ΑΠ 64/2024

73
2025
05

 

Άρειος Πάγος (Α2΄ Τμήμα)

Αριθ. 64/2024

 

Πρόεδρος: Θ. Κανελλόπουλος, Αντιπρόεδρος

Εισηγήτρια: Β. Πάπαρη, Αρεοπαγίτης

Δικηγόροι: Β. Σπανουδάκης, Β. Χειρδάρης

 

Σύμβαση έργου. Ευθύνη εργολάβου προς αποζημίωση. Έγκριση εργοδότη. Μη εμφανείς ελλείψεις. Προϋποθέσεις ορισμένου αγωγής. Μείωση της αξίας του έργου (Άρθρα 297, 298, 681, 688-690, 692, 694 ΑΚ, 331, 352, 527, 559 ΚΠολΔ).

 

(…)  Κατά το άρθρο 681 ΑΚ «με τη σύμβαση έργου ο εργολάβος έχει υποχρέωση να εκτελέσει το έργο, και ο εργοδότης, να καταβάλλει τη συμφωνημένη αμοιβή». Εξάλλου, από τις διατάξεις των άρθρων 688 - 690 ΑΚ που καθορίζουν λεπτομερώς την ευθύνη του εργολάβου αναλόγως με τη φύση των ελαττωμάτων και ελλείψεων, τα οποία φέρει το έργο που εκτελέστηκε από αυτόν, προκύπτει ότι ο εργοδότης δικαιούται να απαιτήσει: α) σε περίπτωση επουσιωδών ελαττωμάτων, είτε τη διόρθωση αυτών, είτε την ανάλογη μείωση της αμοιβής, β) σε περίπτωση ουσιωδών ελαττωμάτων, τα οποία καθιστούν το έργο άχρηστο, ή έλλειψης των συνομολογηθεισών ιδιοτήτων, είτε τη διόρθωση, είτε την ανάλογη μείωση της αμοιβής, είτε αντί αυτών να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση και γ) σε περίπτωση κατά την οποία οι ελλείψεις του έργου, ανάγονται, είτε σε ουσιώδη είτε σε επουσιώδη ελαττώματα, όσο και σε συμφωνημένες ιδιότητες, που οφείλονται σε υπαιτιότητα του εργολάβου, ο εργοδότης δικαιούται, αντί υπαναχωρήσεως ή μειώσεως της αμοιβής, να απαιτήσει αποζημίωση για κάθε ζημία, η οποία προήλθε από το γεγονός ότι o εργολάβος δεν ανταποκρίθηκε υπαιτίως στις εκ της συμβάσεως υποχρεώσεις του να κατασκευάσει έργο που να φέρει τις συμφωνημένες ιδιότητες και χωρίς ελαττώματα (ΑΠ 162/2020). Έτσι, ο εργοδότης που επιδιώκει αποζημίωση με βάση το άρθρο 690 ΑΚ, όπως το τελευταίο ίσχυε πριν από την αντικατάστασή του με το άρθρο 1 § 2 του ν.3043/2002, οφείλει να επικαλεστεί στην αγωγή του, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 216 §§ 1 και 2 ΚΠολΔ, και να αποδείξει: α) την κατάρτιση της σύμβασης έργου, β) ότι το έργο εκτελέστηκε, γ) ότι το εκτελεσθέν έργο έχει ελλείψεις, που πρέπει να προσδιορίζονται, χωρίς να ενδιαφέρει η διάκρισή τους σε ουσιώδεις ή επουσιώδεις, και δ) τη ζημία που υπέστη από τις ελλείψεις του έργου, η οποία τελεί σε λογική ακολουθία με το ποσό της αποζημίωσης που ζητεί. Απαιτείται ακόμη για την ευθύνη του εργολάβου προς αποζημίωση και υπαιτιότητά του, την οποία όμως δεν υποχρεούται να επικαλεσθεί και αποδείξει ο εργοδότης, αλλά αρνητικά ο εργολάβος, επικαλούμενος έλλειψη υπαιτιότητας του ιδίου ή των προσώπων που χρησιμοποίησε για να εκτελέσει το έργο (ΑΠ 49/2022, ΑΠ 1273/ 2018, ΑΠ 985/2015, ΑΠ 156/ 2001). Από τις πιο πάνω διατάξεις προκύπτει ότι η ενάσκηση της εκ του άρθρου 690 ΑΚ αξίωσης του εργολάβου, προϋποθέτει, εκτελεσθέν και παραδοθέν ή προσφερθέν προς παράδοση έργο, έστω και ελαττωματικό (ΑΠ 1263/ 2022, ΑΠ 162/2020, ΑΠ 203/2019, ΑΠ 345/2018, ΑΠ 1487/2017, ΑΠ 1273/ 2017, ΑΠ 361/2014,ΑΠ 1409/2010, ΑΠ 40/2010, ΑΠ 930/2004,ΑΠ 852/ 2003). Ως παράδοση του έργου νοείται η εκπλήρωση της κυρίας υποχρεώσεως του εργολάβου, συνισταμένη στην εκτέλεση και προσπόριση του έργου στον εργοδότη, στην περιέλευση δηλαδή αυτού στη σφαίρα εξουσιάσεως του τελευταίου, υπό την προϋπόθεση ότι το έργο είναι το προσήκον, ήτοι δεν είναι εντελώς διάφορο του συμφωνηθέντος, διότι τότε ο εργολάβος δεν θεωρείται ότι προεκπλήρωσε την παροχή του, ώστε να δικαιούται κατ' άρθρο 694 ΑΚ την συμφωνηθείσα