Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών 2302/2025
Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών
Αριθ. 2302/2025*
Δικαστής: Α. Αλβανού, Πρόεδρος Πρωτοδικών
Εισηγήτρια: Ο. Ζυγογιάννη, Πρωτοδίκης
Δικηγόροι: Ο. Σουροπάνη, Πάρεδρος ΝΣΚ, Ε. Αντωνιάδου, Θ. Παυλίδη
Αναγκαστική εκποίηση ακινήτου με πλειστηριασμό. Άσκηση διεκδικητικής αγωγής λόγω αυτοδίκαιης αναμεταβίβασης της κυριότητας με την πλήρωση της διαλυτικής αίρεσης που είχε τεθεί στο παραχωτητήριο. Καταχρηστική άσκηση δικαιώματος λόγω καθυστερημένης μεταγραφής της πλήρωσης της διαλυτικής αίρεσης, με αποτέλεσμα ο υπερθεματιστής να αγνοεί τη μεταβολή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος του ακινήτου (Άρθρα 202, 281, 1033, 1005, 1017 § 2 ΚΠολΔ 199, 513, 1033, 1192 και 1198 ΑΚ).
[….] Κατά άρθρο 202 ΑΚ, αν με την δικαιοπραξία εξαρτήθηκε η ανατροπή των αποτελεσμάτων της από γεγονός μελλοντικό και αβέβαιο (αίρεση διαλυτική), μόλις συμβεί το γεγονός αυτό, παύει η ενέργεια της δικαιοπραξίας και επανέρχεται αυτοδικαίως η προηγούμενη κατάσταση. Τέτοια διαλυτική αίρεση μπορεί να περιέχεται και στη σύμβαση πώλησης και μεταβίβασης της κυριότητας ακινήτου, υπό αυτή δε τελεί όχι μόνο η κατά το άρθρο 1033 ΑΚ συμφωνία για τη μεταβίβαση της κυριότητας, αλλά και η ενοχική δικαιοπραξία που αποτελεί, κατά την παραπάνω διάταξη, τη νόμιμη αιτία της μεταβίβασης. Όταν η διαλυτική αίρεση πληρωθεί, τότε, κατά τη βούληση των μερών που σαφώς εκφράστηκε και είναι σύμφωνη με τα οριζόμενα στην παραπάνω διάταξη του άρθρου 202 ΑΚ, ανατρέπεται η όλη σύμβαση τόσο κατά την ενοχική, όσο και κατά την εμπράγματη ενέργειά της, με την έννοια ότι παύει αυτή να ισχύει μόλις επέλθει το αιρετικό γεγονός και επανέρχεται αυτοδικαίως η προηγούμενη κατάσταση, άρα και η κυριότητα στον πωλητή, χωρίς να απαιτείται οποιαδήποτε άλλη ενέργειά του (ΑΠ 1086/2024, ΑΠ 64/2022, ΑΠ 580/2019 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, κατά το άρθρο 1005 § 1 ΚΠολΔ, από τη στιγμή που ο υπερθεματιστής καταβάλλει το πλειστηρίασμα και το τέλος χρήσης, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού του δίνει περίληψη της κατακυρωτικής έκθεσης. Με την κατακύρωση, και αφ' ότου μεταγραφεί η περίληψη της κατακυρωτικής έκθεσης, ο υπερθεματιστής αποκτά το δικαίωμα που είχε εκείνος κατά του οποίου έγινε η εκτέλεση. Από τη διάταξη αυτή, σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 1017 § 2 του ίδιου κώδικα και 199, 513, 1033, 1192 και 1198 ΑΚ, προκύπτει ότι o αναγκαστικός πλειστηριασμός ακινήτου, που αποτελεί ιδιόρρυθμη σύμβαση πώλησης, η οποία ενεργείται υπό το κύρος της αρχής και τελειώνεται με την κατακύρωση που αποδέχεται την τελευταία προσφορά του υπερθεματιστή, δεν δημιουργεί, κατά τρόπο πρωτότυπο, νέο δικαίωμα στον