αντιμετώπιση της αποκατάστασης της άμεσης ζημίας του μετόχου στην ανώνυμη εταιρεία με αφορμή την ΑΠ 1847/2023", Ι. Καραχάλιου

73
2025
05

 

Άρειος Πάγος (Α2΄ Τμήμα)

Αριθ. 1847/2023

 

Πρόεδρος: Θ. Κανελλόπουλος, Αντιπρόεδρος

Εισηγητής: Κ.-Δ. Κοκκορός, Αρεοπαγίτης

Δικηγόροι: Ι. Βρέλλος, Ν. Παπαπέτρος

 

Τα μέλη διοικητικού συμβουλίου ΑΕ ευθύνονται για τη ζημία που από πταίσμα τους προξένησαν στην εταιρία, η ευθύνη τους δε αυτή υφίσταται και κατά τα άρθρα 914, 919 ΑΚ, όταν η ζημιογόνος πράξη τους αποτελεί και αδικοπραξία. Την αξίωση προς αποζημίωση έχει το αμέσως ζημιωθέν νομικό πρόσωπο της ΑΕ, νομιμοποιούμενο να εγείρει την οικεία αγωγή, κατά τους όρους του άρθρου 22β του ν. 2190/1920. Οι κατ' ιδίαν μέτοχοι της α.ε. δεν έχουν και αυτοί παράλληλα αξίωση αποζημίωσης γιατί δεν είναι οι αμέσως ζημιωθέντες. Οι μέτοχοι έχουν αυτοτελή αξίωση αποζημίωσης κατά των μελών της διοίκησης της α.ε., όταν η ζημιογόνος πράξη συνιστά συγχρόνως και παράνομη επέμβαση στην υπόσταση του μετοχικού τους δικαιώματος. Οι πράξεις ή παραλείψεις των μελών της διοίκησης που συνιστούν κακή διαχείριση των εταιρικών υποθέσεων προξένησαν άμεση ζημία στην ΑΕ και έμμεση ζημία στους μετόχους. Απορρίπτει αίτηση αναίρεσης (Άρθρα 22α, 22β ν. 2190/1920, 914 ΑΚ, 919 ΑΚ).

 

(…) Όπως προκύπτει από τις διατάξεις των άρθρων 914, 928 εδ. β', 929 εδ. β', 297 και 298 ΑΚ, σε περίπτωση αδικοπραξίας αξίωση για αποζημίωση και για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης έχει μόνο ο ζημιωθείς αμέσως από την πράξη, όχι δε και ο εμμέσως ζημιωθείς τρίτος (ΟλΑΠ 18/2004, ΑΠ 413/2020), εκτός αν η συμπεριφορά του αδικοπρακτούντος, αυτοτελώς θεωρούμενη, συνιστά και ως προς τον τρίτο είτε αδικοπραξία, είτε αυτοτελή λόγο υποχρέωσης για αποζημίωση (ΑΠ 1214/ 2021). 

