Μονομελούς Πρωτοδικείου Αιτωλοακαρνανίας 101/2025

73
2025
05

 

Μονομελές Πρωτοδικείο Αιτωλοακαρνανίας (Παράλληλη έδρα Μεσολογγίου) 

(Διαδικασία περιουσιακών διαφορών)

Αριθ. 101/2025

 

Δικαστής: Κ. Αλπέντζου, Πρωτοδίκης

Δικηγόροι: Π. Πασχάκης, Φ. Σπυρόπουλος, Γ. Βασίλογλου, Δ. Σκύφτας, Α. Βαρβιτσιώτη, Δ. Βουτσινός

 

Εργατικό ατύχημα εν ώρα εργασίας και εξ’ αφορμής αυτής, εκτός της έδρας του εργοδότη. Σχέση εξάρτησης μεταξύ ενάγοντος και πρώτου εναγομένου (εργοδότη), όχι όμως και σχέση προστήσεως μεταξύ εργοδότη και της δεύτερης εναγόμενης (άρθρο 922 ΑΚ), πότε θεωρείται νομικά αβάσιμη η αγωγή ως προς τον εργοδότη. Στοιχεία του δικογράφου για τη νομική βάση της ευθύνης του εργοδότη και του προστηθέντος. Πότε και πώς ευθύνεται ο προστήσας – έννοια εσωτερικής αιτιώδους συνάφειας με την εκτέλεση της υπηρεσίας που ανατέθηκε στον εργαζόμενο. Αξίωση για περιουσιακή αποζημίωση κατ’ άρθρο 931 ΑΚ αποκλείεται λόγω ασφάλισης του μισθωτού στο ΙΚΑ (άρθρα 34, 60 α.ν. 1846/ 1951, 16 ν. 551/1915), ακόμη κι αν δεν έχει γίνει η καταβολή των οφειλόμενων εισφορών στο ΙΚΑ και ανεξάρτητα από το χρόνο ασφάλισης του μισθωτού σ’ αυτό, και ανεξαρτήτως αν έχουν καταβληθεί οι εισφορές ή αν οφείλονται και από ποιον. Ποια είναι η έννοια του «πλασματικού εργοδότη» κατά τις διατάξεις του άρθρου 8 § 5 του α.ν. 1846/1951 και εκείνης του άρθρου 26 § 9 του ίδιου νόμου, περί κοινωνικών ασφαλίσεων. Πότε το σύστημα βιντεοεπιτήρησης πληροί τις προϋποθέσεις νομιμότητας που τίθενται στα άρθρα 6, 7, 8, 12 και 19 της με αριθ. 1/2011 Οδηγίας της Αρχής, ώστε να επιτρέπεται η χρήση καμερών σε χώρο εργασίας.

 