υπερθεματιστή, αλλά αποτελεί αιτία μεταβίβασης προς αυτόν μόνον όσων δικαιωμάτων είχε στο πλειστηριασθέν ο οφειλέτης (ΟλΑΠ 2/1993, ΑΠ 496/2023 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Τέλος, η κατά της επισπευδόμενης εκτέλεσης προστασία του τρίτου, που έχει δικαίωμα πάνω στο αντικείμενο της εκτέλεσης, επιτυγχάνεται είτε με την προβλεπόμενη από το άρθρο 936 ΚΠολΔ ανακοπή τρίτου, με την οποία επιδιώκεται η ακύρωση της εκτέλεσης, είτε, μετά την ολοκλήρωση του πλειστηριασμού, τη μεταγραφή της κατακυρωτικής έκθεσης και την εγκατάσταση του υπερθεματιστή στη νομή του εκπλειστηριασθέντος πράγματος, με την αγωγή του κοινού δικαίου κατά του υπερθεματιστή (1094 ΑΚ), εντός, όμως, της προθεσμίας του άρθρου 1020 ΚΠολΔ (ΑΠ 236/ 2020 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η άσκηση της ως άνω διεκδικητικής αγωγής δεν εμποδίζεται από το γεγονός ότι περατώθηκε ο πλειστηριασμός και η κατακύρωση χωρίς να προηγηθεί η άσκηση ανακοπής εντός της προθεσμίας του άρθρου 934 ΚΠολΔ, γιατί η παράλειψη της ανακοπής αυτής καθιστά μεν τον πλειστηριασμό τυπικά έγκυρο και δικονομικά απρόσβλητο, όχι όμως και ικανό, κατά το ουσιαστικό δίκαιο, να επιφέρει την έννομη συνέπεια της μεταβίβασης από τον καθ' ου η εκτέλεση στον υπερθεματιστή του αντικειμένου της εκτέλεσης, του οποίου ήταν απαγορευμένη από το νόμο η μεταβίβαση (ΟλΑΠ 1688/ 1983 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) …. Σύμφωνα με το άρθρο 281 ΑΚ, η άσκηση του δικαιώματος απαγορεύεται, αν υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, το δικαίωμα θεωρείται ότι ασκείται καταχρηστικά, όταν η συμπεριφορά του δικαιούχου που προηγήθηκε ή η πραγματική κατάσταση που διαμορφώθηκε, κατά το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε, ή οι περιστάσεις που μεσολάβησαν, χωρίς κατά νόμο να εμποδίζουν τη γένεση ή να επάγονται την απόσβεση του δικαιώματος, καθιστούν μη ανεκτή τη μεταγενέστερη άσκησή του, κατά τις περί δικαίου και ηθικής αντιλήψεις του μέσου κοινωνικού ανθρώπου. Τούτο συμβαίνει, και όταν από τη συμπεριφορά του δικαιούχου, σε συνάρτηση και με εκείνη του υπόχρεου, έχει δημιουργηθεί στον τελευταίο, και μάλιστα ευλόγως, η πεποίθηση ότι ο δικαιούχος δεν πρόκειται να ασκήσει το δικαίωμά του, ενόψει όλων των ειδικών συνθηκών και περιστάσεων της συγκεκριμένης περίπτωσης, προερχόμενων κυρίως από τη συμπεριφορά των μερών και ευρισκόμενων σε αιτιώδη μεταξύ τους συνάφεια. Απαιτείται ακόμη οι πράξεις του δικαιούχου και η υπ' αυτού δημιουργηθείσα κατάσταση να συνεπάγεται δυσμενείς επιπτώσεις στα συμφέροντα του υποχρέου. Η συμπεριφορά του δικαιούχου, που προηγήθηκε, μπορεί να συνίσταται σε θετική πράξη ή παράλειψή του, καταχρηστική δε άσκηση του δικαιώματος υφίσταται στην περίπτωση αδράνειάς του να ασκήσει το