αμοιβή του. Το ποσό της μείωσης προσδιορίζεται με τη μέθοδο του σχετικού υπολογισμού, δηλαδή, η διαφορά που υφίσταται ανάμεσα στην αξία του έργου, χωρίς την έλλειψη και στην αξία τούτου με την έλλειψη. Κρίσιμος χρόνος για τον υπολογισμό της μείωσης είναι ο χρόνος παράδοσης του έργου (ΑΠ 1263/2022, ΑΠ 1327/2014, ΑΠ 423/1998). Στην απαλλαγή του εργολάβου από την ευθύνη του για ελλείψεις του έργου και συνεπώς στην κατάλυση του δικαιώματος του εργοδότη για αποζημίωση, οδηγεί, κατά το άρθρο 692 ΑΚ, και η έγκριση του έργου από τον εργοδότη, εκτός αν οι ελλείψεις δεν μπορούσαν να διαπιστωθούν με κανονική εξέταση, όταν έγινε η παραλαβή του έργου, ή αν ο εργολάβος τις απέκρυψε με δόλο. Έγκριση είναι η επιδοκιμασία του έργου από το εργοδότη, με την οποία αυτός αναγνωρίζει ότι το έργο δεν έχει ελλείψεις. Η έγκριση, που προϋποθέτει πραγματική παράδοση του έργου, μπορεί να είναι ρητή, με την έννοια ότι ο εργοδότης δήλωσε ότι το έργο εκτελέστηκε σύμφωνα με τους όρους και τις προδιαγραφές της εργολαβικής σύμβασης, ή σιωπηρή, που μπορεί να συναχθεί από την ανεπιφύλακτη ή χωρίς διαμαρτυρία παραλαβή του έργου από τον εργοδότη, η οποία, περαιτέρω, προκύπτει και από τη μη έγερση αξίωσης κατά του εργολάβου εντός εύλογου χρόνου (ΑΠ 1254/2018, ΑΠ 1129/2017, ΑΠ 226/2012, ΑΠ 1199/2007). Προκύπτει έτσι όχι μόνο δικαίωμα, αλλά και υποχρέωση του εργοδότη να εξετάσει το έργο, που του παραδίδεται, και αναλόγως να το εγκρίνει ή να αρνηθεί την έγ­κρισή του, αν έχει ελλείψεις, διαφορετικά, αν δηλαδή παραλάβει το έργο χωρίς να το εξετάσει, φέρει αυτός τον κίνδυνο των ελλείψεων και υποχρεούται να καταβάλλει στον εργολάβο τη συμφωνημένη αμοιβή του παρά την ύπαρξη ελλείψεων, εκτός αν συντρέχει κάποια από τις παραπάνω εξαιρέσεις του άρθρου 692 ΑΚ. Η εξέταση του έργου θεωρείται κανονική, αν γίνει είτε από τον ίδιο τον εργολάβο ή από αντιπρόσωπό του ή και από τρίτο πρόσωπο στο οποίο ανατέθηκε η εξέταση και έγκριση του έργου, είτε από ειδικό που έχει τις αναγκαίες γνώσεις, αν κατά τις αντιλήψεις των συναλλαγών και την καλή πίστη οι ελλείψεις του συγκεκριμένου έργου δεν μπορούν να γίνουν αντιληπτές από οποιονδήποτε (ΑΠ 819/ 2019, ΑΠ 447/2016, ΑΠ 1511/2014). Παρά την έγ­κριση του εργοδότη ο εργολάβος ευθύνεται για τις ελλείψεις του έργου, αν αυτές δεν μπορούσαν να διαγνωσθούν με την παραπάνω εξέταση αυτού κατά την παραλαβή του και μάλιστα είτε έγινε η «κανονική» εξέταση, είτε όχι (ΑΠ 361/2014, ΑΠ 226/2012, ΑΠ 46/2012, ΑΠ 1804/2001), είτε όταν ο εργολάβος απέκρυψε τις ελλείψεις αυτές με δόλο (ΑΠ 1216/ 2020) … 3. Με τον πρώτο λόγο αναίρεσης, αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια από τον αριθμό 8β του άρθρου 559 ΚΠολΔ, συνιστάμενη στο ότι το Εφετείο, δεν έλαβε υπόψη του και δεν εξέτασε τον ισχυρισμό του αναιρεσείοντος (ένσταση) περί αοριστίας της στηριζόμενης στις διατάξεις των άρθρων 688-690 ΑΚ αγωγικής αξίωσης, τον οποίο πρότεινε τόσο ως εκκαλών με την έφεσή του κατά της υπ'αριθμ.68/2014 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Λασιθίου, όσο και ως εφεσίβλητος στην έφεση των αναιρεσιβλήτων κατά της ίδιας απόφασης με τις προτάσεις του και επανέφερε ως εφεσίβλητος με τις από 8.4.2021 προτάσεις του στο δικαστήριο της παραπομπής Τριμελές Εφετείο Ανατολικής Κρήτης, παραπονούμενος για την μη απόρριψη αυτής ως αόριστης, λόγω μη αναφοράς σ’ αυτή (αγωγή) ότι παραδόθηκε και παραλήφθηκε το εκτελεσθέν έργο και λόγω μη αναφοράς των ελλείψεων του έργου, καθώς και του μέτρου μείωσης