«… Κατά τη διάταξη του άρθρου 1 του ν. 551/ 1915 "περί ευθύνης προς αποζημίωσιν των εξ ατυχημάτων εν τη εργασία παθόντων εργατών ή υπαλλήλων", όπως κωδικοποιήθηκε με το β.δ. της 24.7/ 25.8.1920 και διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 38 εδ. α’ του ΕισΝΑΚ, ως ατύχημα από βίαιο συμβάν, το οποίο επήλθε κατά την εκτέλεση της εργασίας ή εξ αφορμής αυτής σε εργάτη ή υπάλληλο των εργασιών ή επιχειρήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 2 του ίδιου νόμου (εργατικό ατύχημα), στις οποίες περιλαμβάνονται και τα συνεργεία, για το οποίο παρέχεται δικαίωμα αποζημίωσης κατά τις διατάξεις του νόμου αυτού, θεωρείται κάθε βλάβη του σώματος ή της υγείας (περιλαμβανόμενου και του θανάτου), η οποία είναι αποτέλεσμα βίαιης και αιφνίδιας επενέργειας εξωτερικού αιτίου, μη αναγόμενου αποκλειστικά σε οργανική ή παθολογική προδιάθεση του παθόντος, το οποίο και δεν θα συνέβαινε αν δεν υπήρχε η εργασιακή σχέση και η υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες παροχή της εργασίας (ΟλΑΠ 1287/1986). Από δε το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 914, 932 ΑΚ, 1 και 16 του ως άνω ν. 551/1915, όπως αυτός κωδικοποιήθηκε, με το β.δ. της 24.7/25.8.1920, προκύπτει ότι χρηματική ικανοποίηση για ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη οφείλεται και επί εργατικού ατυχήματος, όταν συντρέχουν οι όροι της αδικοπραξίας. Η διάταξη του άρθρου 16 § 1 του ν. 551/1915, κατά την οποία ο παθών σε εργατικό ατύχημα δικαιούται να εγείρει την αγωγή του κοινού αστικού δικαίου και να ζητήσει πλήρη αποζημίωση, μόνον όταν το ατύχημα μπορεί να αποδοθεί σε δόλο του εργοδότη ή των προστηθέντων του ή όταν επήλθε σε εργασία στην οποία δεν τηρήθηκαν οι διατάξεις νόμων, διαταγμάτων ή κανονισμών για τους όρους ασφάλειας των εργαζομένων και εξαιτίας της μη τήρησης των διατάξεων αυτών, αναφέρεται στην επιδίκαση αποζημίωσης για περιουσιακή ζημία και όχι στη χρηματική ικανοποίηση, για την οποία δεν υπάρχει πρόβλεψη στον ανωτέρω νόμο και εφαρμόζονται για αυτό μόνον οι γενικές διατάξεις (ΟλΑΠ 1117/1986 ΕΕργΔ 1987. 71, ΑΠ 330/2017, ΑΠ 133/2016, ΑΠ 80/2016 δημοσιευμένες στην ΤΝΠ Νόμος). Κατ’ ακολουθίαν, στην περίπτωση εργατικού ατυχήματος ο παθών δικαιούται πλήρη αποζημίωση, μόνον αν το ατύχημα μπορεί να οφείλεται σε δόλο του εργοδότη ή των προστηθέντων του ή όταν έγινε σε εργασία ή επιχείρηση στην οποία δεν τηρήθηκαν οι πιο πάνω διατάξεις ισχυόντων νόμων, διαταγμάτων ή κανονισμών για τους όρους ασφάλειας των εργαζομένων σ’ αυτές και, συνεπώς, όχι όταν το ατύχημα οφείλεται στη μη τήρηση των όρων που επιβάλλονται από την κοινή αντίληψη, την υποχρέωση πρόνοιας και την απαιτούμενη στις συναλλαγές επιμέλεια, χωρίς δηλαδή να προβλέπονται από ειδική διάταξη νόμου (Ολ ΑΠ 26/1995 ΕλλΔνη 1996. 38, ΑΠ 676/2023 ιστοσελίδα ΑΠ, ΑΠ 1255/ 2018, ΑΠ 1858/2011 ΤΝΠ Νόμος). Για να δικαιούται, αντίθετα, ο παθών σε εργατικό ατύχημα χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, αρκεί να συνετέλεσε στην επέλευση του ατυχήματος πταίσμα του εργοδότη ή των προστηθέντων από αυτόν με την έννοια του άρθρου 914 ΑΚ, δηλαδή αρκεί να συντρέχει οποιαδήποτε αμέλεια αυτών και όχι μόνον η ειδική αμέλεια περί την τήρηση των όρων ασφαλείας του άρθρου 16 § 1 του ν. 551/1915 (ΟΑΠ 1 18/2008 ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 425/ 2018, ΑΠ 614/2017, ΑΠ 181/2016 ό.π., ΑΠ 182/ 2015 ό.π.). Ειδικότερα, η διάταξη του άρθρου 16 § 1 του ως άνω κωδικοποιηθέντος Νόμου 551/1915, κατά την οποία ο παθών σε εργατικό ατύχημα ή τα δικαιούμενα αντ' αυτού πρόσωπα δικαιούνται να εγείρουν την αγωγή του κοινού αστικού δικαίου και να ζητήσουν πλήρη αποζημίωση μόνο όταν το ατύχημα μπορεί να αποδοθεί σε δόλο του εργοδότη ή των προστηθέντων του ή όταν επήλθε σε εργασία στην οποία δεν τηρήθηκαν οι διατάξεις νόμων, διαταγμάτων ή κανονισμών για τους όρους ασφαλείας των εργαζομένων και εξαιτίας της μη τήρησης των διατάξεων αυτών, αναφέρεται μόνο στην επιδίκαση αποζημίωσης για περιουσιακή ζημία και όχι στη χρηματική ικανοποίηση, για την οποία δεν υπάρχει πρόβλεψη στον ανωτέρω νόμο, οπότε εφαρμόζονται για αυτή μόνο οι γενικές διατάξεις (ΟλΑΠ 1117/1986, ΑΠ 1365/2023, ΑΠ 330/ 2017, ΑΠ 910/2015, ΑΠ 876/2014, ΑΠ 938/2013). Για να δικαιούται ο παθών σε εργατικό ατύχημα χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης (ή, σε περίπτωση θανάτου του, οι συγγενείς του χρηματική ικανοποίηση, λόγω ψυχικής οδύνης), αρκεί να συνετέλεσε στην επέλευση του ατυχήματος πταίσμα του εργοδότη ή των προστηθέντων από αυτόν προσώπων, με την έννοια του άρθρου 914 του ΑΚ, δηλαδή αρκεί να συντρέχει οποιαδήποτε αμέλεια αυτών και όχι μόνο η ειδική αμέλεια ως προς την τήρηση των όρων ασφαλείας του άρθρου 16 § 1 του κωδικοποιηθέντος ν. 551/1915 (ΑΠ 61/2023, ΑΠ 425/2018, ΑΠ 1389/ 2018 ΤΝΠ Νόμος ΑΠ 910/2015, ΑΠ 888/2015, ΑΠ 876/2014, ΑΠ 19/ 2014, ΑΠ 81/2013, ΑΠ 412/2008, ΕφΑθ 1748/ 2019, ΕφΔ 180/2018, ΤΝΠ Νόμος). Πταίσμα του εργοδότη ή των προστηθέντων από αυτόν, από το οποίο πηγάζει υποχρέωση για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης, μπορεί να θεμελιωθεί και στο ότι δεν τηρήθηκαν από αυτούς οι διατάξεις νόμων, διαταγμάτων ή κανονισμών που επιβάλλουν τους όρους ασφαλείας για τη διαφύλαξη της υγείας, της σωματικής ακεραιότητας και της ζωής των εργαζομένων, σύμφωνα με το άρθρο 662 ΑΚ (ΑΠ 498/2023, ΑΠ 412/2018, ΑΠ 80/2016 δημ. Ιστοσελίδα ΑΠ). (…) Περαιτέρω, από τη διάταξη του άρθρου 914 ΑΚ σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 297, 298 και 330 του ίδιου κώδικα, προκύπτει ότι προϋποθέσεις της υποχρέωσης προς αποζημίωση, είναι: α) ζημιογόνος συμπεριφορά- (πράξη ή παράλειψη), β) παράνομος χαρακτήρας της πράξης ή παράλειψης, γ) υπαιτιότητα και δ)πρόσφορος αιτιώδης σύνδεσμος, μεταξύ ζημιογόνου συμπεριφοράς (νόμιμου λόγου ευθύνης) και αποτελέσματος (ζημίας). Στην έννοια της υπαιτιότητας περιλαμβάνεται ο δόλος και η αμέλεια (υπό τις διάφορες μορφές της). Η αμέλεια, ο ορισμός της οποίας δίδεται στο άρθρο 330 εδ. β’ ΑΚ (μη καταβολή της επιμέλειας που απαιτείται στις συναλλαγές), είναι παρά ταύτα αόριστη νομική έννοια, της οποίας απαιτείται εκάστοτε εξειδίκευση με βάση και τα διδάγματα της κοινής πείρας. Όταν η ζημιογόνος συμπεριφορά συνίσταται σε υπαίτια παράλειψη, αμέλεια και εντεύθεν υποχρέωση αποζημίωσης υφίσταται μόνο όταν υπήρχε υποχρέωση του υπαίτιου προς ενέργεια της παραλειφθείσας πράξης από τον νόμο ή δικαιοπραξία ή την καλή πίστη κατά την κρατούσα κοινωνική αντίληψη και ιδία προηγούμενη συμπεριφορά του (υπαίτιου), από την οποία δημιουργήθηκε κατάσταση που επέβαλε τη λήψη μέτρων προς αποτροπή του απειλούμενου κινδύνου (ΑΠ 1121/2023, ΑΠ 1606/2018, 534/2017, ΑΠ 517/2017, απασ. Δημ. Ιστοσελ. ΑΠ, ΑΠ 333/2017, ΑΠ 212/2014 δημ/νες σε ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 1125/2013). Τέτοια υποχρέωση προστασίας υπάρχει και για τον εργοδότη τόσο από τη γενική διάταξη του άρθρου 662 ΑΚ, όσο και κυρίως από τις διατάξεις της ειδικής εργατικής νομοθεσίας, στις οποίες περιλαμβάνονται και οι διατάξεις του π.δ. 17/1996 «Μέτρα για τη βελτίωση της ασφάλειας και της υγείας εργαζομένων κατά την εργασία σε συμμόρφωση με τις Οδηγίες 89/391/ΕΟΚ και 91/383/ΕΟΚ (ΑΠ 888/2015, ιστοσελ. ΑΠ). Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ - ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΡΓΟΔΟΤΩΝ, Άρθρο 7: «Γενικές υποχρεώσεις των εργοδοτών: 1.0 εργοδότης υποχρεούται να εξασφαλίζει την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων ως προς όλες τις πτυχές της εργασίας, και να λαμβάνει μέτρα που να εξασφαλίζουν την υγεία και ασφάλεια των τρίτων. 2. Εάν ο εργοδότης προσφεύγει σε άτομα εκτός της επιχείρησης ή σε ΕΞΥΠΠ για την ανάθεση των καθηκόντων τεχνικού ασφάλειας ή/και γιατρού εργασίας, αυτό δεν τον απαλλάσσει από τις υποχρεώσεις του στον τομέα αυτό. 3. Οι υποχρεώσεις του τεχνικού ασφάλειας, του γιατρού εργασίας και των εκπροσώπων των εργαζομένων, δεν θίγουν την αρχή της ευθύνης του εργοδότη. 4. .... 5. Στο πλαίσιο των ευθυνών του, ο εργοδότης λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για την προστασία της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων, συμπεριλαμβανομένων των δραστηριοτήτων πρόληψης των επαγγελματικών κινδύνων, ενημέρωσης και κατάρτισης, καθώς και της δημιουργίας της απαραίτητης οργάνωσης και της παροχής των αναγκαίων μέσων. 6. Ο εργοδότης υποχρεούται: α) Να φροντίζει ώστε να προσαρμόζονται τα μέτρα της προηγουμένης παραγράφου ανάλογα με τις μεταβολές των περιστάσεων και να επιδιώκει τη βελτίωση των υφισταμένων καταστάσεων, β) Να εφαρμόζει τις υποδείξεις των τεχνικών και υγειονομικών επιθεωρητών εργασίας και γενικά να διευκολύνει το έργο τους μέσα στην επιχείρηση κατά τους ελέγχους, γ) Να επιβλέπει την ορθή εφαρμογή των μέτρων υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας, δ) Να γνωστοποιεί στους εργαζόμενους τον επαγγελματικό κίνδυνο από την εργασία τους, ε) Να καταρτίζει πρόγραμμα προληπτικής δράσης και βελτίωσης των συνθηκών εργασίας στην επιχείρηση, στ) Να εξασφαλίζει τη συντήρηση και την παρακολούθηση της ασφαλούς λειτουργίας μέσων και εγκαταστάσεων, ζ) Να ενθαρρύνει και διευκολύνει την επιμόρφωση των εργαζομένων και των εκπροσώπων τους, σύμφωνα με το άρθρο 13 του ν. 1568/85 και τα άρθρα 6 και 12 του παρόντος διατάγματος. 