δικαίωμά του, η οποία, εάν συνοδεύεται και από άλλες περιστάσεις, μπορεί να θεμελιώσει την ένσταση καταχρηστικότητας υπό την ειδικότερη μορφή της αποδυνάμωσης του δικαιώματος, αλλά και στην περίπτωση κατά την οποία η μεταβολή της προηγούμενης συμπεριφοράς του δικαιούχου, που είχε δημιουργήσει στον υπόχρεο την εύλογη πεποίθηση ότι δεν θα ασκήσει το δικαίωμά του και είχε συντελέσει στην ενέργεια πράξεων του υποχρέου και στη δημιουργία ορισμένης πραγματικής κατάστασης, είναι αδικαιολόγητη και μη αναμενόμενη, η λόγω δε της μεταβολής της συμπεριφοράς αυτής άσκηση του δικαιώματος, επιφέρει ανατροπή της κατάστασης που δημιουργήθηκε, με επαχθείς για τον υπόχρεο συνέπειες (ΟλΑΠ 2/2019, ΟλΑΠ 6/2016, ΟλΑΠ 8/2001, ΑΠ 218/2020, ΑΠ 126/2019, ΑΠ 909/ 2017, ΑΠ 207/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) … Από το σύνολο των εγγράφων που προσκομίζουν με επίκληση οι διάδικοι, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 35 § 8 ν. 1473/1984, «με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου υπουργού δύναται να παραχωρηθούν σε συνεταιρισμούς, εκτός των οικοδομικών, κατά κυριότητα ή κατά χρήση, δωρεάν ή με τίμημα ακίνητα του δημοσίου αρμοδιότητας του Υπουργείου οικονομικών, προς εκπλήρωση του σκοπού τους. Οι παραχωρήσεις αυτές αποτελούν αποκλειστικά περιουσία του συνεταιρισμού, ανακαλούνται αυτοδίκαια σε περίπτωση διάλυσής του και το τίμημα που καταβλήθηκε επιστρέφεται. Για το γεγονός αυτό εκδίδεται διαπιστωτική πράξη από τον αρμόδιο οικονομικό έφορο η οποία και μεταγράφεται. Η παραχώρηση γίνεται έπειτα από πρόταση του αρμόδιου νομάρχη μετά από εισήγηση του οικονομικού έφορου και γνώμη του νομαρχιακού συμβουλίου. Με την ίδια απόφαση ορίζονται οι όροι της παραχώρησης και οι συνέπειες που συνεπάγεται η μη τήρησή τους. Η απόφαση παραχώρησης κατά κυριότητα αποτελεί τίτλο κυριότητας που μεταγράφεται. Αν η παραχώρηση γίνει με τίμημα, αυτό μπορεί να καταβάλλεται σε έξι (6) εξαμηνιαίες δόσεις έντοκες προς 12% ετησίως». Κατ' εφαρμογή των παραπάνω διατάξεων, με την υπ' αριθ. πρωτ. 10006741671, 40010/26.8.2003 απόφαση των Υπουργού και Υφυπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, το ενάγον παραχώρησε κατά
κυριότητα στον καταναλωτικό-πιστωτικό Συνεταιρισμό Π.Ε. «Κ.C.**», το με Αριθμό Βιβλίου Καταγραφής (Α.Β.Κ.) … δημόσιο κτήμα, έκτασης 1.712,90 τ.μ., που βρίσκεται στο … Αττικής … Στη σύμβαση προβλέφθηκε, επίσης, ότι η μη καταβολή των δόσεων του τιμήματος, η διάλυση του Συνεταιρισμού και η με οποιονδήποτε τρόπο παράβαση του πιο πάνω σκοπού συνεπάγεται την αυτοδίκαιη ανάκληση της παραχώρησης και την επάνοδο της κυριότητας του ακινήτου στο Δημόσιο (οικοπέδου μετά των αυτού κτισμάτων), χωρίς καμιά αποζημίωση. Η απόφαση, αποτελούσα τον τίτλο κυριότητας του συνεταιρισμού, μεταγράφηκε στις 9.2.2004 στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου …, στον τόμο … με αριθμό ... Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο ανωτέρω Συνεταιρισμός με την από 6.7.2011 επιστολή του προς την αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών ζήτησε τη σύμφωνη γνώμη της για την εκμίσθωση ή παραχώρηση του ακινήτου σε εταιρεία που έχει τον ίδιο επιχειρηματικό σκοπό, δηλαδή τη λειτουργία καταστήματος super market, ενώ ακολούθως, προέβη πράγματι, με το από 29.2.2012 ιδιωτικό συμφωνητικό, στην εκμίσθωση του ακινήτου στην εταιρεία «Ε.Π.** ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ». Στη συνέχεια, στις 20.6.2012 εκδόθηκε η υπ' αριθ. …/2012 γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, σύμφωνα με την οποία η τυχόν εκμίσθωση του παραχωρηθέντος ακινήτου σε τρίτο συνιστά παράβαση όρου της απόφασης παραχώρησης και συνεπάγεται την αυτοδίκαιη ανάκλησή της και την επάνοδο της κυριότητας του ακινήτου στο Δημόσιο, η δε υπηρεσία με το υπ’ αριθ. πρωτ. …/…/16.11. 2012 έγγραφό της γνωστοποίησε στον συνεταιρισμό ότι η γνωμοδότηση είχε γίνει δεκτή και η απόφαση παραχώρησης είχε καταστεί ανακλητέα. Αποδείχθηκε, εξάλλου, ότι με την υπ' αριθ. …/12.4. 2018 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Αθηνών …., το επίδικο ακίνητο, επί του οποίου ήδη υπήρχαν βάρη, προσημειώσεις υποθήκης υπέρ τραπεζών και υπέρ προμηθευτών, φυσικών και νομικών προσώπων, αλλά και προσημείωση και κατάσχεση υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου και δη της ΔΟΥ Παλλήνης, κατασχέθηκε για οφειλές του συνεταιρισμού προς τη … και, με παραγγελία της παραπάνω επισπεύδουσας, επισπεύθηκε o πλειστηριασμός του, που έλαβε χώρα στις 13.2. 2019 ενώπιον της πιστοποιημένης για το σκοπό αυτό συμβολαιογράφου Αθηνών …... Σε αυτόν….., αναγγέλθηκαν δε και κατετάγησαν οριστικά, μεταξύ άλλων, η ΔΟΥ Παλλήνης, ως εκπρόσωπος του Ελληνικού Δημοσίου, για το ποσό των 337.683,89 ευρώ και ο ΕΦΚΑ για το ποσό των 81.569,31 ευρώ. Υπερθεματίστρια αναδείχθηκε η εναγομένη, στην οποία κατακυρώθηκε το ακίνητο στην τιμή των 1.026.947 ευρώ. Συντάχθηκε κατόπιν η υπ' αριθ. …/12.3.2019 περίληψη κατακυρωτικής έκθεσης ακινήτου της ιδίας συμβολαιογράφου … και μεταγράφηκε στις 13.3.2019 στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου …, στον τόμο … με αριθμό …, ενώ σε εκτέλεση της από 3.4.2019 επιταγής, που συντάχθηκε κάτω από το πρώτο απόγραφο εκτελεστό της ως άνω περίληψης και επιδόθηκε νομότυπα στον οφειλέτη Συνεταιρισμό, η εναγομένη απέβαλε τον τελευταίο από το ακίνητο στις 14.6.2019 και εγκαταστάθηκε σε αυτό. Προκειμένου, άλλωστε, να λειτουργήσει στο ακίνητο σούπερ μάρκετ, ζήτησε και έλαβε άδεια κατεδάφισης του υπάρχοντος ισογείου κτίσματος και άδεια ανέγερσης νέου κτιρίου εμβαδού 928,53 τ.