της αξίας αυτού λόγω των παραπάνω ελλείψεων. Ο λόγος αυτός παραδεκτά προτείνεται από τον αναιρεσείοντα, ενόψει του ότι αυτός προέβαλε ως εφεσίβλητος, με τις μετ’ αναίρεση προτάσεις του στο δικαστήριο της παραπομπής, ισχυρισμό περί αοριστίας κατ' άρθρ. 527 αριθ. 3 ΚΠολΔ, είναι, όμως, αβάσιμος, διότι το Εφετείο με το να προχωρήσει στην έρευνα της ουσίας της ένδικης αγωγής του αρχικώς ενάγοντος και να την κρίνει βάσιμη κατ' ουσίαν κατά ένα μέρος, δεχόμενο ως βάσιμο τους λόγους των εφέσεων περί εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής του νόμου και περί κακής εκτίμησης των αποδείξεων, κατά λογική αναγκαιότητα δέχθηκε και ότι η αγωγή κατά το επίδικο αίτημά της είναι ορισμένη και, συνεπώς, εκ του πράγματος έλαβε υπόψη και απέρριψε σιωπηρά τον πιο πάνω ισχυρισμό του αναιρεσείοντος περί αοριστίας ως αβάσιμο κατ' ουσίαν. Περαιτέρω, η αγωγή, κατά το ίδιο ως άνω αίτημα, με βάση το περιεχόμενο που προεκτέθηκε, είναι ορισμένη, καθόσον περιέχει όλα τα απαιτούμενα από τον νόμο στοιχεία, όπως αυτά αναλύθηκαν στην αρχή, ήτοι την κατάρτιση της σχετικής συμβάσεως, το εκτελεσθέν έργο, την ύπαρξη σ' αυτό ουσιωδών ελαττωμάτων και τη ζημία του αρχικώς ενάγοντος. Αρκούσε δε η αναφορά για εκτέλεση και προσπόριση του έργου στον αρχικώς ενάγοντα εργοδότη, χωρίς ν’ απαιτείται να εμπεριέχεται στην αγωγή ,για την πληρότητα και το ορισμένο αυτής, η πανηγυρική αναφορά για παράδοση και παραλαβή του έργου. Περαιτέρω, αναφέρονται στην αγωγή οι ελλείψεις του συμφωνηθέντος έργου (καθαρό ύψος διαμερισμάτων 2,45 μέτρα αντί 2,60 μέτρων των σχεδίων τομής του κτιρίου, πλάτος παραθύρων και λουτρών 0,43 μέτρα αντί των 0,75 μέτρων της οικοδομικής άδειας και των σχεδίων, εγκλωβισμός τους-των παραθύρων-από δοκό του οπλισμένου σκυροδέματος που έχει κατασκευασθεί στην εξωτερική πλευρά τους), το εμβαδόν κάθε διαμερίσματος 101,60 τετ.μέτρα, η μείωση της αξίας καθενός τούτων από τα παραπάνω ελαττώματα, ανερχόμενη κατά τον χρόνο παράδοσης του έργου σε 17.608,22 ευρώ για το καθένα, λόγω των ελαττωμάτων των λουτρών και η υποχρέωση εκτέλεσης του παραπάνω έργου χωρίς τα ελαττώματα, βάσει των σχετικών προσυμφώνων, των σχεδιαγραμμάτων και της οικοδομικής άδειας. Επομένως, εφόσον το Εφετείο δέχθηκε ότι η αγωγή είναι ορισμένη και ερεύνησε κατ' ουσίαν αυτήν, ορθώς δεν εκήρυξε ακυρότητα και ο πρώτος λόγος της αιτήσεως αναιρέσεως, με το οποίο αποδίδεται στο Εφετείο και η πλημμέλεια από το άρθρο 559 αριθ. 14 ΚΠολΔ,είναι αβάσιμος … Στην προκειμένη περίπτωση, το Εφετείο δέχθηκε, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, κατά το ενδιαφέρον τον αναιρετικό έλεγχο μέρος, τα ακόλουθα: «Με τις υπ' αριθ. …/2004 και …/2011 τελεσίδικες αποφάσεις του Εφετείου Κρήτης, που εκδόθηκαν μεταξύ των αυτών διαδίκων, κρίθηκαν τα ακόλουθα, που αποτελούν προδικαστικό ουσιαστικό ζήτημα κατά τη διάταξη του άρθρου 331 ΚΠολΔ στην παρούσα υπόθεση: Με το υπ' αριθ. …/2.7.1991 προσύμφωνο του συμβολαιογράφου Σ.Θ.Β. Γ.Μ., κύριος οικοπέδου έκτασης 381,10 τ.μ., που βρίσκεται στη θέση Ξ.Σ.Λ., ανέθεσε στον εναγόμενο εργολάβο (αναιρεσείοντα) την ανέγερση σε αυτό πολυώροφης οικοδομής σύμφωνα με τα συνημμένα στο προσύμφωνο αυτό σχεδιαγράμματα του αρχιτέκτονα- μηχανικού Α.Κ. Ως αμοιβή του εναγομένου ορίστηκε η μεταβίβαση σε αυτόν των οριζόντιων αυτοτελών ιδιοκτησιών που στη συνέχεια καθορίστηκαν με το …/5.6.1992 συμβόλαιο σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας του συμβολαιογράφου Σ.Θ.