7. Ο εργοδότης εφαρμόζει τα μέτρα που προβλέπονται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου, βάσει των ακόλουθων γενικών αρχών πρόληψης: α) Αποφυγή των κινδύνων, β) Εκτίμηση των κινδύνων που δεν μπορούν να αποφευχθούν, γ) Προσαρμογή της εργασίας στον άνθρωπο, ειδικότερα όσον αφορά τη διαμόρφωση των θέσεων εργασίας, καθώς και την επιλογή των εξοπλισμών εργασίας και των μεθόδων εργασίας και παραγωγής, προκειμένου ιδίως να μετριασθεί η μονότονη και ρυθμικά επαναλαμβανόμενη εργασία και να μειωθούν οι επιπτώσεις της στην υγεία, δ) Αντικατάσταση του επικίνδυνου από το μη επικίνδυνο ή το λιγότερο επικίνδυνο, ε) Προγραμματισμός της πρόληψης με στόχο ένα συνεκτικό σύνολο που να ενσωματώνει στην πρόληψη την τεχνική, την οργάνωση της εργασίας, τις συνθήκες εργασίας, τις σχέσεις μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων και την επίδραση των παραγόντων του περιβάλλοντος στην εργασία, στ) Καταπολέμηση των κινδύνων στην πηγή τους, ζ) Προτεραιότητα στη λήψη μέτρων ομαδικής προστασίας σε σχέση με τα μέτρα ατομικής προστασίας, η) Προσαρμογή στις τεχνικές εξελίξεις, θ) Παροχή των κατάλληλων οδηγιών στους εργαζόμενους ...». Εξάλλου, σύμφωνα με το π.δ. 396/1994 «Ελάχιστες προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας για τη χρήση από τους εργαζόμενους εξοπλισμών ατομικής προστασίας κατά την εργασία σε συμμόρφωση προς την Οδηγία του Συμβουλίου 89/656/ΕΟΚ», Άρθρο 3: Γενικός κανόνας: Οι εξοπλισμοί ατομικής προστασίας πρέπει να χρησιμοποιούνται εφόσον οι κίνδυνοι δεν είναι δυνατό να αποφευχθούν ή να περιορισθούν επαρκώς με τεχνικά μέτρα ή μέσα συλλογικής, προστασίας ή με μέτρα, μεθόδους ή διαδικασίες οργάνωσης της εργασίας». Επιπροσθέτως, σύμφωνα με το π.δ. 395/1994 «Ελάχιστες προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας για τη χρησιμοποίηση εξοπλισμού εργασίας από τους εργαζόμενους κατά την εργασία τους σε συμμόρφωση με την Οδηγία 89/655/ΕΟΚ" κατά το άρθρο 5 "Όταν η χρησιμοποίηση του εξοπλισμού εργασίας ενδέχεται να παρουσιάσει ιδιαίτερο κίνδυνο για την ασφάλεια ή την υγεία των εργαζομένων, ο εργοδότης λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα ώστε: 1. Ο εξοπλισμός εργασίας να χρησιμοποιείται μόνον από τους εργαζόμενους στους οποίους έχει ανατεθεί η χρήση του. 2. Οι εργασίες επισκευής, μετατροπής, προληπτικού ελέγχου και συντήρησης του εξοπλισμού να εκτελούνται από εργαζόμενους που έχουν ειδική αρμοδιότητα για το σκοπό αυτό.", κατά το άρθρο 6 «1. Στο πλαίσιο της ενημέρωσης των εργαζομένων σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, ο εργοδότης λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα ώστε οι εργαζόμενοι να έχουν στη διάθεσή τους τις επαρκείς πληροφορίες και, όταν απαιτείται, γραπτές οδηγίες χρήσης σχετικά με τον εξοπλισμό εργασίας που χρησιμοποιείται κατά την εργασία. 2. Οι ανωτέρω πληροφορίες και γραπτές οδηγίες πρέπει να περιέχουν κατ' ελάχιστον κατάλληλες πληροφορίες σε θέματα ασφάλειας και υγείας των εργαζομένων σχετικά με: α) Τις συνθήκες χρήσης του εξοπλισμού εργασίας, β) Τις προβλεπτέες έκτακτες καταστάσεις, γ) Τα συμπεράσματα που συνάγονται, ενδεχομένως, από την πείρα που έχει αποκτηθεί κατά τη χρήση του εξοπλισμού εργασίας». «Πρέπει να εφιστάται η προσοχή των εργαζομένων στους κίνδυνους που τους αφορούν, σχετικά με: α. τον εξοπλισμό εργασίας που υπάρχει στο άμεσο εργασιακό τους περιβάλλον και β. τις τροποποιήσεις που τους αφορούν, στο μέτρο που αυτές επιδρούν στον εξοπλισμό εργασίας που βρίσκεται στο άμεσο εργασιακό τους περιβάλλον, έστω και αν δεν χρησιμοποιείται άμεσα από αυτούς.» 3. Οι πληροφορίες και οι γραπτές οδηγίες χρήσης πρέπει να είναι κατανοητές για τους ενδιαφερομένους εργαζόμενους. 4. Για κάθε εξοπλισμό εργασίας παρέχονται και είναι διαθέσιμες, μέσα στην επιχείρηση ή/και την εγκατάσταση, οι κατάλληλες πληροφορίες που απαιτούνται για την εφαρμογή των απαιτήσεων του άρθρου", κατά το δε άρθρο 7 του αυτού π.δ. "Στα πλαίσια της εκπαίδευσης των εργαζομένων σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, ο εργοδότης διασφαλίζει ότι: 1. Οι εργαζόμενοι στους οποίους έχει ανατεθεί η χρησιμοποίηση εξοπλισμού εργασίας εκπαιδεύονται επαρκώς, ιδιαίτερα για τους κινδύνους που, ενδεχομένως, δημιουργούνται κατά τη χρησιμοποίησή του.", και τέλος κατ’ άρθρο 9 παράρτημα, περίπτωση 2. "2. Γενικές ελάχιστες προδιαγραφές που ισχύουν για τον εξοπλισμό εργασίας 2.1. Τα συστήματα χειρισμού και τα όργανα ελέγχου κάθε εξοπλισμού εργασίας πού επηρεάζουν την ασφάλεια πρέπει να είναι σαφώς ορατά και αναγνωρίσιμα και, όταν αυτό απαιτείται, να φέρουν την κατάλληλη σήμανση. 2.2. Τα συστήματα χειρισμού και τα όργανα ελέγχου, εκτός για όσα είναι απόλυτα αναγκαίο, πρέπει να είναι τοποθετημένα έξω από επικίνδυνες ζώνες και με τρόπο ώστε: 2.2.1. Ο χειρισμός τους να μη δημιουργεί κινδύνους για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων. 2.2.2.Να μην υπάρχει κίνδυνος ακούσιων χειρισμών. 2.2.3.0 χειρισμός των συστημάτων και η παρακολούθηση των οργάνων ελέγχου να επιβαρύνει κατά το ελάχιστο δυνατό το μυοσκελετικό σύστημα των εργαζομένων. 2.3. Ο χειριστής πρέπει να μπορεί, από την κύρια θέση χειρισμού, να βεβαιώνεται ότι δεν υπάρχουν άτομα εκτιθέμενα στις επικίνδυνες ζώνες. Εάν αυτό είναι αδύνατο, κάθε φορά που ο εξοπλισμός τίθεται σε λειτουργία πρέπει αυτομάτως να προηγείται ένα ασφαλές σύστημα, όπως ένα ηχητικό ή οπτικό προειδοποιητικό σήμα. Ο εκτιθέμενος εργαζόμενος πρέπει να έχει το χρόνο και τα μέσα να αποφεύγει τους κινδύνους που δημιουργεί η εκκίνηση ή η παύση λειτουργίας του εξοπλισμού εργασίας. «2.4. Τα συστήματα χειρισμού πρέπει να είναι ασφαλή. Κατά την επιλογή τους πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι βλάβες, αστοχίες και πιέσεις ή περιορισμοί που είναι προβλεπτοί στο πλαίσιο της σχεδιαζόμενης χρησιμοποίησής τους, ώστε να μη δημιουργούνται επικίνδυνες καταστάσεις.» 2.5. Η θέση σε λειτουργία ενός εξοπλισμού εργασίας πρέπει να μπορεί να πραγματοποιείται μόνον με εκούσιο χειρισμό ενός συστήματος χειρισμού το οποίο προβλέπεται για το σκοπό αυτό. Το ίδιο ισχύει για την εκ νέου θέση σε λειτουργία του εξοπλισμού μετά από διακοπή, για οποιονδήποτε λόγο καθώς και για την εντολή μιας σημαντικής τροποποίησης των συνθηκών λειτουργίας (π.χ. ταχύτητα, πίεση, κ.λ.π.), εκτός εάν αυτή η εκ νέου θέση σε λειτουργία ή η τροποποίηση δεν παρουσιάζει κανένα κίνδυνο για τους εκτιθέμενους εργαζόμενους. Η απαίτηση αυτή δεν αφορά την εκ νέου θέση σε λειτουργία ή την τροποποίηση των συνθηκών λειτουργίας που προκύπτουν από την κανονική πορεία ενός αυτόματου κύκλου. 2.6. Κάθε εξοπλισμός εργασίας πρέπει να είναι εφοδιασμένος με σύστημα χειρισμού που να επιτρέπει τη γενική διακοπή της λειτουργίας του υπό ασφαλείς συνθήκες. 2.7. Κάθε θέση εργασίας πρέπει να είναι εξοπλισμένη με σύστημα χειρισμού που να επιτρέπει τη διακοπή της λειτουργίας, ανάλογα με τους υφιστάμενους κινδύνους, είτε ολόκληρου του εξοπλισμού εργασίας είτε μόνο ενός μέρους του, έτσι ώστε ο εξοπλισμός να είναι σε ασφαλή κατάσταση. Η εντολή διακοπής της λειτουργίας του εξοπλισμού εργασίας πρέπει να έχει προτεραιότητα έναντι των εντολών της θέσης σε λειτουργία. Μετά τη διακοπή της λειτουργίας του εξοπλισμού ή των επικίνδυνων μερών του, πρέπει να διακόπτεται η παροχή ενέργειας των αντίστοιχων διατάξεων θέσης σε λειτουργία. 2.8. Ο εξοπλισμός εργασίας πρέπει να είναι εφοδιασμένος με διάταξη επείγουσας διακοπής της λειτουργίας του, εάν αυτό ενδείκνυται, και αναλόγως των κινδύνων που δημιουργεί η λειτουργία του και του χρόνου που χρειάζεται κανονικά η διακοπή της. 2.9. Ο εξοπλισμός εργασίας που δημιουργεί κινδύνους από πτώση ή εκτόξευση αντικειμένων πρέπει να είναι εφοδιασμένος με κατάλληλες διατάξεις ασφαλείας που αντιστοιχούν στους κινδύνους αυτούς. 2.10. … 2.11. Η ευστάθεια του εξοπλισμού εργασίας και των στοιχείων του πρέπει να εξασφαλίζεται με πάκτωση ή με άλλα μέσα, εάν αυτό είναι αναγκαίο για την ασφάλεια ή την υγεία των εργαζομένων. 2.12. Εφόσον υπάρχουν πιθανότητες διάρρηξης ή θραύσης στοιχείων εξοπλισμού εργασίας, που ενδέχεται να δημιουργήσουν σημαντικό κίνδυνο για την ασφάλεια ή την υγεία των εργαζομένων, πρέπει να λαμβάνονται τα κατάλληλα προστατευτικά μέτρα. 2.13. Εάν υπάρχουν κίνδυνοι λόγω επαφής με κινούμενα μηχανικά στοιχεία του εξοπλισμού εργασίας που μπορεί να προκαλέσουν ατυχήματα, πρέπει αυτά να είναι εφοδιασμένα με προφυλακτήρες ή με συστήματα που να εμποδίζουν την πρόσβαση στις επικίνδυνες ζώνες ή να σταματούν την κίνηση των επικίνδυνων στοιχείων πριν την πρόσβαση στις επικίνδυνες ζώνες. 2.14. Οι προφυλακτήρες και τα συστήματα προστασίας: 2.14.1. Πρέπει να είναι ανθεκτικής κατασκευής. 2.14.2. Δεν πρέπει να προκαλούν πρόσθετους κινδύνους. 2.14.3. Δεν πρέπει να μπορούν να παρακαμφθούν ή να αχρηστευθούν εύκολα. 2.14.4. Πρέπει να βρίσκονται σε επαρκή απόσταση από την επικίνδυνη ζώνη. 2.14.5. Πρέπει να παρακωλύουν στο ελάχιστο την παρακολούθηση των φάσεων εργασίας. 