ΑΠ 877/2025

73
2025
05

 

Άρειος Πάγος

(Ζ΄ Τμήμα)

 

Αριθ. 877/2025

 

Πρόεδρος: Ε. Κατσούλη, Αντιπρόεδρος

Εισηγήτρια: Α. Χονδρορίζου, Αρεοπαγίτης 

Εισαγγελέας: Χ. Μπαρδάκης, Αντεισαγγελέας

Δικηγόρος: Σ. Χούρσογλου

 

Κακουργηματική διακίνηση ναρκωτικών. Tριμελές Εφετείο. Αρμοδιότητα κατά παραπομπή. Έφεση. Μετ’ αναίρεση συζήτηση. Πενταμελές Εφετείο. Κατάργηση. Μεταβατικό δίκαιο. Επιτρεπτή αναδρομική εφαρμογή δικονομικού νόμου. Θετική υπέρβαση εξουσίας. Η απαγόρευση αναδρομικής εφαρμογής ποινικών νόμων αφορά μόνον σε αυτούς που είναι ουσιαστικοί, διότι οι δικονομικοί, οι οποίοι αποβλέπουν την ορθή εφαρμογή της δικαιοσύνης, έχουν αναδρομική δύναμη και ρυθμίζουν εκκρεμείς δίκες κατά το ατέλεστο, κατά το χρόνο έκδοσης αυτών, μέρος τους, εκτός αν ορίζουν διαφορετικά. Ορθώς, και χωρίς να υπερβεί θετικώς την εξουσία του, επελήφθη το Τριμελές Εφετείο Β΄ βαθμού, ως Δικαστήριο της παραπομπής, της εφέσεως κατά καταδικαστικής απόφασης για κακουργηματική διακίνηση ναρκωτικών, παρά το γεγονός ότι η αναιρεθείσα δευτεροβάθμια απόφαση είχε εκδοθεί από το Πενταμελές Εφετείο, και τούτο διότι ενδιαμέσως ετέθη σε ισχύ, στις 16.9.2024, ο ν. 5134/2024, το άρθρο 114 § 2 του οποίου τροποποίησε το άρθρο 111 § 8 ΚΠΔ, έτσι ώστε εφεξής οι εφέσεις κατά των αποφάσεων του Τριμελούς Εφετείου να δικάζονται και πάλι από το Τριμελές Εφετείο, συγκροτούμενο όμως από Πρόεδρο Εφετών (Άρθρα 2 § 1 ΠΚ, 111 § 8, ως αντικ. με την § 2 του άρθρου 114 ν. 5134/2024, 510 § 1 περ. Θ΄, 519 ΚΠΔ, 20 § 1 ν. 4139/2013).

Απορρίπτεται ο λόγος αναίρεσης για θετική υπέρβαση εξουσίας, διότι ορθώς επιλήφθηκε, ως Δικαστήριο της παραπομπής, το Τριμελές Εφετείο (Άρθρο 510 § 1 περ. Θ΄ ΚΠΔ).

 