Β., που μεταγράφηκε νόμιμα. Ειδικότερα, ο ως άνω οικοπεδούχος ανέλαβε την υποχρέωση (όρος με αριθμό 14 του παραπάνω προσυμφώνου) να μεταβιβάσει στον εργολάβο ή στα πρόσωπα που θα υποδείξει αυτός, (ο εργολάβος), όλα τα ποσοστά εξ αδιαιρέτου στο οικόπεδο που συμφωνήθηκαν με το εργολαβικό αυτό ή να προσυμφωνήσει την πώλησή τους, αμέσως μόλις εκδοθεί η άδεια ανέγερσης της οικοδομής και μόλις του το ζητήσει ο εργολάβος, τις οκτώ αποθήκες του υπογείου, το υπό στοιχείο Ι2 διαμέρισμα του ισογείου, το υπό στοιχείο Α2 διαμέρισμα του πρώτου ορόφου, το υπό στοιχείο Β2 διαμέρισμα του δευτέρου ορόφου και τα υπό στοιχεία Γ1 και Γ2 διαμερίσματα του τρίτου ορόφου, όπως αυτά περιγράφονται στην πιο πάνω πράξη σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας, με τα αναλογούντα ποσοστά επί του εδάφους. Ο ενάγων-οικοπεδούχος θα κρατούσε τα με στοιχεία Ι1, Α1 και Β1 διαμερίσματα του ισογείου, δευτέρου ορόφου αντίστοιχα, έκτασης του καθενός 101,60 τμ με αντιστοιχούντα για το καθένα ποσοστά επί του εδάφους 139/1000. Με τη σύμβαση αυτή προβλεπόταν η κατασκευή της οικοδομής μέχρι το μπετόν, δηλαδή το σκελετό αυτής. Ο εναγόμενος μέχρι τον Οκτώβριο του 1992 είχε κατασκευάσει το έργο που του ανατέθηκε σύμφωνα και με την …/13.1. 1992 οικοδομική άδεια της πολεοδομίας Σητείας. Μετά από αυτά, με το …/1.10.1992 προσύμφωνο πώλησης του συμβολαιογράφου Σ.Θ.Β., ο ενάγων οικοπεδούχος υποσχέθηκε να μεταβιβάσει λόγω πωλήσεως στον εναγόμενο εργολάβο το με στοιχείο Ι1 διαμέρισμα του ισογείου, που, κατά τη σύμβαση αντιπαροχής, θα παρέμενε σε αυτόν, με την υποχρέωση του εργολάβου να προβεί στις εργασίες εσωτερικής και εξωτερικής τοιχοποιίας, εξωτερικών και εσωτερικών ασβεστοκονιαμάτων, υδραυλικών, ηλεκτρικών και αποχετευτικών εγκαταστάσεων, των εξωτερικών κουφωμάτων, των άλλων δύο διαμερισμάτων που λάμβανε από την αντιπαροχή στον πρώτο και δεύτερο όροφο της οικοδομής, καθώς και των κουφωμάτων του διαμερίσματος του πρώτου ορόφου αξίας 500.000 δραχμών και να καταβάλλει τις εισφορές του ΙΚΑ και άλλων ταμείων και τους φόρους. Σύμφωνα με τη σύμβαση αυτή, οι εν λόγω εργασίες έπρεπε να παραδοθούν στον οικοπεδούχο μέχρι την 30.6.1993. Περαιτέρω, συμφωνήθηκε ότι η δαπάνη των κοινοχρήστων και κοινοκτήτων μερών της οικοδομής που αναλογούσε στα διαμερίσματα που παρέμεναν στον οικοπεδούχο θα βάρυνε εξ ολοκλήρου τον ίδιο τον οικοπεδούχο. Τον Δεκέμβριο του 1992 ο ενάγων οικοπεδούχος με το …/18.12.1992 συμβόλαιο γονικής παροχής του συμβολαιογράφου Σ.Θ.Β. μεταβίβασε τα δύο πιο πάνω διαμερίσματα με τα αναλογούντα ποσοστά επί του εδάφους στα τέκνα του και ειδικότερα στον Ε.Μ. (πρώτο αναιρεσίβλητο) το με στοιχείο Α1 διαμέρισμα του πρώτου ορόφου και στον Ν.Μ. (δεύτερο αναιρεσίβλητο) το με στοιχείο Β1 διαμέρισμα του δευτέρου ορόφου, παρέμενε ωστόσο ο ίδιος αντισυμβαλλόμενος του εναγομένου εργολάβου και φορέας των δικαιωμάτων που απορρέουν από τη μεταξύ τους σύμβαση. Σε εκτέλεση της τελευταίας μεταξύ του πρώτου ενάγοντος και του εναγομένου συμβάσεως, ο εναγόμενος προέβη στις συμφωνηθείσες εργασίες, για τις οποίες ο ενάγων ισχυρίζεται ότι υπάρχουν ελλείψεις και ελαττώματα στους κοινόχρηστους χώρους και στα διαμερίσματα Α1 και Β1. Με την αριθ. …/ 2011 απόφαση απορρίφθηκε στη συνέχεια η αγωγή ως προς τον ενάγοντα Γ. Μ. ως απαράδεκτη λόγω της επικουρικής εναγωγής για τις ίδιες αξιώσεις σε σχέση με τους ομοδίκους του Ν. και Ε.Μ.. Ο ενάγων (Γ.