Εξάλλου, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 18, 22, 22β του ν. 2190/1920, 31, 32 ΕμπΝ, 68, 714, 297, 298 ΑΚ προκύπτει ότι τα μέλη διοικητικού συμβουλίου ανώνυμης εταιρίας ευθύνονται έναντι του νομικού αυτού προσώπου, για τη ζημία που από πταίσμα τους προξένησαν στην εταιρία, η ευθύνη τους δε αυτή υφίσταται και κατά τα άρθρα 914, 919 ΑΚ, όταν η ζημιογόνος πράξη τους, στρεφόμενη κατά της εταιρίας, αποτελεί και αδικοπραξία, με την έννοια των διατάξεων των εν λόγω άρθρων. Στην περίπτωση αυτή, όταν δηλαδή η ζημιογόνος πράξη, που αποτελεί και αδικοπραξία, στρέφεται κατά του νομικού προσώπου της εταιρίας, την αξίωση προς αποζημίωση έχει το αμέσως ζημιωθέν νομικό πρόσωπο της εταιρίας, νομιμοποιούμενο να εγείρει την οικεία αγωγή κατά των μελών της διοίκησης, κατά τους όρους του άρθρου 22β του ν. 2190/1920. Οι κατ' ιδίαν μέτοχοι της ανώνυμης εταιρίας, τυχόν υφιστάμενοι έμμεση ζημία, που μπορεί να συνίσταται στην πτώση της χρηματιστηριακής αξίας των μετοχών ή τη μείωση της εσωτερικής αξίας τους ή τη διανομή μικρότερου μερίσματος, δεν έχουν και αυτοί παράλληλα αξίωση αποζημίωσης για τη ζημία τους αυτή, γιατί δεν είναι οι αμέσως από την αδικοπραξία ζημιωθέντες. Ωστόσο, κατά λογική ακολουθία των προεκτεθέντων, έχουν και οι μέτοχοι αυτοτελή αξίωση αποζημίωσης κατά των μελών της διοίκησης της εταιρίας, όταν η ζημιογόνος πράξη των τελευταίων, αυτοτελώς θεωρούμενη, συνιστά συγχρόνως και παράνομη επέμβαση στην υπόσταση του μετοχικού δικαιώματος, συνιστά δηλαδή και ως προς τους μετόχους αδικοπραξία, από την οποία απορρέει άμεση και αυτοτελής υποχρέωση προς αποζημίωση (ΑΠ 413/2020, ΑΠ 1298/2006). Περαιτέρω, από τη διάταξη του άρθρου 919 ΑΚ, η οποία ορίζει ότι όποιος από πρόθεση ζημίωσε άλλον κατά τρόπο αντίθετο προς τα χρηστά ήθη έχει υποχρέωση να τον αποζημιώσει, προκύπτει ότι κύριο γνώρισμα της αδικοπραξίας που προβλέπεται από τη διάταξη αυτή είναι η προσβολή των χρηστών ηθών από την επιχειρηθείσα με πρόθεση πράξη του υπαιτίου ή από την παράλειψη αυτού, η δε αντίθεση προς τα χρηστά ήθη, των οποίων η έννοια είναι νομική, εξετάζεται αντικειμενικά και με κριτήριο τις ιδέες του κατά τη γενική αντίληψη, χρηστώς και εμφρόνως, σκεπτόμενου κοινωνικού ανθρώπου. Ειδικότερα, προκειμένου να κριθεί αν στη συγκεκριμένη περίπτωση συμπεριφοράς υπάρχει