μ.. Τέλος, αποδείχθηκε ότι με την υπ’ αριθ. …/24.4.2019 απόφαση των Υπουργού και Υφυπουργού Οικονομικών, ανακλήθηκε η …/…/…/26.8.2003 απόφαση παραχώρησης, λόγω πλήρωσης, όπως αναφέρει, «της ρητώς τεθείσας στην πράξη παραχώρησης διαλυτικής αίρεσης, την οποία συνιστά η καθ' οιονδήποτε τρόπο παράβαση του σκοπού της και η οποία είχε ως συνέπεια την αυτοδίκαιη ανάκληση της παραχώρησης και την επάνοδο της κυριότητας του ακινήτου στο Δημόσιο, χωρίς καμία αποζημίωση». Ήδη με την κρινόμενη αγωγή, το ενάγον ζητεί να του αποδοθεί το ακίνητο, ενώ η εναγομένη διατείνεται ότι η εν λόγω αξίωση ασκείται καταχρηστικά. Όσον αφορά τον ισχυρισμό αυτό, λεκτέα τα εξής: Με την υπ’ αριθ. …/2012 γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους κρίθηκε ότι η παραβίαση, εκ μέρους του Συνεταιρισμού «Κ.C.**», του όρου της πράξης παραχώρησης του επίδικου ακινήτου, για χρήση αυτού αποκλειστικά για τη λειτουργία συνεταιριστικού καταστήματος, συνιστά λόγο αυτοδίκαιης ανάκλησης της πράξης και έκδοσης σχετικής (διαπιστωτικής) ανακλητικής απόφασης του εναγομένου. Ωστόσο, παρά την ανωτέρω γνωμοδότηση και την αποδοχή αυτής από το αρμόδιο Υπουργείο, γεγονότα που έλαβαν χώρα το 2012, το ενάγον παρέλειψε επί επτά έτη να εκδώσει απόφαση ανάκλησης και εξέδωσε αυτήν μόλις τον Απρίλιο του 2019, μετά τον εκπλειστηριασμό του ακινήτου και την εγκατάσταση σε αυτό της εναγομένης υπερθεματίστριας, ενώ τη μετέγραψε τον Αύγουστο του 2019. Καθ’ όλο δε το διαδραμόν χρονικό διάστημα των επτά ετών, η έλλειψη δημοσιότητας στερούσε από τους συναλλασσόμενους τη δυνατότητα να πληροφορηθούν την αλλαγή στο ιδιοκτησιακό καθεστώς του ακινήτου, το οποίο εμφαινόταν και στα οικεία βιβλία μεταγραφών και στις συναλλαγές ως ανήκον στον, παρουσιαζόμενο στους τρίτους ως νομέα του, Συνεταιρισμό «Κ.C.**». Αλλά και με τις ενέργειες των υπηρεσιών του το παραπάνω διάστημα το ενάγον δημιούργησε σε κάθε τρίτο ευλόγως την εντύπωση ότι αντιμετωπίζει το ακίνητο ως ξένο και όχι ως δημόσιο κτήμα, επιβάλλοντας επ' αυτού αναγκαστική κατάσχεση για χρέη προς το δημόσιο και μάλιστα ζητώντας μέσω της Δ.Ο.Υ. Παλλήνης και πετυχαίνοντας να απαγορευθεί η εκποίησή του από την Αρχή Καταπολέμησης Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες με την …/9.1.2018 Διάταξή της, που αργότερα ήρθη με το υπ’ αριθ. …/2018 βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών. Ακόμα και η ίδια η Κτηματική Υπηρεσία Αθηνών-Ανατολικής Αττικής, όταν έλαβε γνώση στις 4.2.2019 του επικείμενου εκπλειστηριασμού του ακινήτου, περιορίσθηκε στην αποστολή του υπ' αριθ. πρωτ. …/8.2.2019 ενημερωτικού εγγράφου προς το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους και δεν προέβη σε κάποια ενέργεια ενημέρωσης των τρίτων και, πάντως, μολονότι