Μ.), άσκησε κατά του εναγομένου την κρινόμενη αγωγή επί της οποίας εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, η οποία έκανε δεκτή κατά ένα μέρος την αγωγή και υποχρέωσε τον τελευταίο να του καταβάλλει το ποσό των 38.150,44€ με το νόμιμο τόκο από 26.3. 1998 (χρόνο επίδοσης της προαναφερόμενης αγωγής), μέχρι την εξόφληση. Μετά την άσκηση εφέσεων από τους διαδίκους κατά της απόφασης αυτής εκδόθηκε η με αριθ. …/2017 απόφαση του Δικαστηρίου αυτού, η οποία εξαφάνισε την εκκαλουμένη απόφαση και απέρριψε την αγωγή. Ειδικότερα ως προς τα αιτήματα αποζημίωσης για τις ελλείψεις και τα ελαττώματα στους κοινόχρηστους χώρους και στα διαμερίσματα απέρριψε αυτά, δεχόμενη ότι έχουν υποκύψει στη δεκαετή παραγραφή του άρθρου 693 ΑΚ. Κατά της απόφασης αυτής ασκήθηκε αναίρεση από τους ενάγοντες (ενν.τους εξ απογραφής κληρονόμους του αρχικώς ενάγοντος) και επ' αυτής εκδόθηκε η με αριθμό 826/2021 [ορθόν: 2020] απόφαση του Αρείου Πάγου, η οποία αναίρεσε την απόφαση αυτή (…/2017) ως προς την προναφερόμενη διάταξη, δεχόμενο ότι η άσκηση της πρώτης αγωγής, η οποία απορρίφθηκε ως απαράδεκτη λόγω της απαγορευμένης διαζευκτικής εναγωγής περισσοτέρων προσώπων, δεν επιφέρει ακυρότητα και ως εκ τούτου ισχύουν οι έννομες συνέπειές της άσκησής της, μεταξύ των οποίων και η διακοπή της παραγραφής … Από τα προαναφερόμενα αποδεικτικά μέσα στη συνέχεια αναφορικά με τις ελλείψεις και ελαττώματα των διαμερισμάτων Α1 και Β1 αποδείχθηκαν τα εξής: Το μικτό ύψος των διαμερισμάτων (από το κάτω μέρος κάτω πλάκας μέχρι κάτω μέρος πάνω πλάκας, δηλαδή μπετόν και επικαλύψεις δαπέδου) είναι 2,80 μέτρα, όσο δηλαδή προβλέπεται από το με αριθ. …/2.7.991 προσύμφωνο μεταβίβασης ποσοστών και εργολαβική σύμβαση και το με αριθ. …/5.6.1992 συμβόλαιο σύστασης οριζοντίου ιδιοκτησίας και αναφέρεται στο σχέδιο της τομής του κτιρίου (το καθαρό ύψος δεν αναφέρεται). Το καθαρό ύψος του διαμερίσματος είναι 2,45 μέτρα, ύψος που απέχει κατά πολύ (0,15) από το καθαρό ύψος που αναφέρεται στο σχέδιο της τομής του κτιρίου, όπου το μικτό ύψος αναλύεται σε 2,60 μέτρα (καθαρό ύψος+0,20 μ. (μπετόν και επικαλύψεις δαπέδου)=2,80 μέτρα μείωσης αυτής το ύψος των διαμερισμάτων θεωρείται μικρό (βλ.σχετ.την από Οκτώβριο 2001 πραγματογνωμοσύνη του πολιτικού μηχανικού Γ.Τ., καθώς και τη με χρονολογία 4.12.1997 τεχνική έκθεση του πολιτικού μηχανικού Χ.Λ.) και η εμπορική τους αξία μειώνεται κατά την κρίση του Δικαστηρίου σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής στο 8% της αξίας τους. Επομένως λαμβάνοντας υπόψη ότι η αξία κάθε διαμερίσματος εκτάσεως 101 τ.μ. ανερχόταν χωρίς το ελάττωμα στο ποσό των 89.273, 66€ η μείωση της αξίας τους ανέρχεται σε 7.155€ για το κάθε διαμέρισμα και συνολικά σε 14.310€. Ο ισχυρισμός του εναγομένου σύμφωνα με τον οποίο η διαφορά στο ύψος προέκυψε από την τοποθέτηση εκ μέρους του ενάγοντος μαρμάρων αντί πλακιδίων, γεγονός που συντέλεσε στη μείωση του ύψους του διαμερίσματος, πρέπει ν’ απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος, καθώς δεν αποδείχθηκε από κανένα αποδεικτικό μέσο. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι το πλάτος των παραθύρων στα λουτρά των διαμερισμάτων είναι 0,43μ., ενώ σύμφωνα με τα σχέδια και την οικοδομική άδεια έπρεπε να είναι 0,75μ. και 0,50μ. αντίστοιχα, επιπροσθέτως δε στην εξωτερική τους πλευρά έχει κατασκευαστεί δοκός από οπλισμένο σκυρόδεμα με αποτέλεσμα αυτά να εγκλωβίζονται και να μη λειτουργούν ως μέσο φωτισμού και αερισμού των διαμερισμάτων, όπως προβλεπόταν από την εργολαβική σύμβαση. Λόγω δε του ελαττώματος αυτού η αξία κάθε διαμερίσματος