αντικειμενική αντίθεση προς τα χρηστά ήθη, υπό την ανωτέρω έννοια (την οποία δεν αποκλείει η ύπαρξη σχετικού δικαιώματος), συνεκτιμώνται τα κίνητρα, ο σκοπός του υποκειμένου της συμπεριφοράς, το είδος των μέσων που χρησιμοποιήθηκαν και όλες οι λοιπές περιστάσεις πραγμάτωσης της συμπεριφοράς. Αναφορικά με την πρόθεση δεν απαιτείται να ενήργησε το πρόσωπο τη ζημιογόνα πράξη ή παράλειψη προς τον αποκλειστικό σκοπό της βλάβης του άλλου, αλλά αρκεί η θέλησή του για την επελθούσα ζημία και παρόλα αυτά δεν απέσχε από την πράξη ή παράλειψη, από την οποία επήλθε η ζημία. Η διάταξη του άρθρου 919 ΑΚ αποτελεί το αναγκαίο συμπλήρωμα του άρθρου 914 ΑΚ και είναι νομικά δυνατό συγκεκριμένη συμπεριφορά του υπαιτίου προσώπου να είναι αντίθετη τόσο προς την πρώτη όσο και προς τη δεύτερη από τις διατάξεις αυτές (ΑΠ 1121/2019, ΑΠ 212/2018, ΑΠ 419/2018). Εξάλλου, περίπτωση που εμπίπτει στη διάταξη του άρθρου 919 ΑΚ, είναι και εκείνη κατά την οποία κάποιος, με πρόθεση και κατά τρόπο αντίθετο στα χρηστά ήθη, ματαιώνει την ελπίδα ή την πιθανότητα άλλου για την απόκτηση δικαιώματος ή κάποιου αγαθού. Τέλος, δικαιούχος της αποζημίωσης δεν είναι οποιοσδήποτε που ζημιώθηκε από την «από πρόθεση» ανήθικη συμπεριφορά του δράστη, αλλά μόνο εκείνος, έναντι ακριβώς του οποίου η συμπεριφορά του ζημιώσαντος αντίκειται στα χρηστά ήθη, ο οποίος έτσι είναι και ο αμέσως ζημιωθείς. Επομένως και οι μέτοχοι ανώνυμης εταιρίας μπορούν να στραφούν, υπό τις προϋποθέσεις της προαναφερόμενης διάταξης, κατά των οργάνων της εταιρίας, όταν δηλαδή η συμπεριφορά των τελευταίων, έναντι ακριβώς αυτών, αντίκειται στα χρηστά ήθη. Με όλα τα παραπάνω δεδομένα, προδήλως ενεργούν εναντίον των χρηστών ηθών και οι μέτοχοι ανώνυμης εταιρίας, που έχουν την πλειοψηφία στο διοικητικό συμβούλιο και στη γενική συνέλευσή της, οι οποίοι, με την πρόθεση να αποκομίσουν μόνο οι ίδιοι τα κέρδη από την αναμενόμενη με βεβαιότητα μεγάλη αύξηση των περιουσιακών της στοιχείων και να στερήσουν από τα κέρδη αυτά άλλο μέτοχο της εταιρίας, με μεθοδευμένες και νομιμοφανείς ενέργειες, μεταβιβάζουν τα περιουσιακά αυτά στοιχεία της εταιρίας τους σε άλλη ανώνυμη εταιρία, που οι ίδιοι για το σκοπό αυτό συνιστούν και στην οποία μόνο αυτοί πλέον συμμετέχουν αποκλείοντας έτσι από τη νέα εταιρία τον άλλο μέτοχο (ΑΠ 1214/2021, ΑΠ 1298/2006).