2.14.6. Πρέπει να επιτρέπουν τις απαραίτητες επεμβάσεις για την τοποθέτηση ή/και την αντικατάσταση των στοιχείων του εξοπλισμού εργασίας καθώς και την εκτέλεση των εργασιών συντήρησης. Στην περίπτωση αυτή πρέπει να επιτρέπουν την πρόσβαση μόνον στον τομέα όπου θα εκτελεστεί η εργασία και, αν είναι δυνατόν, χωρίς να χρειαστεί αποσυναρμολόγηση του προφυλακτήρα ή του συστήματος προστασίας. 2.15. Οι περιοχές και τα σημεία όπου γίνεται εργασία ή συντήρηση του εξοπλισμού εργασίας, πρέπει να φωτίζονται κατάλληλα, ανάλογα με τις προς εκτέλεση εργασίες. 2.16. … 2.17. Τα συστήματα συναγερμού του εξοπλισμού εργασίας πρέπει να είναι εύληπτα και κατανοητά. 2.18. Ο εξοπλισμός εργασίας δεν μπορεί να χρησιμοποιείται παρά μόνο για εργασίες και υπό συνθήκες για τις οποίες είναι κατάλληλος. 2.19. Οι εργασίες συντήρησης πρέπει να μπορούν να εκτελρύνται ενόσω έχει διακοπεί η λειτουργία του εξοπλισμού εργασίας. Εάν αυτό δεν είναι δυνατό, πρέπει, αν μπορούν, να λαμβάνονται τα κατάλληλα προστατευτικά μέτρα για την εκτέλεση των εργασιών αυτών ή οι εργασίες αυτές πρέπει να μπορούν να γίνονται έξω από τις επικίνδυνες ζώνες. 2.20. Το βιβλιάριο προληπτικού ελέγχου και συντήρησης κάθε εξοπλισμού που διαθέτει τέτοιο βιβλιάριο, πρέπει να τηρείται ενημερωμένο. 2.21. Κάθε εξοπλισμός εργασίας πρέπει να είναι εφοδιασμένος με σαφώς αναγνωρίσιμα συστήματα που να επιτρέπουν την απομόνωση από καθεμία από τις πηγές παροχής ενέργειάς του. 2.22. Ο εξοπλισμός εργασίας πρέπει να φέρει τις απαραίτητες για την ασφάλεια των εργαζομένων προειδοποιητικές ενδείξεις και σημάνσεις. 2.23. Για την εκτέλεση των εργασιών παραγωγής, ρύθμισης και συντήρησης του εξοπλισμού εργασίας, οι εργαζόμενοι πρέπει να έχουν ασφαλή πρόσβαση και παραμονή σε όλα τα σημεία όπου χρειάζεται.» Στο δε άρθρο 42 § 5 του Κώδικα Νόμων για την Υγεία και την Ασφάλεια (ν. 3850/2010) ορίζεται ότι «Στο πλαίσιο των ευθυνών του ο εργοδότης λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων, συμπεριλαμβανομένων των δραστηριοτήτων πρόληψης των επαγγελματικών κινδύνων, ενημέρωσης και κατάρτισης καθώς και της δημιουργίας της απαραίτητης οργάνωσης και της παροχής των αναγκαίων μέσων» ενώ κατά τις §§ 1 και 6 οφείλει να επιβλέπει τα μέτρα ασφαλείας και να εξασφαλίζει την υγεία των εργαζομένων ως προς όλες τις πτυχές της εργασίας. Εξάλλου, με το π.δ. 17/1996 εναρμονίσθηκε η ελληνική νομοθεσία για την ασφάλεια και υγιεινή των εργαζομένων προς τις διατάξεις της Οδηγίας 89/391/ ΕΟΚ του Συμβουλίου της 12ης Ιουνίου 1989 σχετικά με την εφαρμογή μέτρων για την προώθηση της βελτίωσης της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων κατά την εργασία (ΕΕ Ι 183) (όπως και της Οδηγίας 91/383/ΕΟΚ, ΕΕ Ι_ 206). Στο άρθρο 7 του διατάγματος αυτού, το οποίο εφαρμόζεται και στο Δημόσιο, παράλληλα με τις ιδιαίτερες ρυθμίσεις της προαναφερθείσας κ.υ.α. 88555/ 3293/30.9.1988 (άρθρο 1 § 3 και 4 αυτού), προβλέπεται ότι: «1. Ο εργοδότης υποχρεούται να εξασφαλίζει την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων ως προς όλες τις πτυχές της εργασίας και να λαμβάνει μέτρα που να εξασφαλίζουν την υγεία και ασφάλεια των τρίτων. 2. (...). 5. Στα πλαίσια των ευθυνών του, ο εργοδότης λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για την προστασία της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων, συμπεριλαμβανομένων των δραστηριοτήτων πρόληψης των επαγγελματικών κινδύνων, ενημέρωσης και κατάρτισης, καθώς και της δημιουργίας της απαραίτητης οργάνωσης και της παροχής των αναγκαίων μέσων. 6. Ο εργοδότης υποχρεούται: α) (...) γ) Να επιβλέπει την ορθή εφαρμογή των μέτρων υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας, δ) Να γνωστοποιεί στους εργαζόμενους τον επαγγελματικό κίνδυνο από την εργασία τους, ε) (...). 7. Ο εργοδότης εφαρμόζει τα μέτρα που προβλέπονται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου, βάσει των ακόλουθων γενικών αρχών πρόληψης: α) Αποφυγή των κινδύνων, β) (...) θ) Παροχή των κατάλληλων οδηγιών στους εργαζόμενους. 8. Με την επιφύλαξη των άλλων διατάξεων του παρόντος διατάγματος, ο εργοδότης οφείλει, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση των δραστηριοτήτων της επιχείρησης: α) Να εκτιμά τους κινδύνους για την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων, μεταξύ άλλων κατά την επιλογή των εξοπλισμών εργασίας, των χημικών και βιολογικών παραγόντων ή παρασκευασμάτων, κατά τη διαρρύθμιση των χώρων εργασίας καθώς και τους κινδύνους τους συναφείς με την παραγωγική διαδικασία. Η εκτίμηση αυτή είναι γραπτή (...). β) Όταν αναθέτει καθήκοντα σ' έναν εργαζόμενο, να λαμβάνει υπόψη τις ικανότητες του εν λόγω εργαζόμενου σε θέματα ασφάλειας και υγείας, γ) (...)». Σύμφωνα δε με το άρθρο 2 § 1 του αυτού π.δ., οι διατάξεις του διατάγματος αυτού, εφαρμόζονται σε κάθε πρόσωπο που απασχολείται από έναν εργοδότη με οποιαδήποτε σχέση εργασίας, συμπεριλαμβανομένων των ασκούμενων και των μαθητευομένων. Εξάλλου, με την Οδηγία 2001/45 ΕΚ τροποποιήθηκε η Οδηγία 89/655/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές ασφαλείας και υγείας για τη χρησιμοποίηση εξοπλισμού εργασίας από τους εργαζομένους κατά την εργασία τους. Σε συμμόρφωση προς την Οδηγία αυτή εκδόθηκε το π.δ. 155/2004 (Α' 121), με το άρθρο 2 του οποίου προστέθηκε το σημείο 4 στο Παράρτημα II του ως άνω π.δ. 395/1994, όπως τροποποιήθηκε με τα π.δ. 89/1999 (Α' 94) και το π.δ. 304/2000 (Α' 241), που ορίζει τα εξής: «4. Διατάξεις για τη χρησιμοποίηση του εξοπλισμού εργασίας που διατίθεται για την εκτέλεση προσωρινών εργασιών σε ύψος. 4.1. Γενικές διατάξεις. 4.1.1. Αν, σε εφαρμογή του άρθρου 7 του π.δ. 17/1996 "Μέτρα για την βελτίωση της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων κατά την εργασία σε συμμόρφωση με τις Οδηγίες 89/391/ΕΟΚ και 91/383/ΕΟΚ" (Α 11) και του άρθρου 3 του παρόντος διατάγματος, δεν μπορούν να εκτελούνται προσωρινές εργασίες σε ύψος ασφαλώς και υπό τις δέουσες εργονομικές συνθήκες από κατάλληλη επιφάνεια, πρέπει να επιλέγεται ο πλέον ενδεδειγμένος εξοπλισμός εργασίας για την εξασφάλιση και τη διατήρηση ασφαλών συνθηκών εργασίας. Προτεραιότητα πρέπει να δίνεται στα μέτρα συλλογικής προστασίας έναντι των ατομικών. Οι διαστάσεις του εξοπλισμού εργασίας θα πρέπει να ανταποκρίνονται στη φύση των εργασιών και στους προβλεπόμενους περιορισμούς καθώς και να επιτρέπουν την ακίνδυνη κυκλοφορία. Η επιλογή του πλέον ενδεδειγμένου τύπου μέσων πρόσβασης στις προσωρινές θέσεις εργασίας σε ύψος πρέπει να γίνεται συναρτήσει της συχνότητας κυκλοφορίας, του ύψους και της διάρκειας χρησιμοποίησης. Η επιλογή πρέπει να επιτρέπει την ασφαλή διαφυγή σε περίπτωση επικείμενου κινδύνου. Η διάβαση από ένα μέσο πρόσβασης σε εξέδρες, δάπεδα ή διόδους προσπέλασης και αντιστρόφως δεν επιτρέπεται να προκαλεί πρόσθετους κινδύνους πτώσης. 4.1.2. Η χρησιμοποίηση κλίμακας ως θέσης εργασίας σε ύψος πρέπει να επιτρέπεται μόνο όταν έχοντας υπόψη το σημείο 4.1.1, η χρησιμοποίηση άλλου ασφαλέστερου εξοπλισμού δεν δικαιολογείται λόγω του χαμηλού κινδύνου και λόγω είτε της σύντομης χρησιμοποίησης είτε των χαρακτηριστικών των χώρων τα οποία δεν μπορεί να μεταβάλει ο εργοδότης. 4.1.3. (...) 4.2. Ειδικές διατάξεις για τη χρησιμοποίηση κλιμάκων. 4.2.1. Οι κλίμακες τοποθετούνται κατά τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται η σταθερότητα τους κατά τη χρήση. Τα στηρίγματα των φορητών κλιμάκων εδράζονται σε σταθερή, ανθεκτική και ακίνητη βάση κατάλληλων διαστάσεων ούτως ώστε οι βαθμίδες να παραμένουν οριζόντιες (...). 4.2.2. Η ολίσθηση των ποδών φορητών κλιμάκων εμποδίζεται, κατά τη χρησιμοποίηση τους, είτε με στερέωση του ανώτερου ή του κατώτερου σημείου των ορθοστατών είτε με οποιαδήποτε αντιολισθητική διάταξη ή με οποιαδήποτε άλλη λύση ισοδύναμης αποτελεσματικότητας. Οι κλίμακες πρόσβασης πρέπει να υπερβαίνουν τη στάθμη πρόσβασης, εκτός αν άλλες διατάξεις επιτρέπουν ασφαλή λαβή (...). Οι κινητές κλίμακες ακινητοποιούνται πριν ανέλθει κανείς σ' αυτές. 4.2.3. (...)». Επειδή, από το συνδυασμό των διατάξεων των νομοθετημάτων που αναφέρονται στην προηγούμενη σκέψη, συνάγεται ότι ο εργοδότης υποχρεούται να εξασφαλίζει την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων του στον τόπο εργασίας τους και να λαμβάνει κάθε μέτρο που απαιτείται, ώστε να διασφαλίζονται οι εργαζόμενοι από κάθε κίνδυνο, που μπορεί να απειλήσει την υγεία και τη σωματική τους ακεραιότητα κατά την εργασία στους. Στο πλαίσιο δε του καθήκοντος αυτού του εργοδότη περιλαμβάνεται η υποχρέωσή του, αφενός μεν να διαθέτει στον κάθε εργαζόμενό του τον κατάλληλο εξοπλισμό εργασίας (όπως για παράδειγμα εξοπλισμό με διαστάσεις τέτοιες, ώστε να ανταποκρίνεται στη φύση της εργασίας και να επιτρέπει την ακίνδυνη εκτέλεσή της), αφετέρου δε, να συνεκτιμά τις ικανότητες του κάθε εργαζόμενου ξεχωριστά αναφορικά με τα θέματα ασφάλειας και υγείας που σχετίζονται με την εκτέλεση της ανατεθειμένης σε αυτόν εργασίας. Εξάλλου, σε περίπτωση εκτέλεσης προσωρινών εργασιών σε ύψος, οι οποίες από τη φύση τους είναι δυνατόν να εκθέσουν τους εργαζομένους σε πιθανούς κινδύνους για την υγεία και την ασφάλειά τους, ιδίως σε κινδύνους πτώσης και σε σοβαρά εργατικά ατυχήματα, στα καθήκοντα του εργοδότη περιλαμβάνεται η επιλογή εξοπλισμού που παρέχει την κατάλληλη προστασία. Τέτοιος εξοπλισμός, δεν θεωρείται, κατ’ αρχήν, κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων της Οδηγίας 2001/45/ΕΚ, η χρησιμοποίηση κλίμακας και μάλιστα κινητής, “ως θέσης εργασίας σε ύψος”, εκτός εάν πρόκειται για εργασία σύντομη και χαμηλού κινδύνου ή η χρήση της δικαιολογείται με βάση τις ιδιαιτερότητες του χώρου εργασίας και υπό την προϋπόθεση ότι τηρούνται οι ελάχιστες προδιαγραφές ασφαλείας που ορίζονται από την Οδηγία αυτή - συμπεριλαμβανομένου και του σωστού μεγέθους της κλίμακας σε σχέση με την επιδιωκόμενη εργασία - ώστε να εξασφαλίζεται η προστασία των εργαζομένων (ΕφΠειρ 114/2024 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) … Επίσης, από τις διατάξεις των άρθρων 34 § 2 και 60 § 3 α.