μειώθηκε σύμφωνα με τους κανόνες της λογικής και τα διδάγματα της κοινής πείρας κατά το ποσό των 2.000€ για κάθε διαμέρισμα και συνολικά το ποσό των 4.000€. Επομένως το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο έκρινε διαφορετικά και επιδίκασε στον ενάγοντα το ποσό των 4.000 ευρώ συνολικά (ενν. 2.934 ευρώ) έσφαλε και συνεπώς πρέπει να γίνουν δεκτοί ως ουσιαστικά βάσιμοι οι 1ος και 2ος λόγοι της με αριθ. …/2015 έφεσης (ενν. των εξ απογραφής κληρονόμων του αρχικώς ενάγοντος) και οι αντίστοιχοι των πρόσθετων λόγων και v' απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμοι οι σχετικοί λόγοι της με αριθ. …/2014 έφεσης (ενν. του εναγομένου) ...». Με βάση τις άνω παραδοχές το Εφετείο, αφού δέχθηκε και τις δύο αντίθετες εφέσεις και τους πρόσθετους λόγους της δεύτερης έφεσης, εξαφάνισε την εκκαλουμένη απόφαση, κράτησε και δίκασε την υπόθεση και έκανε δεκτή την από 6.7.2001 αγωγή του αρχικώς ενάγοντος ως προς τα Β1 και Β2 αιτήματά της κατά ένα μέρος και ως ουσιαστικά βάσιμη και υποχρέωσε τον αναιρεσίβλητο να καταβάλει στους αναιρεσείοντες, ως εξ απογραφής κληρονόμους του αρχικώς ενάγοντος, το ποσό των 18.310 € (14.310 +4.000 €), με το νόμιμο τόκο από 26.3. 1998 … Έτσι που έκρινε το Εφετείο, ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 690 και 297.298 ΑΚ, καθόσον τα ανελέγκτως δεκτά γενόμενα ως αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά πληρούσαν το πραγματικό των διατάξεων αυτών και δικαιολογούσαν την παραδοχή της ένδικης αγωγής, δεδομένου ότι, ειδικότερα, σύμφωνα με τις ουσιαστικές παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης, ο αναιρεσείων εργολάβος εκτέλεσε και παρέδωσε στον αρχικώς ενάγοντα το συμφωνηθέν έργο, το οποίο όμως κατά το χρόνο παράδοσης εμφάνιζε, από υπαιτιότητά του, τα ανωτέρω αναλυτικώς αναφερόμενα πραγματικά ελαττώματα ως προς το καθαρό ύψος των διαμερισμάτων και το πλάτος των παραθύρων στα λουτρά αυτών, στην εξωτερική πλευρά των οποίων κατασκευάστηκε δοκός από οπλισμένο σκυρόδεμα, που παρεμπόδιζε τη λειτουργία τους ως μέσου φωτισμού και αερισμού, με αποτέλεσμα να μειωθεί η αξία των διαμερισμάτων και να υποστούν οι αναιρεσίβλητοι, εξ αιτίας των ελαττωμάτων αυτών, ισόποση προς την αναφερόμενη μείωση της αξίας των διαμερισμάτων ζημία, προς αποκατάσταση της οποίας δικαιούνται αυτοί αποζημίωσης από τον εναγόμενο. Περαιτέρω το Εφετείο, υπό τις προεκτεθείσες παραδοχές του, δεν στέρησε την προσβαλλομένη απόφασή του από νόμιμη βάση, καθόσον διέλαβε σ' αυτήν την απαιτούμενη αιτιολογία, που ανταποκρίνεται στο πραγματικό των προδιαληφθεισών ουσιαστικού δικαίου διατάξεων και καθιστά εφικτό τον αναιρετικό έλεγχο περί της ορθής εφαρμογής αυτών, τις οποίες έτσι δεν παραβίασε ούτε εκ πλαγίου, καθόσον αναφέρονται στην απόφαση, με σαφήνεια, επάρκεια και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, που θεμελιώνουν το σαφώς διατυπούμενο αποδεικτικό της πόρισμα. Ειδικότερα, το δευτεροβάθμιο διέλαβε στην απόφασή του α) την κατάρτιση της σύμβασης έργου, σύμφωνα με την οποία ο αναιρεσείων εργολάβος ανέλαβε την υποχρέωση της ανέγερσης, σε οικόπεδο του αρχικώς ενάγοντος, πολυώροφης οικοδομής, σύμφωνα με τα συνημμένα στο σχετικό συμβολαιογραφικό προσύμφωνο σχεδιαγράμματα και την οικοδομική άδεια, και ειδικότερα της κατασκευής των υπό στοιχεία Α1 και Β1 οριζόντιων ιδιοκτησιών, που είχαν περιέλθει στον αρχικώς ενάγοντα (εργοδότη) με συμβολαιογραφική πράξη σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας, β) την κατάρτιση του …/1.10.1992 προσύμφωνου πώλησης του συμβολαιογράφου Σ.