(…)

Έτσι που έκρινε το Εφετείο, δεν παραβίασε ευθέως τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 22β του ν. 2190/1920, 914, 919, 297 και 298 του ΑΚ, τις οποίες ορθά δεν εφάρμοσε γιατί δεν συνέτρεχαν οι όροι και οι προϋποθέσεις για την εφαρμογή τους. Ειδικότερα: α) η επικαλούμενη με την αγωγή ζημία των εναγόντων, η οποία προκλήθηκε από την από πρόθεση συμπεριφορά των εναγομένων, που ασκούσαν το δικαίωμα προς λήψη αποφάσεων στα όργανα της ως άνω εταιρίας συνίσταται στη ζημία αα) από την μη ανέγερση της οικοδομής, εμβαδού 4147 τ.μ., αντίθετα με τα ατύπως συμφωνηθέντα μεταξύ του συνόλου των μερών της εταιρίας, ββ) από την μη αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας της εταιρίας, με τη μεθοδευμένη απόρριψη των προσφορών των εταιριών P.H.** και K.P.** ΑΕ, γγ) από την μη αξιοποίηση της περιουσίας της εταιρίας από την εκ προθέσεως αδράνεια προς εκμετάλλευσή της με άλλες εναλλακτικές λύσεις, απολύτως πρόσφορες και εφικτές, λόγω των σπάνιων χαρακτηριστικών της, δδ) από την συνειδητή, συνεχόμενη επί οκταετία, λειτουργία της εταιρίας για δικούς τους ιδιοτελείς λόγους, εε) από την αδιαφορία της προστασίας των συμφερόντων της εταιρίας με την άσκηση αγωγής κατά των μελών του διοικητικού συμβουλίου της για τις ζημιές που προκάλεσαν στην εταιρία και με την συναίνεσή τους στη λύση και την εκκαθάρισή της, β) η ως άνω επικαλούμενη ζημία των εναγόντων και ήδη αναιρεσειόντων δεν προκλήθηκε από ενέργειες ή παραλείψεις των εναγομένων, οι οποίες στρέφονταν εναντίον των εναγόντων, αλλά από ενέργειες ή παραλείψεις των εναγομένων, που συνιστούσαν κακή διαχείριση των εταιρικών υποθέσεων και προκάλεσαν άμεση ζημία στην εταιρία και έμμεση ζημία στους ενάγοντες μετόχους της μειοψηφίας, επειδή δεν απέκτησαν αυτοί αυτοτελή δικαιώματα στην ακίνητη περιουσία της εταιρίας, είτε με την αυτούσια διανομή της μεταξύ των μετόχων, είτε με την είσπραξη της αξίας του εταιρικού μεριδίου τους και, συνεπώς, η επικαλούμενη ως άνω ζημία διέρχεται από την εταιρική περιουσία, αποτελεί δηλαδή απόρροια της μείωσης της αξίας της εταιρικής περιουσίας, γ) για την αξίωση προς αποζημίωση νομιμοποιείται ενεργητικά μόνον το αμέσως ζημιωθέν νομικό πρόσωπο να ασκήσει σχετική αγωγή κατά των μελών του διοικητικού συμβουλίου και όχι οι έμμεσα ζημιωθέντες μέτοχοι της εταιρίας, οι οποίοι φέρεται να υπέστησαν ζημία από την μεγάλη μείωση ή εκμηδένιση της αξίας των μετοχών τους, δ) η ζημία των εναγόντων μετόχων της μειοψηφίας μπορεί να αποκατασταθεί μόνο διαμέσου του νομικού προσώπου της εταιρίας τους, με την έγερση της εταιρικής αγωγής εναντίον των μελών του διοικητικού συμβουλίου, με την οποία αποκαθίσταται η άμεση ζημία της εταιρίας και η έμμεση ζημία των μετόχων της εταιρίας, από την κακή διαχείριση της εταιρικής περιουσίας εκ μέρους των μελών του διοικητικού συμβουλίου της.



 

ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Η νομολογιακή αντιμετώπιση της αποκατάστασης της άμεσης ζημίας του μετόχου στην ανώνυμη εταιρεία με αφορμή την ΑΠ 1847/2023

 

Στο δίκαιο της Ανώνυμης Εταιρείας παγίως γίνεται δεκτό από τη θεωρία ότι δεν μπορεί να γίνει λόγος για άμεση ζημία του μετόχου οφειλόμενη σε πράξεις και παραλείψεις των μελών του διοικητικού συμβουλίου όταν από αυτές θίγεται η εταιρική περιουσία. 