αποδεδειγμένα το ενάγον γνώριζε ότι διενεργείται πλειστηριασμός, όχι μόνο δεν ενήργησε για την προάσπιση της κυριότητάς του επί του εκπλειστηριαζομένου ακινήτου, αλλά αντίθετα αναγγέλθηκε σε αυτόν δια της ΔΟΥ Παλλήνη ως δανειστής, κατατάχθηκε και έλαβε ποσά από το πλειστηρίασμα. Ακολούθως, μετά το πέρας του πλειστηριασμού και της κατακύρωσης και μετά την ολοκλήρωση, εκ μέρους της υπερθεματίστριας, όλων των αναγκαίων ενεργειών (καταβολής του πλειστηριάσματος και του αναλογούντος φόρου, μεταγραφής της περίληψης κατακυρωτικής έκθεσης, αποβολής του οφειλέτη από το ακίνητο κ.λπ.) για την απόκτηση της κυριότητας του ακινήτου και την εγκατάστασή της σε αυτό, το ενάγον εξέδωσε μεν την ανακλητική απόφαση, δεν μερίμνησε άμεσα για την ανατροπή των αποτελεσμάτων του πλειστηριασμού ούτε, επί πέντε σχεδόν έτη, όχλησε καθ’ οιονδήποτε τρόπο την εναγομένη υπερθεματίστρια, άσκησε δε αιφνιδιαστικά την κρινόμενη αγωγή μια μέρα πριν από την πάροδο της προθεσμίας του άρθρου 1020 ΚΠολΔ. Παρέπεται από όλα τα ανωτέρω ότι η αδράνεια του ενάγοντος επί επταετία να εκδώσει την ανακλητική απόφαση, ώστε να πληροφορηθούν οι τρίτοι την επάνοδο σε αυτό της κυριότητας του επιδίκου, σε συνδυασμό με την εν γένει συμπεριφορά του, που εκδηλώθηκε με τις προαναφερόμενες διοικητικές ενέργειες των υπηρεσιών του, καθώς και με τις παραλείψεις τους, που όλες κατέτειναν στην αναγνώριση του προς ον η παραχώρηση Συνεταιρισμού ως κυρίου του ακινήτου, εύλογα δημιούργησε στην εναγομένη την πεποίθηση ότι το Ελληνικό Δημόσιο δεν θα ήγειρε αξιώσεις αναφορικά με το επίδικο ακίνητο. Υπό αυτά τα δεδομένα, έλαβε την επιχειρηματική απόφαση να συμμετέχει στον πλειστηριασμό του τελευταίου, κατέβαλε ένα σημαντικό χρηματικό ποσό για να το αποκτήσει και, κατόπιν, προέβη, αναλαμβάνοντας νέες δαπάνες, σε ενέργειες ανέγερσης εντός αυτού νέου κτίσματος, ώστε να λειτουργήσει ως σούπερ μάρκετ υπό την επωνυμία της. Η μεταγενέστερη, εξάλλου, ανατροπή της ως άνω πραγματικής κατάστασης, η οποία δημιουργήθηκε με ευθύνη του ενάγοντος, θα ήταν, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, αντίθετη προς τις αρχές της καλής πίστης και των συναλλακτικών ηθών, υπερβαίνουσα έτσι τα όρια που θέτει η διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ, όπως η έννοιά της εκτέθηκε στη σχετική νομική σκέψη. Επιπλέον, θα είχε εξαιρετικά επαχθείς οικονομικές συνέπειες για την εναγομένη, η οποία προέβη καλόπιστα σε μια μεγάλη οικονομική επένδυση, ύψους άνω των 2.000.000 ευρώ, για την απόκτηση και την ανοικοδόμηση του επιδίκου. Κατόπιν αυτών, πρέπει να γίνει δεκτή ως κατ’ ουσίαν βάσιμη η ένσταση καταχρηστικής άσκησης που προέβαλε η εναγομένη και να απορριφθεί η κρινόμενη αγωγή.
Ν.Γ.Ν.
* Βλ. πιο κάτω την Γνωμοδότηση της Κ. Παντελίδου, στη σ. 1543.