Θ.Β., με το οποίο ο ενάγων οικοπεδούχος υποσχέθηκε να μεταβιβάσει λόγω πωλήσεως στον εναγόμενο εργολάβο το με στοιχείο Ι1 διαμέρισμα του ισογείου, που κατά τη σύμβαση αντιπαροχής θα παρέμενε σε αυτόν, με την υποχρέωση του εργολάβου να προβεί στις εργασίες εσωτερικής και εξωτερικής τοιχοποιίας, εξωτερικών και εσωτερικών ασβεστοκονιαμάτων, υδραυλικών, ηλεκτρικών και αποχετευτικών εγκαταστάσεων, των εξωτερικών κουφωμάτων, των άλλων δύο διαμερισμάτων που λάμβανε από την αντιπαροχή στον πρώτο και δεύτερο όροφο της οικοδομής, καθώς και των κουφωμάτων του διαμερίσματος του πρώτου ορόφου, με χρόνο παράδοσης των εργασιών αυτών μέχρι τις 30.6.1993, γ) την εκτέλεση του έργου και την παράδοση αυτού το έτος 1995 στον αρχικώς ενάγοντα, δ) την ύπαρξη των ελαττωμάτων που παρουσιάζει το εκτελεσθέν και παραδοθέν έργο, και ειδικότερα ότι το καθαρό ύψος του διαμερίσματος είναι 2,45 μέτρα, που απέχει κατά πολύ (0,15) από το καθαρό ύψος που αναφέρεται στο σχέδιο της τομής του κτιρίου, όπου το μικτό ύψος αναλύεται σε 2,60 μέτρα (καθαρό ύψος)+0,20 μ. (μπετόν και επικαλύψεις δαπέδου)=2,80 μέτρα, ώστε το ύψος των διαμερισμάτων να θεωρείται μικρό, και ότι «το πλάτος των παραθύρων στα λουτρά των διαμερισμάτων είναι 0,43μ., ενώ σύμφωνα με τα σχέδια και την οικοδομική άδεια έπρεπε να είναι 0,75μ. και 0,50μ. αντίστοιχα, επιπροσθέτως δε στην εξωτερική τους πλευρά έχει κατασκευαστεί δοκός από οπλισμένο σκυρόδεμα με αποτέλεσμα αυτά να εγκλωβίζονται και να μη λειτουργούν ως μέσο φωτισμού και αερισμού των διαμερισμάτων, όπως προβλεπόταν από την εργολαβική σύμβαση, ε) την ζημία που υπέστη ο αρχικώς ενάγων, η οποία τελεί σε λογική ακολουθία με το ποσό της αποζημίωσης, που περιλαμβάνει το ποσό της μείωσης της αξίας των Α1 και Β1 οριζόντιων ιδιοκτησιών (διαμερισμάτων), λόγω των ελαττωμάτων κατά τον χρόνο παράδοσης του έργου και στ) την υπαιτιότητα του αναιρεσείοντος με τη μορφή της αμέλειας, που συνίσταται στο ότι δεν προέβη, ως όφειλε, στην κατασκευή των διαμερισμάτων, όπως προβλέπονταν από την σύμβαση, και επιπλέον κατασκεύασε στην εξωτερική πλευρά των παραθύρων την προαναφερόμενη δοκό, παρεμποδίζοντας το φωτισμό και αερισμό των διαμερισμάτων. Οι παραπάνω παραδοχές αποτελούν πλήρη και σαφή αιτιολογία που στηρίζει επαρκώς το διατακτικό της αποφάσεως, δηλαδή την έννομη συνέπεια που το δικαστήριο της ουσίας δέχτηκε, χωρίς να καταλείπονται λογικά κενά, η παραδοχή δε ότι η διαφορά στο ύψος δεν προέκυψε από την τοποθέτηση εκ μέρους του αρχικώς ενάγοντος μαρμάρων αντί πλακιδίων, αποτελεί συμπέρασμα του δικαστηρίου της ουσίας, που προέκυψε από την εκτίμηση των αποδείξεων. Συνεπώς, ο πρώτος λόγος της αίτησης αναίρεσης, κατά το οικείο σκέλος του, με τον οποίο αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η από τον αριθ. 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ πλημμέλεια της παραβίασης των ανωτέρω ουσιαστικού δικαίου διατάξεων, διότι επιδίκασε αποζημίωση χωρίς να δεχθεί ότι το συμφωνηθέν έργο παραδόθηκε ή προσφέρθηκε στον αρχικώς ενάγοντα, καθώς και ο δεύτερος λόγος της αίτησης αναίρεσης, κατά το οικείο σκέλος του, με τον οποίο αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η από τον αριθ. 