ν. 1846/1951, σε συνδυασμό με τις διατάξεις του άρθρου 16 § 1 του ν. 551/15, κωδικοποιημένου με το β.δ. της 24.7/28.8. 1920, συνάγεται ότι, όταν ο εργαζόμενος υπάγεται στην ασφάλιση του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΙΚΑ) και υποστεί ατύχημα, κατά την εκτέλεση της εργασίας ή εξ αφορμής της εργασίας, ο εργοδότης απαλλάσσεται από κάθε υποχρέωση αποζημιώσεώς του, τόσο ως προς τη, σύμφωνα με το κοινό δίκαιο, ευθύνη για αποζημίωση, όσο και ως προς την προβλεπόμενη από τον παραπάνω Ν. 551/15 ειδική αποζημίωση και μόνο αν το ατύχημα οφείλεται σε δόλο του εργοδότη ή αυτών που ο εργοδότης έχει προστήσει, ο τελευταίος έχει την υποχρέωση να καταβάλει στον εργαζόμενο την από το άρθρο 34 § 2 του α.ν. 1841/51 προβλεπόμενη διαφορά μεταξύ του ποσού της κατά το κοινό δίκαιο αποζημίωσης και του ολικού ποσού των παροχών που χορηγεί το ΙΚΑ [ΟλΑΠ 1267/1976 ΔΕΝ 1977.310, ΑΠ 1649/ 2017, ΑΠ 309/2015 δημ ιστοσελ. ΑΠ ΑΠ 1118/ 2007 Ελλ Δνη 49.432], Ο παθών όμως διατηρεί την αξίωσή του για χρηματική, ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, η οποία κρίνεται πάντοτε κατά το κοινό δίκαιο (άρθρα 914, 922, 932 ΑΚ) κατά του εργοδότη και του προσώπου που προστήθηκε από αυτόν, όταν το ατύχημα οφείλεται σε πταίσμα αυτών. Έτσι, σε περίπτωση εργατικού ατυχήματος, όταν ο παθών εργαζόμενος υπάγεται στην ασφάλιση του ΙΚΑ, το οποίο έχει αναλάβει την αποκατάσταση της περιουσιακής του ζημίας, δεν νομιμοποιείται αυτός να αξιώσει από τον εργοδότη και την αυτοτελή αποζημίωση από το άρθρο 931 ΑΚ, λόγω του περιουσιακού χαρακτήρα αυτής [ΟλΑΠ 18/2008, ΑΠ 617/2022, ΑΠ 1649/ 2017, ΑΠ 888/ 2015, ΑΠ 182/2015, ΑΠ 1778/2012, ΑΠ 52/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ και συναφή εκεί νομολογία]. Η κατά τα ανωτέρω απαλλαγή του εργοδότη από την ευθύνη προς αποζημίωση για περιουσιακή ζημία από εργατικό ατύχημα χωρεί, έστω κι αν δεν έχει γίνει η καταβολή των οφειλόμενων εισφορών στο ΙΚΑ και ανεξάρτητα από το χρόνο ασφάλισης του μισθωτού σ’ αυτό, διότι ο νόμος απαιτεί απλά ο μισθωτός, που υπέστη το ατύχημα, να υπάγεται στην ασφάλιση του ΙΚΑ, χωρίς να αξιώνει και την προηγούμενη εγγραφή του στα μητρώα ασφαλισμένων του ιδρύματος, ενώ είναι αδιάφορο αν έχουν καταβληθεί οι εισφορές ή αν οφείλονται και από ποιον, αρκεί δε το ότι ο παθών δικαιούται να αξιώσει ασφαλιστικές παροχές από το ΙΚΑ, χωρίς να απαιτείται να έχει λάβει πράγματι αυτές (ΕφΑθ 2406/2004 ΕλλΔνη 2064. 1075), Στην ασφάλιση δε του ΙΚΑ υπάγονται υποχρεωτικά και αυτοδίκαια, από την έναρξη της ισχύος του ν. 1902/1990 (17.10.1990), και όλοι οι αλλοδαποί οι οποίοι παρέχουν στο ελληνικό έδαφος εξαρτημένη εργασία υπό τους όρους του άρθρου 2 του α.ν. 1846/1951, ανεξαρτήτως αν απασχολούνται προσκαίρως και αν έχουν εφοδιαστεί με άδεια παραμονής ή εργασίας, δεδομένου ότι η άδεια αυτή δεν συνιστά κατά νόμο προϋπόθεση για την υπαγωγή τους στην ασφάλιση του ΙΚΑ (βλ.σχετ. ΣτΕ 2548/2013, ΣτΕ 21/2013 δημοσιευμένες στην ΤΝΠ Νόμος). Επιπροσθέτως, κατά τη διάταξη του άρθρου 922 ΑΚ, ο κύριος ή ο προστήσας κάποιον άλλο σε μία υπηρεσία ευθύνεται για τη ζημία που ο υπηρέτης ή ο προστηθείς προξένησε σε τρίτον παράνομα κατά την υπηρεσία του. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, πρόστηση είναι η τοποθέτηση, διορισμός, χρησιμοποίηση από κάποιο πρόσωπο, του προστήσαντος, ενός άλλου προσώπου φυσικού ή νομικού, του προστηθέντος, σε θέση ή απασχόληση (διαρκή ή μεμονωμένη εργασία) που αποβλέπει στη διεκπεραίωση υπόθεσης και γενικότερα στην εξυπηρέτηση των επαγγελματικών, οικονομικών ή άλλων συμφερόντων του πρώτου. Δικαιολογητικός λόγος της καθιέρωσης της ευθύνης από αλλότριες πράξεις είναι η ωφέλεια την οποία ο προστήσας αποκομίζει από την ανάμιξη του ενδιάμεσου προσώπου, το οποίο εντάσσει στο πεδίο της δραστηριότητάς του (επαγγελματικής, επιχειρηματικής κλπ). Με τη χρησιμοποίηση τρίτων προσώπων ο προστήσας επεκτείνει το πεδίο της επιχειρηματικής κυρίως δράσης του, το πεδίο εξουσίας και επιρροής του και κατά συνέπεια διευρύνει και τη δυνατότητα κερδών του. (…) Eίναι, επομένως, εύλογο να φέρει αυτός την ευθύνη και τους κινδύνους που προκύπτουν από τη δραστηριότητα των χρησιμοποιούμενων προσώπων, αφού αυτός καρπώνεται και τα οφέλη της. Άλλωστε, με την καθιέρωση της ευθύνης του προστήσαντος εξυπηρετείται και η ιδέα της ασφάλειας των ζημιωθέντων, οι οποίοι αποκτούν ένα επιπλέον οφειλέτη, εκτός από τον προστηθέντα, συνήθως οικονομικά ισχυρότερο και πιο φερέγγυο από αυτόν. Η εκπροσώπηση από τον προστηθέντα των συμφερόντων του προστήσαντος δεν απαιτείται να είναι εμφανής στους τρίτους, η δε σχέση πρόστησης έχει τέτοια ευρύτητα, ώστε να καλύπτει κάθε εκούσια χρησιμοποίηση άλλων προσώπων και μπορεί να στηρίζεται σε σύμβαση εργασίας, έργου, εντολής, ενώ βάση της σχέσης πρόστησης μπορεί να είναι και οποιαδήποτε άλλη βιοτική σχέση μεταξύ προστήσαντος και προστηθέντος, σημειουμένου ότι είναι αδιάφορο αν η ανωτέρω σχέση στην οποία βασίζεται η πρόστηση είναι νόμιμη ή παράνομη, αν ο προστηθείς αμείβεται ή όχι ή αν η σχέση πρόστησης είναι διαρκής ή ευκαιριακή ενόψει τέλεσης συγκεκριμένης πράξης (ΑΠ 121/2002 Ελλ Δνη 43.1614- ΕφΑθ 2879/2003 ΕλλΔνη 45. 1447- ΕφΚερ 213/2000 ΔΕΝ 2001.1107- βλ. Σταθόπουλο σε ΑΚ Γεωργιάδη Σταθόπουλου, υπό άρθρο 922 αριθ. 14). Εξάλλου, τόσο ο προστήσας όσο και ο προστηθείς είναι δυνατόν να είναι φυσικά ή νομικά πρόσωπα. Σε περίπτωση δε που ο προστηθείς αναθέσει την υπηρεσία σε άλλα πρόσωπα (υποπροστηθέντες), αυτοί θεωρούνται προστηθέντες του αρχικού προστήσαντος, ο οποίος φέρει και την ευθύνη σύμφωνα με το άρθρο 922 ΑΚ (βλ. Σταθόπουλο, ό.π. υπό άρθρο 922 αριθ. 20). Η κατά τα άνω πρόστηση δεν προϋποθέτει σχέση εξάρτησης μεταξύ του προστήσαντος και του προστηθέντος, δεδομένου ότι ούτε από την έννοια της πρόστησης, ούτε από τον σκοπό της διάταξης του άρθρου 922 ΑΚ προκύπτει τέτοιος περιορισμός. Εφόσον η δραστηριότητα του ενδιάμεσου προσώπου (είτε υπόκειται σε έλεγχο είτε όχι) εντάσσεται στον επιχειρηματικό, επαγγελματικό ή κοινωνικό κύκλο δράσης του κυρίου της υπόθεσης, τότε δικαιολογείται να εμπίπτει και στο πεδίο κινδύνου κατά την έννοια του άρθρου 922 ΑΚ η μετάθεση της ευθύνης σε αυτόν. Η ανάπτυξη από τον προστηθέντα πρωτοβουλίας και δικής του σφαίρας δράσης μέσα στα πλαίσια του πεδίου δράσης του προστήσαντος δεν αποτελεί λόγο αποκλεισμού της ευθύνης του τελευταίου (βλ. Σταθόπουλο, ό.π. υπό άρθρο 922 αριθ. 29), σημειουμένου ακόμη ότι για την εξάρτηση μεταξύ προστήσαντος και προστηθέντος δεν απαιτείται η παροχή δεσμευτικών ειδικών οδηγιών, όσον αφορά τον χρόνο, τόπο και τρόπο παροχής της εργασίας, αλλά αρκεί η παροχή γενικών οδηγιών ή μιας γενικής εποπτείας (ΑΠ 1270/1989 ΕλλΔνη 32. 765 - ΑΠ 308/ 1980 ΝοΒ 28. 1723). Τέλος, ο προστήσας ευθύνεται εφόσον η πράξη του προστηθέντος δεν είναι άσχετη ή ξένη, αλλά βρίσκεται σε εσωτερική αιτιώδη συνάφεια με την εκτέλεση της υπηρεσίας που ανατέθηκε σε αυτόν, υπό την έννοια ότι η επιβλαβής ενέργεια δεν ήταν δυνατόν να υπάρξει χωρίς την πρόστηση ή ότι η τελευταία υπήρξε το αναγκαίο μέσο για την επιχείρηση της ζημιογόνου πράξης. Επιρρίπτονται, δηλαδή, στον προστήσαντα όλοι οι τυπικοί κίνδυνοι που συνδέονται οργανικά με τη δραστηριότητα την οποία ανέθεσε στον προστηθέντα και αν ακόμη προήλθαν από κατάχρηση των καθηκόντων του προστηθέντος ή υπέρβαση των διαταγών και οδηγιών που του δόθηκαν (ΑΠ 1168/2007 αδημ. - ΑΠ 765/ 1984 ΝοΒ 33. 607- ΕφΑθ 382/2006 ΕλλΔνη 49. 561 -ΕφΑθ 2879/2003 ΕλλΔνη 45. 1447 - ΕφΝ 456/2002 ΕΕργΔ 2003 .480). Έτσι κατά την έννοια της τελευταίας αυτής διάταξης του άρθρου 922 ΑΚ, για να υπάρχει σχέση πρόστησης θα πρέπει να υπάρχει εξάρτηση, έστω και χαλαρή, ανάμεσα στον προστήσαντα και στον προστηθέντα, ώστε ο πρώτος να μπορεί να δίνει στον δεύτερο εντολές ή οδηγίες και να τον ελέγχει ή επιβλέπει κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας που του ανέθεσε. Εξάλλου, από τα άρθρα 681, 688-691 και 698 του ΑΚ προκύπτει ότι ο εργολάβος δεν θεωρείται, καταρχήν, προστηθείς του εργοδότη, όταν όμως ο εργοδότης επιφύλαξε για τον εαυτό του, ρητώς ή σιωπηρώς, τη διεύθυνση και την επίβλεψη της εκτέλεσης του έργου και μάλιστα το δικαίωμα παροχής οδηγιών προς τον εργολάβο, ο τελευταίος θεωρείται ότι βρίσκεται σε σχέση πρόστησης προς τον εργοδότη (ΑΠ 52/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) (…).