Ειδικότερα, για τη διάκριση μεταξύ άμεσης και έμμεσης ζημίας κρίσιμο είναι αν η ζημία αυτή διέρχεται από την εταιρική περιουσία ή όχι. Στην περίπτωση της έμμεσης ζημίας, μειώνεται η καθαρή εταιρική περιουσία (είτε λόγω αύξησης του παθητικού, είτε λόγω μείωσης του ενεργητικού της εταιρίας), η δε αποκαλούμενη ζημία του μετόχου είναι η αντανάκλαση αυτής της μείωσης της καθαρής εταιρικής περιουσίας στην εσωτερική αξία των μετοχών του (βλ. χαρακτηριστικά ΑΠ 1285/1980 ΝοΒ 1981. 554). Στην πραγματικότητα, η αναφορά σε έμμεση ζημία είναι ανακριβής και μπορεί να γίνει δεκτή μόνον ως μέσο έκφρασης της αντιδιαστολής με τη μόνη πραγματική, «άμεση» ζημία της εταιρίας. Πράγματι, η διάκριση των περιουσιών μεταξύ μετόχου και εταιρίας και επομένως η ύπαρξη άλλης περιουσίας (της εταιρικής) επί της οποίας αναμφίβολα επέρχεται ζημία, σε συνδυασμό με την αδυναμία εμφάνισης της ίδιας ζημίας σε δύο θέσεις, επιβάλλει να γίνει δεκτό ότι δεν υφίσταται ζημία του μετόχου, υπό καμία εκδοχή (δηλ. ούτε ως έμμεση). Άλλωστε, όταν γίνεται λόγος για έμμεση ζημία, λόγω της οποίας δεν αποκλείεται να προκύπτει ευθύνη προς αποζημίωση, στο γενικό ιδιωτικό δίκαιο, δεν εννοείται μια τέτοια αντανάκλαση της άμεσης ζημίας, αλλά κάτι διαφορετικό: αυτοτελής ζημία, της οποίας ο αιτιώδης σύνδεσμος με τον νόμιμο λόγο ευθύνης είναι συγκριτικά απομακρυσμένος (βλ. τα ανωτέρω Ψαρουδάκη σε Σωτηρόπουλο Δίκαιο ΑΕ τομ. ΙΙ, σ. 1559 επ., με παραπομπή σε Σταθόπουλο, Γενικό ενοχικό δίκαιο, 576-579 και Ελευθεριάδη, Αξιώσεις μετόχων κατά των μελών του ΔΣ της ΑΕ σε 3ο συνέδριο ΕΜΕΟΔ 2019, Ζητήματα Ευθύνης στην Ανώνυμη Εταιρεία, 111).

Άμεση ζημία του μετόχου υπάρχει όταν, χωρίς να θίγεται η εταιρική περιουσία, θίγεται η εν γένει θέση του μετόχου στην εταιρεία κατά παράβαση της αρχής της ισότιμης μεταχείρισης (π.χ. αδικαιολόγητου αποκλεισμού ή περιορισμού του δικαιώματος προτίμησης σε αύξηση κεφαλαίου, μείωσης του ποσοστού συμμετοχής του στην εταιρεία από μη δίκαιη σχέση ανταλλαγής σε περίπτωση μετασχηματισμού - βλ. και Μούζουλας - Αντωνόπουλος, ΑΝΩΝΥΜΕΣ ΕΤΑΙΡΕΙΕΣ σ. 656 επ.).

Η νομολογία (βλ. ΑΠ 1285/1980) εξακολουθούσε μέχρι το έτος 2006 να δέχεται ότι η ζημία του μετόχου είναι μόνο έμμεση (αντανακλαστική) και αποκαθίσταται μόνο μέσω της αποκατάστασης της εταιρικής περιουσίας, κατόπιν ασκήσεως της εταιρικής αγωγής (άρθρα 22α-22β κν. 2190/ 1920 και ήδη 102-105 ν. 4548/2018). Η παραδοχή αυτή βασίζεται στο γεγονός ότι η ανώνυμη εταιρεία είναι νομικό πρόσωπο με δική του ανεξάρτητη περιουσία διακριτή από την περιουσία των μετόχων, οι οποίοι έχουν μόνο τα  παρεχόμενα σ’ αυτούς από το νόμο δικαιώματα, με τα οποία εκφράζεται και η έννομη σχέση που τους συνδέει με την εταιρία. Τα μέλη διοικητικού συμβουλίου της ανώνυμης εταιρίας ευθύνονται, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4548/2018, έναντι του νομικού προσώπου, για τη ζημία που από πταίσμα τους προξένησαν στην εταιρία, η ευθύνη τους δε αυτή υφίσταται και κατά τα άρθρα 914, 919 ΑΚ, όταν η ζημιογόνος πράξη τους, στρεφόμενη κατά της εταιρίας, αποτελεί και αδικοπραξία με την έννοια των διατάξεων των εν λόγω άρθρων. Στο πλαίσιο επομένως της αρχής της αυτοτέλειας του νομικού προσώπου, σε περίπτωση που προκαλείται από τα μέλη της διοίκησης ζημία στο νομικό πρόσωπο της εταιρείας, μόνο νομιμοποιούμενο προς έγερση αγωγής αποζημιώσεως τυγχάνει το ίδιο το νομικό πρόσωπο, ως αμέσως ζημιωθέν. 