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ πλημμέλεια της έλλειψης νόμιμης βάσης λόγω ανεπαρκών και αντιφατικών αιτιολογιών, καθόσον α) ενώ δέχεται ότι το μικτό ύψος των Α1 και Β1 διαμερισμάτων συμφωνήθηκε στα 2,80 μέτρα, δεν διαλαμβάνει παραδοχές για την αιτία διαμόρφωσης του καθαρού ύψους στα 2,45 μέτρα και β) απέρριψε την ένσταση του αναιρεσείοντος εκ του άρθρου 690 ΑΚ περί ελλείψεως υπαιτιότητάς του στην διαμόρφωση του καθαρού ύψους των ως άνω διαμερισμάτων χωρίς αιτιολογία, είναι αβάσιμοι … Με τον ίδιο ως άνω, δεύτερο, λόγο της αίτησης αναίρεσης, αποδίδεται στην προβαλλόμενη απόφαση η από τον αριθ. 8α του άρθρου 559 ΚΠολΔ πλημμέλεια, ότι το Εφετείο, παρά το νόμο, έλαβε υπόψη πράγματα που δεν προτάθηκαν και έχουν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης και ειδικότερα δέχθηκε ότι το εμβαδόν εκάστου των παραπάνω διαμερισμάτων ήταν 101,60 τ.μ., ότι η αξία καθενός διαμερίσματος, χωρίς το ανωτέρω ελάττωμα του μειωμένου ύψους τους, ανέρχεται σε 89.273,66 ευρώ και ακόμη ότι η μείωση της αξίας τους, εξαιτίας του παραπάνω ελαττώματος, ανέρχεται σε ποσοστό 8%, καίτοι δεν περιέχονταν σχετικοί ισχυρισμοί στην ένδικη αγωγή. Ο λόγος αυτός είναι, προεχόντως, απαράδεκτος, διότι τα παραπάνω αναφερόμενα περιστατικά, δεν συνιστούν «πράγματα», κατά την έννοια του άρθρου 559 αριθ. 8 του ΚΠολΔ, αλλά αποτελούν πραγματικά γεγονότα, τα οποία, χωρίς να αποτελούν αυτοτελείς ισχυρισμούς, προέκυψαν από τις αποδείξεις, αναφορικά με την ιστορική βάση της αγωγής, στην οποία, όπως προεκτέθηκε, αναφέρονται τα στοιχεία βάσει των οποίων προσδιορίζεται η μείωση της αξίας των διαμερισμάτων, εξαιτίας του παραπάνω ελαττώματος, το δε δικαστήριο της ουσίας, κατά την αναιρετικά ανέλεγκτη, ως συναγόμενη από τις αποδείξεις, κρίση του, δέχτηκε, αντί των παραπάνω επικληθέντων στοιχείων, ότι προέκυψαν τα γεγονότα, τα οποία αναφέρει στην προσβαλλόμενη απόφασή του, βάσει των οποίων, κατά μερική παραδοχή της ανωτέρω αγωγής, επιδίκασε τα ως άνω ποσά ….  Με τον τρίτο λόγο της αίτησης αναίρεσης, ο αναιρεσείων αποδίδει στην προσβαλλόμενη απόφαση πλημμέλεια από τον αριθ. 8β του άρθρου 559 του ΚΠολΔ, συνιστάμενη στο ότι το Εφετείο δεν έλαβε υπόψη τον αυτοτελή ισχυρισμό του για έγκριση και ανεπιφύλακτη παραλαβή του έργου από τον αρχικώς ενάγοντα εργοδότη που έλαβε χώρα στις 1.10.1992 και τον Απρίλιο του 1993, που τον απαλλάσσει από την ευθύνη για τις ελλείψεις του έργου και καταλύει το δικαίωμα του αρχικώς ενάγοντος για αποζημίωση, ισχυρισμό που προέβαλε πρωτοδίκως και επανέφερε με τους έβδομο και όγδοο λόγους της εφέσεώς του, αλλά και με τις προτάσεις του ως εφεσίβλητος στην έφεση των αναιρεσιβλήτων, επανέλαβε δε με τις προτάσεις του ως εφεσίβλητος στο δικαστήριο της παραπομπής κατά τη μετ’ αναίρεση συζήτηση. Ο λόγος αυτός τυγχάνει αβάσιμος, καθόσον, όπως προκύπτει από το προεκτιθέμενο περιεχόμενο αυτής (προσβαλλομένης), το Εφετείο έλαβε υπόψη τον προβληθέντα ως άνω ισχυρισμό του αναιρεσείοντος και τον απέρριψε, εκ του πράγματος, δεχόμενο, κατά την αναιρετικά ανέλεγκτη, ως συναγόμενη από τις αποδείξεις, κρίση του, ότι σε εκτέλεση της μεταξύ του αρχικώς ενάγοντος και του αναιρεσείοντος συμβάσεως (…/1.10.1992 προσυμφώνου πωλήσεως), ο αναιρεσείων προέβη στις συμφωνηθείσες εργασίες, τις οποίες παρέδωσε το έτος 1995, με ελαττώματα (μικρό ύψος των διαμερισμάτων Α1 και Β1, μικρότερο πλάτος των παραθύρων στα λουτρά τους, ύπαρξη στην εξωτερική τους πλευρά δοκού από οπλισμένο σκυρόδεμα που εγκλωβίζει τα παράθυρα), δεχόμενο έτσι, εμμέσως πλην σαφώς, ότι δεν υπήρξε από την πλευρά του εργοδότη οποιαδήποτε ενέργεια που να υποδηλώνει και να μπορεί να εκληφθεί από τον αναιρεσείοντα ως έγκριση του έργου.

Γ.Σ.Γ.