Από την εκτίμηση των ένορκων καταθέσεων των μαρτύρων αποδείξως και ανταποδείξεως, … οι οποίοι εξετάσθηκαν στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, και των οποίων οι καταθέσεις εμπεριέχονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημοσίας συνεδρίασης αυτού του δικαστηρίου τα οποία ελήφθησαν με φωνοληψία (άρθρο 8 § 3 ν. 4055/2012), την με αριθμ. … ένορκη βεβαίωση του … ενώπιον της Δικηγόρου Αιγίου, … (άρθρο 421 ΚΠολΔ σε συνδυασμό με το άρθρο 74 § 6 του ν. 4690/2020) η οποία [ένορκη βεβαίωση] ελήφθη με επιμέλεια του ενάγοντος μετά από προηγούμενη νόμιμη και εμπρόθεσμη προ 2 εργάσιμων ημερών κλήτευση του εναγομένου (άρθρο 422 § 1 ΚΠολΔ, όπως προστέθηκε με το ν. 4335/2015), όπως αποδεικνύεται από την προσκομιζόμενη από τον ενάγοντα υπ’ αριθ. …/9.5. 2024 έκθεση επιδόσεως της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Πατρών, …, η οποία δόθηκε ενώπιον της Δικηγόρου της κατοικίας του μάρτυρα, τηρουμένων των προϋποθέσεων του άρθρου 421 και 422 § 1 σε συνδυασμό με το άρθρο 591 ΚΠολΔ, καθώς και από όλα τα έγγραφα που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και οι προσκομισθείσες από τους διαδίκους φωτογραφίες, των οποίων η γνησιότητα δεν αμφισβητείται (άρθρα 444 αρ. 3, 448 § 2 και 457 § 4 του ΚΠολΔ), αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:

Ο πρώτος εναγόμενος, …, είναι κύριος του με αριθμό κυκλοφορίας … φορτηγού δημοσίας χρήσης μάρκας VOLVO με επικαθήμενο … το οποίο χρησιμοποιεί για την εξυπηρέτηση των σκοπών της ατομικής επιχείρησης οδικών μεταφορών εμπορευμάτων με φορτηγό αυτοκίνητο με έδρα την Λυγιά Ναυπάκτου. Στα πλαίσια της ανωτέρω άσκησης της επαγγελματικής του δραστηριότητας απασχόλησε τον ενάγοντα κατά το διάστημα από 4.9.2019 έως 11.2.2020 ως οδηγό του εν λόγω φορτηγού με σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου πλήρους απασχόλησης, η οποία κατέστη αορίστου με την παρέλευση της συμφωνηθείσας λήξης αυτής. Η επιχείρηση του πρώτου εναγομένου είναι μέλος της εταιρίας με την επωνυμία «…ΕΠΕ», η οποία δραστηριοποιείται στις μεταφορές εντός και εκτός Ελλάδος. Στα εργασιακά καθήκοντα του ενάγοντος περιλαμβάνονταν η οδήγηση του εν λόγω οχήματος από και προς τον εκάστοτε χώρο παραλαβής ή παράδοσης εμπορευμάτων, η προετοιμασία του φορτηγού για φόρτωση και εκφόρτωση αυτού, ήτοι η στάθμευσή του στο χώρο του πελάτη- πλατφόρμα ή αποβάθρα της αποθήκης και το ανέβασμα του μουσαμά που καλύπτει την είσοδο-έξοδο της καρότσας του φορτηγού ώστε να είναι έτοιμο για την φόρτωση ή εκφόρτωση αυτού από τους υπαλλήλους του εκάστοτε πελάτη με τήρηση όλων των προβλεπομένων κανόνων ασφαλείας κατά την παροχή εργασίας. Σημειωτέον ότι για την νόμιμη κυκλοφορία του φορτηγού αυτοκίνητου τηρούνταν οι νόμιμες διατυπώσεις [βλ. την προσκομιζόμενη μετ’ επικλήσεως από Μαΐου 2019 εκτίμηση επαγγελματικού κινδύνου του τεχνικού ασφαλείας …] ενώ για την ασφάλεια του οδηγού υπήρχε ο απαιτούμενος εξοπλισμός εντός του οχήματος όπως γάντια δερματοπάνινα, μάσκα φίλτρου Ρ1, παντελόνι εργασίας, μπλουζάκια t-shirt, αντανακλαστικά γιλέκα, άρβυλα ασφαλείας και ως εκ περισσού κράνος. Ας επισημανθεί ότι οι περιπτώσεις που είναι χρήσιμος ο εν λόγω εξοπλισμός είναι στο χώρο των επιχειρήσεων όπου γίνονται οι φορτοεκφορτώσεις κι αυτό εφόσον διαπιστωθεί ότι το έδαφος δεν είναι σταθερό ή γλιστράει (για τα παπούτσια) ή ότι υπάρχει κίνηση κι άλλων φορτηγών στο χώρο (για τα γιλέκα) κλπ. Την 11.2.2020 μεσημεριανές ώρες ο ενάγων μετέβη οδηγώντας το ως άνω φορτηγό από το χώρο στάθμευσης του οχήματος στην εταιρία … στην Πάτρα, στην έδρα της δεύτερης εναγόμενης εταιρίας … Α.Ε. στις Αχαρνές Αττικής, προκειμένου να φορτωθούν τα εμπορεύματα της εν λόγω εταιρίας και να επιστρέψει αυθημερόν στην Πάτρα. Ειδικότερα, την ανωτέρω ημεροχρονολογία ο ενάγων στάθμευσε το φορτηγό στην αποβάθρα (ράμπα) 9, την οποία υπέδειξαν οι υπάλληλοι της δεύτερης εναγόμενης εταιρίας και επιχείρησε να ανεβάσει το κάλυμμα (μουσαμά) της καρότσας του επικαθημένου του φορτηγού προκειμένου να το φορτώσουν. Για το σκοπό αυτό χρησιμοποίησε αυτοβούλως και χωρίς να έχει δοθεί εντολή από τον εργοδότη του, … ή κάποιο εκπρόσωπο της δεύτερης εναγόμενης εταιρίας, ένα αλουμινένιο σκαλοσκαμπό ύψους 60 εκ. που βρισκόταν στο χώρο της δεύτερης εναγόμενης εταιρίας προς χρήση των εργαζομένων της και με ένα ξύλινο μαδέρι προσπάθησε να σηκώσει το μουσαμά. Σε κάθε δηλαδή περίπτωση επειδή ο ενάγων δεν έκανε καμία φορτοεκφόρτωση αλλά προετοίμαζε το φορτηγό, η μόνη ενέργεια που έκανε ήταν απλώς να σηκώσει το μουσαμά πάνω από την καρότσα με ειδική σανίδα, δηλαδή μια ενέργεια υλική που δεν εγκυμονεί κινδύνους. Ας σημειωθεί ότι τα διπλής όψης αλουμινένια σκαλοσκαμπό μάρκας «Svelto», που υπήρχαν στους χώρους της δεύτερης εναγόμενης εταιρίας, διαθέτουν πιστοποιητικό καταλληλότητας κατά το πρότυπο ΕΝ- 14183:2003 [βλ. προσκομισθέν μετ’ επικλήσεως πιστοποιητικό καταλληλότητας], έχουν ελεγχθεί ως προς την καταλληλότητα τους και τη συμμόρφωση με τα διεθνή πρότυπα από το Πολυτεχνείο Μιλάνου, είναι μικρού ύψους 0,60 εκ. και χρησιμοποιούνται μόνο από τους εργαζομένους της δεύτερης εναγόμενης για την εναπόθεση μεμονωμένων κιβωτίων προϊόντων στον ελεύθερο χώρο μεταξύ των παλετών και της οροφής της καρότσας. Δεν υπήρχε δηλαδή σκάλα μονού τύπου ούτε είχε δοθεί από τον εργοδότη του ενάγοντος τέτοιου είδους σκάλα αλλά και ούτε περιλαμβάνονταν στον εξοπλισμό του φορτηγού τέτοια (σκάλα). Σημειωτέον ότι η φόρτωση των φορτηγών στην εν λόγω δεύτερη εναγόμενη εταιρία γίνεται σε αριθμημένες αποβάθρες (από 1 έως 10) της αποθήκης, που βρίσκονται αποθηκευμένα και στοιβαγμένα σε μεταλλικά ράφια τύπου Dexion τα έτοιμα προϊόντα. Μετά τη λήψη της εκάστοτε παραγγελίας, οι εργαζόμενοι της αποθήκης συσκευάζουν τα προϊόντα αυτής σε ξύλινες παλέτες και με τη χρήση υδραυλικών παλετοφόρων γίνεται φόρτωση των παλετών στον εσωτερικό χώρο της καρότσας κάθε φορτηγού. Η προτεραιοποίηση της σειράς φόρτωσης των φορτηγών οχημάτων γίνεται από τον υπεύθυνο κυκλοφορίας στον προαύλιο χώρο του (αναφερόμενος ως τροχονόμος), ο οποίος δίνει εντολή στον εκάστοτε οδηγό να κατευθυνθεί σε συγκεκριμένη ελεύθερη αποβάθρα φόρτωσης, όπως του έχει γνωστοποιηθεί από τον υπεύθυνο διακίνησης της αποθήκης. Κατά τη διαδικασία αυτή ο οδηγός φορτηγού κάνει τους απαραίτητους ελιγμούς («μανούβρες») του οχήματος ώστε να προσεγγίσει με την όπισθεν την τσιμεντένια αποβάθρα και αφού ολοκληρωθεί η γεφύρωση της μεταλλικής ράμπας πάνω στην καρότσα, ο οδηγός του οχήματος αν δεν έχει σηκώσει τον μουσαμά πρέπει να τον ανεβάσει ώστε ν’ απελευθερωθεί η πρόσβαση στο εσωτερικό της καρότσας και να ξεκινήσει η φόρτωση. Περαιτέρω αποδείχτηκε ότι ο ενάγων χρησιμοποιώντας το προαναφερόμενο σκαλοσκαμπό έχασε την ισορροπία του και έπεσε στο δάπεδο της αποβάθρας χωρίς όμως να κάνει προσπάθεια να προστατευθεί, ενώ το σκαλοσκαμπό στεκόταν όρθιο πάνω στη ράμπα χωρίς να έχει καταστραφεί κάποιο μεταλλικό στοιχείο του. Αποτέλεσμα αυτής της πτώσης ήταν να υποστεί ο ενάγων σοβαρή τραυματική βλάβη εγκεφάλου με αποτέλεσμα να πραγματοποιηθεί διασωλήνωση αφού διαπιστώθηκε αυτόματος απεγκεφαλισμός άμφω (GCS), ανισοκορία υπέρ της δεξιάς και γενικευμένη επιληπτική κρίση ενώ η ακτινογραφία κεφαλής στην οποία υπεβλήθη ανέδειξε οξύ υποσκληρίδιο αιμάτωμα δεξιά μετωποκροταφοβρεγματικά, σημαντικού βαθμού μετάθεσης της μέσης γραμμής και ρωγμώδες κάταγμα κρανίου δεξιά κροταφοβρεγματικά. Επισημαίνεται ότι αμέσως έδωσε τις πρώτες βοήθειες ο ειδικός ιατρός εργασίας, … που βρίσκονταν στο ιατρείο της δεύτερης εναγόμενης εταιρίας, ο οποίος διαπίστωσε ότι ο παθών βρισκόταν σε κωματώδη κατάσταση χωρίς καμία επαφή με το περιβάλλον και χωρίς καμία ανταπόκριση με εξωτερικά ερεθίσματα και έδωσε άμεσα εντολή για κλήση του ΕΚΑΒ, ενώ μεταφέρθηκε στο ιατρείο της εταιρίας με φορείο. Εν συνεχεία μετά την με αριθ. πρωτ. …/12.2.2020 δήλωση -αναγγελία εργατικού ατυχήματος προς το ΚΕΠΕΚ (Α τομέα Ανατολικής Αττικής) και της έρευνας του συμβάντος που επιλήφθηκε το ΤΕΑΥΕ Α τομέας Ανατολικής Αττικής της ΠΔΕ ΑΥΕ Αθηνών- Ανατολικής Αττικής- Κρήτης του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.Ε.ΠΕ.), το οποίο εξέτασε διεξοδικά τα συμβάντα, συνέταξε ο Επιθεωρητής Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία, την με αριθ. πρωτ. …/4.3.2021 έκθεση έρευνας εργατικού ατυχήματος, στην οποία αναφέρει τα εξής: «.... Σε τηλεφωνική επικοινωνία με τον … (Προϊστάμενο Διακίνησης της αποθήκης) που πραγματοποιήθηκε στη 1.2.2021, ημέρα Δευτέρα, μας ανέφερε: α) το γραφείο του ευρίσκεται σε χώρο αρκετά μακρυά από την αποβάθρα φόρτωσης Νο9 όπου θα φόρτωνε ο παθών, β) στα καθήκοντά του περιλαμβάνεται η παράδοση στον προαύλιο χώρο (αφού έχει ολοκληρωθεί η φόρτωση του κάθε φορτηγού και απομακρυνθεί από την αποβάθρα), των παραστατικών (δελτία αποστολής) προς υπογραφή από τον οδηγό του οχήματος, ώστε να μπορέσει στη συνέχεια να εξέλθει από την πύλη του εργοστασίου, γ) δεν χορήγησε καμία σκάλα (οποιουδήποτε τύπου στον παθόντα) την ημέρα του ατυχήματος, δ) του γνωστοποιήθηκε το συμβάν μετά την επέλευσή του, ε) είχε τηλεφωνική επικοινωνία με τη σύζυγο του παθόντος και συνεννοήθηκε για την μετάβαση σε ιατρική μονάδα, στ) μετακίνησε μετά από συνεννόηση με το γιο του παθόντος, το φορτηγό όχημα από την αποβάθρα φόρτωσης στον απέναντι χώρο στάθμευσης. Σε τηλεφωνική επικοινωνία με τον … (εργαζόμενο στην αποθήκη και αναφερόμενος ως αυτόπτης μάρτυρας του ατυχήματος) που πραγματοποιήθηκε στις 2.2.2021 μας ανέφερε: α) στην αποβάθρα Νο 9, θα γινόταν η φόρτωση του φορτηγού του παθόντος, β) ο παθών είχε οδηγήσει (με όπισθεν) το φορτηγό στην αποβάθρα, γ) έβλεπε τον παθόντα να προσπαθεί να σηκώσει τον μουσαμά στη πίσω πλευρά της καρότσας, αλλά επειδή καθυστερούσε του δόθηκε η ευκαιρία να πάει σε γειτονική αποβάθρα (Νο7) για να βοηθήσει συνάδερφό του στην φόρτωση άλλου οχήματος, δ) είδε τον παθόντα να χρησιμοποιεί σκαλοσκαμπό (το οποίο μάλλον το πήρε μόνος του από παρακείμενο χώρο) και ευρισκόμενος πάνω σε αυτό να χρησιμοποιεί κάποιο ξύλινο μαδέρι για ν’ ανεβάσει στον μουσαμά, ε) μετά την πτώση του παθόντα πάνω στην μεταλλική ράμπα, το σκαλοσκαμπό στεκόταν όρθιο πάνω στην ράμπα (χωρίς ν’ ανατραπεί ή να έχει υποχωρήσει/καταστραφεί κάποιο μεταλλικό στοιχείο του), στ) ήταν από τους πρώτους που πήγαν στο σώμα του παθόντα, ενώ δίπλα του κείτονταν το ξύλινο μαδέρι που είχε χρησιμοποιήσει για ν’ ανεβάσει το μουσαμά. Σε τηλεφωνική επικοινωνία με τον … (έτερος εργαζόμενος της αποθήκης και αναφερόμενος αυτόπτης μάρτυρας του ατυχήματος) που πραγματοποιήθηκε στις 2.2.2021 μας ανέφερε: α) ήταν υπεύθυνος εκτέλεσης παραγγελίας (τσεκαδόρος) καταγράφοντας την φόρτωση του οχήματος στην αποβάθρα Νο 7, β) είχε οπτική επαφή με την αποβάθρα Νο 9 όπου κατά διαστήματα έβλεπε τον παθόντα και τις ενέργειές του για να σηκώσει το μουσαμά (χρήση σκαλοσκαμπό, ξύλινου μαδεριού), γ) ο ανωτέρω συνάδερφός του βοηθούσε στην φόρτωση του οχήματος εξέδρα Νο 7, καθώς ο παθών δεν είχε καταφέρει ακόμη να σηκώσει τον μουσαμά δ) μετά την πτώση του παθόντος από το σκαλοσκαμπό, παρατήρησε την άμεση συρρίκνωση του σώματος του παθόντα (σε εμβρυακή στάση) και θυμήθηκε ανάλογη περίπτωση οικείου προσώπου του, καθώς και ότι ο παθών φέρεται να έπεσε μονοκόμματα σαν να «πυροβολήθηκε» χωρίς να κάνει προσπάθεια να προστατευθεί κινώντας τα χέρια του. Σε τηλεφωνική επικοινωνία με τον … (υπεύθυνο κυκλοφορίας στον προαύλιο χώρο της επιχείρησης την ημέρα του ατυχήματος) που πραγματοποιήθηκε στις 11.2.2021, ημέρα Πέμπτη, μας ανέφερε: α) όταν δίνεται εντολή από το γραφείο διακίνησης ενημερώνει τον οδηγό εκάστοτε οχήματος να κατευθυνθεί σε ελεύθερη αποβάθρα που του υποδεικνύει, β) έχει παρατηρήσει ότι αρκετοί οδηγοί την ώρα που περιμένουν στον προαύλιο χώρο, κάνουν τις απαραίτητες ενέργειες (π.χ. σηκώνουν τον μουσαμά, ανοίγουν την πόρτα της καρότσας) ώστε το φορτηγό όχημα να είναι έτοιμο προς φόρτωση όταν προσεγγίσει την αποβάθρα γ) οι οδηγοί κατά τη διαδικασία της φόρτωσης παραμένουν στην καμπίνα του οχήματος ή εξέρχονται αυτής στον προαύλιο χώρο μέχρι να ολοκληρωθεί η φόρτωση του οχήματος (…). Συνοψίζοντας για τον εν λόγω σοβαρό εργατικό ατύχημα αντιμετωπίζουμε δύο διακριτές εκδοχές για τις περιστάσεις και συνθήκες του ατυχήματος. Στην πρώτη εκδοχή, όπου ο παθών ευρίσκεται στην αποβάθρα και χρησιμοποιεί σκαλοσκαμπό για την εκτέλεση της συγκεκριμένης ενέργειας (σήκωμα μουσαμά για να ξεκινήσει η διαδικασία φόρτωσης του οχήματος), κατά την γνώμη μου, δεν διαπιστώνεται κάποια παράβαση διατάξεων της εργατικής νομοθεσία σχετική με την Ασφάλεια και Υγεία στην Εργασία αλλά μάλλον το ατύχημα με επακόλουθο τον σοβαρό τραυματισμό του παθόντα οφείλεται σε παθολογικά αίτια (όπως αναφέρθηκε στην αναγγελία). Στην δεύτερη εκδοχή, όπου ο παθών ευρίσκεται έξω από το χώρο αποθήκης και χρησιμοποιεί σκάλα (η οποία ουδέποτε μας επιδείχτηκε από την εταιρεία κατά την διερεύνηση του ατυχήματος, ώστε να δούμε τα τεχνικά στοιχεία αυτής, όπως τύπος, αριθμός βαθμιδών, κατάσταση στην οποία βρισκόταν, ύπαρξη ή μη εμφανών φθορών στις βαθμίδες/ορθοστάτες αυτής, έλλειψη πελμάτων στη βάση αυτής κ.λπ.) η απουσία στήριξης έτερου εργαζομένου (ή ατόμου) που να κρατά και να σταθεροποιεί την κλίμακα (από ολίσθηση ή απώλεια στήριξης) συνιστά έλλειψη μέτρων ασφαλείας, κατά παράβαση του άρθρου 4 του π.δ. της 22.12. 1933 (ΦΕΚ 406/Α/29.12. 