Ωστόσο με αρχή την υπ’ αριθ. 1298/2006 του Αρείου Πάγου η απόλυτη αυτή θέση υποχώρησε και αναγνωρίσθηκε στους μετόχους αυτοτελής αξίωση αποζημίωσης κατά των μελών της διοίκησης της εταιρίας, όταν η ζημιογόνος πράξη των τελευταίων, αυτοτελώς θεωρούμενη, συνιστά συγχρόνως και παράνομη επέμβαση στην υπόσταση του μετοχικού τους δικαιώματος, συνιστά δηλαδή και ως προς τους μετόχους αδικοπραξία, από την οποία απορρέει άμεση και αυτοτελής υποχρέωση προς αποζημίωση (ΑΠ 1847/2023, ΑΠ 1214/2021, ΑΠ 413/2020, ΑΠ 1298/2006, ΕφΠειρ 14/2024, ΕφΑθ 2337/2018, ΕφΑθ 6900/2013, Εφ Αθ 4457/2009).

Συναφώς, η νομολογία έχει δεχθεί ότι άμεση ζημία και αυτοτελής αξίωση του μετόχου προς αποζημίωση υπάρχει, ενδεικτικά, στις εξής περιπτώσεις:

- όταν η ζημιογόνος συμπεριφορά των οργάνων της εταιρείας, αυτοτελώς θεωρούμενη, έναντι των μετόχων αντίκειται στα χρηστά ήθη (ΑΠ 1214/2021, ΑΠ 1298/ 2006). Τέτοια περίπτωση συντρέχει και όταν με μεθοδευμένες και νομιμοφανείς ενέργειες μεταβιβάζονται περιουσιακά στοιχεία της εταιρείας σε άλλη εταιρεία που συνιστούν μέτοχοι-μέλη της διοίκησης με πρόθεση να αποκομίσουν μόνον οι ίδιοι τα κέρδη, αποκλείοντας από την νέα εταιρεία τον άλλο μέτοχο (ΑΠ 1214/2021, ΑΠ 1298/2006, βλ. και ΠΠρΠειρ 1338/2020).

- όταν ο μέτοχος, με πρόθεση να αποκομίσει ο ίδιος μόνον όφελος από τα περιουσιακά στοιχεία εταιρειών, τις οποίες αυτός διαχειρίζεται μόνος του και να αποστερήσει το συμμέτοχό του σε ποσοστό 50% αυτές, με μεθοδευμένες και νομιμοφανείς ενέργειες διοχετεύει τα χρήματα των εν λόγω εταιρειών σε άλλες εταιρείες ή διαθέτει αυτά προς όφελος άλλων εταιρειών, στις οποίες συμμετέχει μόνο αυτός, ή μέσω των οποίων τα χρήματα αυτά επενδύονται σε επενδύσεις στις οποίες συμμετέχει μόνον αυτός και αποκρύπτοντας την, με τον τρόπο αυτό, διάθεση των περιουσιακών στοιχείων των εταιρειών, παραπείθει τον συμμέτοχο της μητρικής εταιρείας, ο οποίος αδυνατεί να ελέγξει τα περιουσιακά στοιχεία των θυγατρικών εταιρειών, να του μεταβιβάσει το ανήκον σε αυτόν ποσοστό 50% των μετοχών της μητρικής εταιρείας σε τιμή που δεν αντιπροσωπεύει την αξία της εταιρικής περιουσίας (ΑΠ 1214/2021, ΕφΠειρ 14/2024).