1933). Κατά τη γνώμη μου η παρουσία έτερου εργαζομένου θα λειτουργούσε αποτρεπτικά ως προς τον κίνδυνο τραυματισμού σε ενδεχόμενη πτώση του παθόντα από την σκάλα». Επίσης, πρέπει να σημειωθεί ότι στην με αριθ. πρωτ. …/12.2.2020 δήλωση -αναγγελία εργατικού ατυχήματος προς το ΚΕΠΕΚ (Α τομέα Ανατολικής Αττικής) δηλώθηκε από τον ίδιο τον παθόντα (ενάγοντα) ότι το ατύχημα οφείλεται σε παθολογικά αίτια, δηλαδή σε λιποθυμία, υπογράφοντας ο ίδιος ο παθών- ενάγων την ως άνω δήλωση. Σημειωτέον ότι από την από 11.2.2020 περιγραφή του ατυχήματος και παροχής πρώτων βοηθειών του ειδικού ιατρού εργασίας … προκύπτει ότι ο υιός του ενάγοντος-παθόντος σε ερωτήσεις του ιατρού ανέφερε ότι ταξίδευαν από το βράδυ και είχαν να φάνε τουλάχιστον 12 ώρες, οπότε κατά τα διδάγματα της κοινής λογικής και πείρας η λιποθυμία που ανέφερε ο ενάγων στην ανωτέρω δήλωση -αναγγελία εργατικού ατυχήματος μπορεί να οφειλόταν σε εξάντληση ή υπερβολική κόπωση…. Επίσης, σε νεότερο έγγραφο προς την ΣΕΠΠΕ με αριθμ. πρωτ. …/10.2.2021 αναφέρεται ότι ο μουσαμάς δεν είχε κάποιο σκίσιμο και η διαδικασία ανοίγματος του μουσαμά της καρότσας γίνεται από το έδαφος ενώ για την προστασία του εργαζομένου υπήρχε όλος ο απαραίτητος για την ασφάλειά του εξοπλισμός όπως κράνος, πλαστικά γυαλιά, αντανακλαστικό γιλέκο, παπούτσι ασφαλείας, γάντια κλπ. Επισημαίνεται, επιπλέον, ότι από τις καταθέσεις των αυτοπτών μαρτύρων … προκύπτει -σύμφωνα και με τα αναφερόμενα- ότι ο ενάγων χρησιμοποίησε το σκαλοσκαμπό ύψους 0,60 εκ. αυτοβούλως, δηλαδή το πήρε μόνος του χωρίς να το ζητήσει από το προσωπικό της εταιρίας ενώ δεν προέκυψε ότι είχε δοθεί τέτοια εντολή από τον εργοδότη του, (…). Περαιτέρω αποδείχτηκε ότι λόγω του προαναφερθέντος τραυματισμού του ενάγοντος και της από 30.8.2022 ένορκης κατάθεσης αυτού ενώπιον του Γ’ Α.Τ. Πατρών επέχουσας θέση εγκλήσεως, επελήφθη του συμβάντος ο κ. Εισαγγελέας Πλημμελειοδικών Αθηνών, ο οποίος επειδή δεν προέκυψε αδικοπρακτική ευθύνη των εναγομένων απέρριψε την έγκληση η οποία αρχειοθετήθηκε. Για το ίδιο συμβάν και με αφορμή τη διαβίβαση στην Εισαγγελία Αθηνών της έκθεσης έρευνας του εν λόγω ατυχήματος του ΣΕΠΕ, στο πλαίσιο της οποίας ο ενάγων κατάθεσε ενόρκως στις 17.6.2022, της ένορκης κατάθεσης αυτού επέχουσας θέση εγκλήσεως, δόθηκε παραγγελία για διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης σε βάρος των εναγομένων μετά την ολοκλήρωση της οποίας διαβιβάστηκε στον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών, ο οποίος εξέδωσε την με αριθμό …/2022 διάταξή του με την οποία απορρίφθηκε αυτή για την πράξη της σωματικής βλάβης από αμέλεια από υπόχρεο δια παραλείψεως. Συνεπώς σύμφωνα με τα προαναφερόμενα επισημαίνονται τα ακόλουθα: Το φορτηγό του ενάγοντος εισήλθε στην δεύτερη εναγόμενη εταιρία στις 12.56.58 μμ με οδηγό τον ενάγοντα και η μεταφορική εταιρία που δηλώθηκε ήταν η … όπως προκύπτει απο το ηλεκτρονικό σύστημα καταγραφής εισερχομένων- εξερχομένων πεζών και οχημάτων της 11ης.2.2020. Στο έντυπο καταγράφονται στη στήλη DRIVE ΝΑΜΕ υποχρεωτικά τα στοιχεία των προσώπων που εισέρχονται ως οδηγοί-συν­οδηγοί και η ιδιότητά τους. Αυτό αποδεικνύεται από την καταγραφή της ίδιας ημερομηνίας (11.2.2020) τριών Ιταλών τεχνικών της εταιρείας DELTA, δύο τεχνικών της εταιρείας ΟΡΤΙΜΑ και δύο πεζών της ΜΕΓΑ. Από το ανωτέρω σχετικό σε συνδυασμό με την με αριθ. …/4.3.2021 έκθεση έρευνας του ΣΕΠ ΠΕ αποδεικνύεται ότι αν υπήρχε συνοδηγός, δηλαδή ο υιός του ενάγοντας θα καταγραφόταν υποχρεωτικά στο φυλάκιο της εταιρείας που λειτουργεί 24 ώρες. Επίσης, στην με αριθ. …/4.3. 2021 έκθεση έρευνας του ΣΕΠΠΕ αναφέρεται η κατάθεση του εργαζομένου … ότι αυτός ενημέρωσε την σύζυγο του παθόντος. Επίσης, από την κατάθεση του … στην επ’ ακροατηρίω διαδικασία η οποία περιέχεται στα απομαγνητοφωνημένα πρακτικά του δικαστηρίου τούτου, ο υιός του παθόντος βρισκόταν εντός του οχήματος και κοιμόταν κατά τον κρίσιμο χρόνο του ατυχήματος ενώ δεν εμφανίστηκε να συνοδεύει τον πατέρα του κατά την είσοδο του φορτηγού στις εγκαταστάσεις της εταιρίας ….., Συνεπώς, υπαιτιότητα (αμέλεια), ως προς την επέλευση του εν λόγω ατυχήματος, το οποίο είναι εργατικό, υπό την έννοια του ν. 551/1915, δεν βαρύνει την δεύτερη εναγόμενη καθότι απεδείχθη ότι επέδειξε την επιμέλεια που όφειλε και μπορούσε υπό τις περιστάσεις να επιδείξει και συγκεκριμένα ότι έλαβε τα κατάλληλα μέτρα ασφαλείας ώστε να εξασφαλίζεται η υγεία και η σωματική ακεραιότητα των εργαζομένων της αλλά και του ενάγοντος, όπως υποχρεούται από το άρθρο 42 του ν. 3850/2010. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα το προσωπικό της δεύτερης εναγόμενης εταιρίας δεν εμπλέκεται στην διαδικασία ανοίγματος της καρότσας (μουσαμάς- κουρτίνας) και στην τοποθέτηση του οχήματος στην ράμπα, αλλά το προσωπικό της εταιρίας περιορίζεται αποκλειστικά στην διαδικασία μεταφοράς του φορτίου εντός του φορτηγού. Εξάλλου, δεν απαιτούνταν σύμφωνα με τα προαναφερόμενα η χρήση σταθερής κλίμακας ώστε να έχει ο ενάγων πρόσβαση στην διαδικασία ανοίγματος της καρότσας (να σηκώσει το μουσαμά) αλλά αυτό μπορούσε να το πράξει μόνο με τη χρήση ειδικού ξύλινου μαδεριού το οποίο χρησιμοποιείται, για εργασίες τέτοιου είδους, έχοντας μήκος περίπου 3 μ. όσο και το ύψος της καρότσας του φορτηγού και με το οποίο μπορούσε πράγματι να εντοπίσει και να σηκώσει το μουσαμά. Επίσης, δεν απαιτούνταν, κατά την χρήση της κλίμακας από τον ενάγοντα, να βρίσκεται ένας υπάλληλος στη βάση της, που να την συγκρατεί, ώστε να μην υπάρξει κίνδυνος ολίσθησής της όσο χρόνο ο ενάγων βρισκόταν επ’ αυτής καθότι το έδαφος δεν αποδείχτηκε ότι ήταν επικλινές ή ότι δεν ήταν σταθερό. Δηλαδή μεταξύ των πράξεων και παραλείψεων των εναγόμενων, και δη της δεύτερης εναγόμενης, δεν υπάρχει αιτιώδης σύνδεσμος ή αιτιώδη συνάφεια με το ένδικο ατύχημα, αφού είχαν τηρηθεί όλα τα μέτρα ασφαλείας, κατά τα αναφερόμενα και στην ως άνω έκθεση έρευνας εργατικού ατυχήματος. Ας σημειωθεί δε ότι, στην προκειμένη περίπτωση, δεν υπήρχε σχέση πρόστησης μεταξύ του νομικού προσώπου της δεύτερης εναγόμενης εταιρίας και του πρώτου εναγομένου εργοδότη … αλλά μεταξύ της ιδιοκτήτριας μεταφορικής εταιρίας … ΤΑΧΥΜΕΤΑΦΟΡΙΚΗ και της «ΙΜΕ …» ιδιοκτήτριας του φορτηγού αυτοκινήτου και συνακόλουθα δε και μεταξύ της τελευταίας και του εργοδότη του ενάγοντος, … (υποπροστηθείς), δεδομένου ότι παρόλο που, η σχέση πρόστησης δεν προϋποθέτει σχέση εξάρτησης μεταξύ του προστήσαντος και του προστηθέντος, αφού ούτε από την έννοια της πρόστησης ούτε από τον σκοπό της διάταξης του άρθρου 922 ΑΚ προκύπτει τέτοιος περιορισμός, στην προκειμένη περίπτωση και η δραστηριότητα του ενδιάμεσου προσώπου, ήτοι της ιδιοκτήτριας του φορτηγού αυτοκινήτου μεταφορικής εταιρίας, «ΙΜΕ …» -ανεξαρτήτως του εάν υπόκειται σε έλεγχο ή όχι, αφού δεν απαιτείται η παροχή δεσμευτικών ειδικών οδηγιών, όσον αφορά τον χρόνο, τόπο και τρόπο παροχής της εργασίας, αλλά αρκεί η παροχή γενικών οδηγιών-δεν εντασσόταν στον επιχειρηματικό και επαγγελματικό κύκλο δράσης του εργοδότη …, ώστε να δικαιολογείται εν προκειμένω, κατ’ άρθρο 922 ΑΚ, η μετάθεση της ευθύνης σε αυτόν. Εξάλλου η πράξη του προστηθέντος, ήτοι η μεταφορά και η ασφαλής φόρτωση και εκφόρτωση των εμπορευμάτων δεν είναι άσχετη ή ξένη, αλλά βρίσκεται σε εσωτερική αιτιώδη συνάφεια με την εκτέλεση της υπηρεσίας που ανατέθηκε από την ως άνω μεταφορική εταιρία στον υποπροστηθέντα από αυτήν οδηγό του φορτηγού αυτοκινήτου. Εξάλλου, αποδείχθηκε ότι δεν υπήρξε εντολή από τον εργοδότη του ενάγοντας … για δέσιμο του μουσαμά με τη χρήση σκάλας και ως εκ τούτου η επιβλαβής ενέργεια, ήτοι η πτώση από την σκάλα, ήταν δυνατόν να υπάρξει και χωρίς την πρόστηση. Εξάλλου, ο προστήσας εργοδότης … θα ευθυνόταν μόνο για την καλή και ασφαλή φόρτωση των εμπορευμάτων και τότε θα επιρρίπτονταν σε αυτόν όλοι οι τυπικοί κίνδυνοι που συνδέονται οργανικά με τη μεταφορά των εμπορευμάτων που του ανατέθηκε από την ανωτέρω μεταφορική εταιρία. Πάντως, ας σημειωθεί ότι ο ενδιάμεσος παραγγελιοδόχος δε συνδέεται συμβατικά με τον παραγγελέα ούτε με τον τελικό παραλήπτη, όμως, ο τελευταίος αποκτά δικαιώματα από τη σύμβαση ενδιάμεσης παραγγελίας μεταφοράς, αφού [και] αυτή έχει το χαρακτήρα γνήσιας σύμβασης υπέρ του παραλήπτη ως τρίτου (ΟλΑΠ 33/1998 ΔΕΕ 1998.990, ΕΑ 8097/2005 ΔΕΕ 2007. 916, ΕΑ 5736/2004 ΔΕΕ 2005. 65, ΕΑ 7197/2004 ΕλλΔνη 2006. 591), στις δε σχετικές διατάξεις των άρθρων 410 επ. του ΑΚ στηρίζονται και οι όποιες (συμβατικές) απαιτήσεις του έναντι του ενδιάμεσου παραγγελιοδόχου, όπως και η (συμβατική) έναντι του παραλήπτη ευθύνη του τελευταίου (ΕΠ 658/2017, ΕΑ 4350/2008 ΔΕΕ 2009. 90). Η ευθύνη δηλαδή του παραγγελιοδόχου μεταφοράς είναι κατά την παραπάνω έννοια εγγυητική και ευθύνεται εις ολόκληρον με τον μεταφορέα για την εκ μέρους του τελευταίου ορθή εκτέλεση της μεταφοράς, στο μέτρο βέβαια που και ο τελευταίος ευθύνεται. Ωστόσο, ακόμη και αν θεωρηθούν δεδομένες οι παραπάνω παραλείψεις, από το περιεχόμενο αυτό της αγωγής δεν καθίσταται σαφές σε ποια από τις τρεις ως άνω περιπτώσεις (άμεσος και ενδεχόμενος δόλος, συμπεριφορά του μεταφορέα, κατά την οποία αυτός ενεργεί εν γνώσει του ότι η πράξη ή η παράλειψή του οδηγεί σε επαύξηση του κινδύνου επέλευσης του ζημιογόνου αποτελέσματος, για το οποίο επιδεικνύει αδιαφορία, χωρίς όμως κατ’ ανάγκη και να το αποδέχεται), οι οποίες υπάγονται στην έννοια της ηθελημένης κακής διαχείρισης, εμπίπτει η συμπεριφορά των εναγομένων, καθώς δεν αναφέρεται ούτε αν αυτοί επεδίωξαν το παράνομο αποτέλεσμα ή προέβλεψαν αυτό ως αναγκαίο ή έστω ως ενδεχόμενο και το αποδέχτηκαν, ούτε αν ενήργησαν εν γνώσει τους ότι οι ως άνω παραλείψεις τους θα οδηγούσαν σε επαύξηση του κινδύνου επέλευσης του ζημιογόνου αποτελέσματος, ακόμη και αν δεν το αποδέχονταν. Η πτώση δε του ενάγοντος από την κλίμακα και η πρόκληση του τραυματισμού του οφείλονται σε υπαιτιότητα του ίδιου του ενάγοντος, ο οποίος δεν κατέβαλε την επιμέλεια κάθε μετρίως συνετού ανθρώπου, που θα ενεργούσε κάτω από τις ίδιες περιστάσεις με βάση την κοινή πείρα και τη λογική. Ειδικότερα δεν αποδείχτηκε ότι οι εναγόμενοι και δη η δεύτερη εναγόμενη εταιρία παραβίασε τις διατάξεις των άρθρων 7 § 1, 8 § 1β' του π.δ. 17/1996 [ΦΕΚ Α' 11/1996] «Μέτρα για τη βελτίωση της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων κατά την εργασία σε συμμόρφωση με τις οδηγίες 89/391/ΕΟΚ και 91/383/ ΕΟΚ», σύμφωνα με τα οποία ο εργοδότης υποχρεούται να εξασφαλίζει την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων ως προς όλες τις πτυχές της εργασίας, ενώ ο ίδιος, επιφυλασσομένων των λοιπών διατάξεων του αυτού διατάγματος, οφείλει, έχοντας υπόψη τη φύση των δραστηριοτήτων της επιχείρησής του, να λαμβάνει υπόψη, όταν αναθέτει καθήκοντα σε έναν εργαζόμενο, τις ικανότητες αυτού σε θέματα ασφάλειας και υγείας, καθώς και τη διάταξη του άρθρου 10 παράρτημα I αριθ. 14.3 του π.δ. 16/1996 [ΦΕΚ Α' 10/ 1996] «Ελάχιστες προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας στους χώρους εργασίας σε συμμόρφωση με την Οδηγία 89/654/ ΕΟΚ» αφού λήφθηκαν τα κατάλληλα προστατευτικά μέτρα για την αποτροπή του κινδύνου τραυματισμού των εργαζομένων», καθώς τη γενική υποχρέωση πρόνοιας που έχει ο εργοδότης έναντι του εργαζομένου, κατά το άρθρο 662 ΑΚ. Η δε [ενσυνείδητη] αμέλεια του ενάγοντος οδηγού του φορτηγού συνίσταται στο ότι από έλλειψη της προσοχής κατά την εκτέλεση της εργασίας αυτής, την οποία [προσοχή] όφειλε και μπορούσε κατά τις περιστάσεις να καταβάλει κατά τους κανόνες της κοινής πείρας και της λογικής, ενόψει και του γεγονότος ότι κατά την έναρξη της διαδικασίας φόρτωσης των εμπορευμάτων γνώριζε την διαδικασία που έπρεπε ν’ ακολουθήσει όντας έμπειρος οδηγός φορτηγού, δηλαδή να σηκώσει το μουσαμά με το ξύλινο μαδέρι από εδάφους και όχι να χρησιμοποιήσει κλίμακα, η οποία δεν υπήρχε ούτε στον εξοπλισμό του φορτηγού σύμφωνα με τα προαναφερόμενα και συνεπώς, υπήρχε σοβαρό ενδεχόμενο να πέσει κατά τη διαδικασία ανοίγματος της καρότσας, ως εκ τούτου με την ενέργεια του αυτή δεν φρόντισε κατά τέτοιο τρόπο ώστε να είναι ασφαλής η διαδικασία φόρτωσης του εμπορεύματος, με αποτέλεσμα να πέσει και να τραυματιστεί. Δηλαδή αποδεικνύεται ότι στην πρόκληση του ένδικου ατυχήματος συνέτεινε η αμελής συμπεριφορά του ενάγοντας, ο οποίος, δεν ενέτεινε την προσοχή του κατά την εκτέλεση της εργασίας του σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, με αποτέλεσμα να μην αντιδράσει έγκαιρα και αποτελεσματικά κατά τη πτώση του από τη σκάλα σύμφωνα και με όσα αναφέρονται και στην με αριθ. …/4.3.2021 έκθεση έρευνας του ΣΕΠΠΕ, δεκτού γενομένου ως και κατ’ ουσία βάσιμου του σχετικώς υποβληθέντος από τους εναγομένους ισχυρισμού περί αποκλειστικής υπαιτιότητας του ενάγοντας στην πρόκληση του ένδικου ατυχήματος τραυματισμού του. Η επέλευση δηλαδή του ένδικου εργατικού ατυχήματος και ο εξ αυτού τραυματισμός του ενάγοντος δεν οφείλονται σε συγκλίνουσα αμέλεια των εναγομένων, οι οποίοι έχοντας προς τούτο ιδιαίτερη νομική υποχρέωση από τις διατάξεις των άρθρων 662 ΑΚ, 32 ν. 1568/1985 «Υγιεινή και ασφάλεια των εργαζομένων», άρθρο 15 § 1 του ν. 3850/2010 για την επίβλεψη των συνθηκών εργασίας, δεν μερίμνησαν να λάβουν και να τηρήσουν κάποιο από τα αναφερόμενα και προβλεπόμενα από την ισχύουσα νομοθεσία μέτρα ασφαλείας κατά την εκτέλεση των εργασιών (…)”

E. Γ.

E. Γ.