- όταν συντρέχει περίπτωση αδικαιολόγητης μη διανομής κερδών της ΑΕ, εφόσον όμως υπάρχει απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου και της Γενικής Συνέλευσης της ΑΕ για διανομή κερδών (ΑΠ 1755/2011, ΑΠ 225/1998, ΕφΠειρ 14/2024).

- όταν αποκτήθηκαν από επενδυτές μετοχές της εταιρείας συνεπεία απατηλών ή ελλιπών δηλώσεων του Διοικητικού Συμβουλίου για την αξία και τις προοπτικές της ΑΕ και άρα την αξία των διατιθεμένων στο κοινό τίτλων (ΠΠρΑθ 4088/2011, ΠΠρΑθ 10370/1997).

- όταν κατόπιν σειράς διαπιστωθεισών από το ελεγκτικό όργανο παρανομιών της διοίκησης της (τραπεζικής) εταιρείας ανακλήθηκε η άδεια λειτουργίας της, με αποτέλεσμα να θίγεται καίρια η υπόσταση του μετοχικού δικαιώματος εξ αιτίας της αδικοπρακτικής συμπεριφοράς των διοικούντων με την μορφή των άρθρ. 914 ΑΚ σε συνδυασμό με το άρθρ. 386 ΠΚ, αλλά και με τη μορφή της αντίθεσης στα χρηστά ήθη 919 ΑΚ, καθόσον αυτή εκφεύγει των ορίων της παρασχεθείσας από την Γενική Συνέλευση των μετόχων και το νόμο συνετούς διοίκησης, ενώ με την αδικοπρακτική συμπεριφορά μηδενίστηκε η αξία των μετοχών, ούτε αυτές είναι εμπορεύσιμες (ΜΠρΑθ 12468/ 2012).

Αντιθέτως έχει κριθεί ότι οι μέτοχοι δεν υφίστανται άμεση ζημία ενδεικτικά στις περιπτώσεις:

- πτώσης της χρηματιστηριακής αξίας των μετοχών (ΑΠ 1214/2021, ΑΠ 1888/2005, ΑΠ 1285/1980, ΕφΠειρ 14/ 2024, ΕφΑθ 877/2014, ΕφΑθ 6900/2013, ΕφΑθ 5864/ 2011, ΜΔιοικΠρΑθ 365/2019).

- μείωσης της εσωτερικής αξίας της μετοχής (ΑΠ 1214/ 2021, ΑΠ 1888/2005, ΑΠ 1285/1980, ΕφΠειρ 14/2024, Εφ Αθ 877/2014, ΕφΑθ 6900/2013, ΕφΑθ 5864/2011, ΜΠρΑθ 9669/2014, ΜΔιοικΠρΑθ 365/2019).

- διανομής μικρότερου μερίσματος (ΑΠ 1214/2021, ΑΠ 1888/2005, ΑΠ 1285/1980, ΕφΠειρ 14/2024, ΕφΑθ 877/ 2014, ΕφΑθ 6900/2013, ΜΠρΑθ 9669/2014, ΜΔΠΑ 365/ 2019).

- υπεξαίρεσης της εταιρικής περιουσίας, διότι στην περίπτωση αυτή η ζημία του μετόχου είναι αντανακλαστική της ζημίας της εταιρείας (ΑΠ 1285/1980, ΕφΠειρ 14/2024, ΕφΑθ 5864/2011 ).

- κακής διαχείρισης, έστω και με δόλια προσβολή της περιουσίας της εταιρείας (ΠΠρΠειρ 1338/2020).

- άσκησης από τα μέλη του ΔΣ πράξεων παρασιτικού ανταγωνισμού μέσω της σύστασης εταιρείας εγκατασταθείσας στο ίδιο κτήριο με την Α.Ε, εκμεταλλευόμενα την φήμη και την τεχνογνωσία της με σκοπό την αύξηση των προσωπικών τους κερδών (ΕφΑθ 2337/2018).

 

ΙΩΑΝΝΑ ΚΑΡΑΧΑΛΙΟΥ

Δικηγόρος