[…] Κατά το άρθρο 510 § 1 στοιχ. Θ' του ΚΠΔ, υπέρβαση εξουσίας που ιδρύει τον από τη διάταξη αυτή προβλεπόμενο λόγο αναίρεσης, υπάρχει, όταν το δικαστήριο άσκησε δικαιοδοσία που δεν του παρέχεται από το νόμο ή υφίσταται μεν τέτοια δικαιοδοσία, δεν συντρέχουν όμως οι όροι οι οποίοι του παρέχουν την εξουσία να κρίνει στη συγκεκριμένη περίπτωση (θετική υπέρβαση εξουσίας) ή όταν παραλείπει να ασκήσει δικαιοδοσία που του παρέχει ο νόμος καίτοι συντρέχουν οι απαιτούμενες για την άσκησή της προϋποθέσεις (αρνητική υπέρβαση) (ΟλΑΠ 2/2014, ΑΠ 65/2023, ΑΠ 48Ι/2022). Κατά δε τη διάταξη του άρθρου 519 του ΚΠΔ αν η αναίρεση έγινε για έναν από τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 510 § 1 στοιχ. Α', Β', Γ', Δ΄, Η' και Θ', ο Άρειος Πάγος αποφασίζει μόνο για την αναίρεση και, αν συντρέχει περίπτωση, παραπέμπει την υπόθεση για νέα συζήτηση σε ομοειδές και ισόβαθμο δικαστήριο, άλλο από εκείνο του οποίου η απόφαση προσ­βλήθηκε με αναίρεση, ή στο ίδιο, αν είναι δυνατή η σύνθεσή του από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που είχαν δικάσει προηγουμένως. Το δικαστήριο της παραπομπής καθίσταται υποχρεωτικά αρμόδιο,  παραπεμπτική αναιρετική απόφαση είναι κανονιστική της καθ’ ύλην αρμοδιότητάς του, πλην όμως η διάταξη αυτή προϋποθέτει τη διατήρηση της καθ' ύλην αρμοδιότητας του δικαστηρίου του οποίου αναιρέθηκε η απόφαση, καθόσον αν από την ενώπιόν του διαδικασία προκύψουν δεδομένα τα οποία επηρεάζουν την καθ' ύλην αρμοδιότητά του και δεν είχαν ληφθεί υπόψη από τον Άρειο Πάγο (π. χ. ιδιάζουσα δωσιδικία, ηλικία κ.λπ.), καθώς και αν έχει επέλθει, σχετική με την αρμοδιότητά του, νομοθετική μεταβολή (ΑΠ 1781/2009). Εξάλλου σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 111 § 8 ΚΠΔ, όπως η § 8 αντικαταστάθηκε με την § 2 του άρθρου 114 του ν. 5134/2024, με έναρξη ισχύος, σύμφωνα με την § 5 αυτού, από την 16.9.2024, το Τριμελές Εφετείο δικάζει «... 8. Τις εφέσεις κατά των αποφάσεων του τριμελούς εφετείου, το οποίο συγκροτείται, από πρόεδρο εφετών εκ των αρχαιότερων προέδρων εφετών που υπηρετούν στο κατά τόπο αρμόδιο εφετείο και εφέτες εκ των αρχαιότερων εφετών που υπηρετούν στο κατά τόπο αρμόδιο εφετείο, παρισταμένου πάντοτε εισαγγελέα με τον βαθμό του εισαγγελέα εφετών...». Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 2 § 1 του ΠΚ, «1 . Αν από την τέλεση της πράξης ως την αμετάκλητη εκδίκασή της ίσχυσαν περισσότερες διατάξεις νόμων, εφαρμόζεται αυτή που στη συγκεκριμένη περίπτωση οδηγεί στην ευμενέστερη μεταχείριση του κατηγορουμένου». Η διάταξη αυτή αναφέρεται στους ουσιαστικούς ποινικούς κανόνες και όχι στους δικονομικούς, καθόσον οι δικονομικοί νόμοι, οι οποίοι αποβλέπουν στην ορθή απονομή της δικαιοσύνης, έχουν αναδρομική δύναμη και ρυθμίζουν τις εκκρεμείς δίκες κατά το ατέλεστο, κατά το χρόνο έκδοσης αυτών, μέρος αυτών, εκτός αν άλλως ορίζουν. Το γεγονός ότι οι δυσμενέστερες ουσιαστικές ποινικές διατάξεις του νεότερου νόμου δεν μπορούν να εφαρμόζονται στις πράξεις που είχαν τελεστεί προ της ισχύος αυτού, δεν επηρεάζει την επί των αυτών εγκλημάτων εφαρμογή των δικονομικών διατάξεων εφόσον η εφαρμογή των τελευταίων ρητά επιβάλλεται από το νόμο (ΟλΑΠ 390/1992). Δεν μπορεί δε να συνιστά κριτήριο της αναδρομικής εφαρμογής ή όχι μιας δικονομικού περιεχομένου διατάξεως το αν αυτή έχει ή όχι, κατά το μέρος της δίκης που δεν έχει, ακόμη, περατωθεί, δυσμενέστερες συνέπειες για τον κατηγορούμενο από αυτές που είχαν οι διατάξεις που ίσχυαν κατά το χρόνο τέλεσης της πράξης, γιατί, έτσι, θα αναιρείτο ο χαρακτήρας της διατάξεως αυτής ως δικονομικής, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει ασφάλεια δικαίου (ΟλΑΠ 1/2014).

Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την επισκόπηση της υπ’ αριθ. …. απόφασης του Αρείου Πάγου (Ζ' Ποινικό Τμήμα) με την οποία αναιρέθηκε, εν μέρει, η υπ’ αριθ. … απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Βορείου Αιγαίου: α) κατά τη διάταξή της ως προς την καταδίκη του αναιρεσείοντος για την επιμέρους πράξη της διακίνησης ναρκωτικών κατ’ εξακολούθηση και υπό την μορφή της πώλησης και β) κατά την διάταξή της περί ποινής αυτής, εκδοθείσα επί της έφεσης του κατηγορουμένου κατά της υπ’ αριθ. … απόφασης του Τριμελούς Εφετείου …, που δίκασε ως δευτεροβάθμιο δικαστήριο (άρθρ. 504 § 1 ΚΠΔ), κρίθηκε και αποφασίσθηκε στις 17.4.2024 και δημοσιεύθηκε στις 3.6.2024, ήτοι σε χρόνο προγενέστερο από την έναρξη εφαρμογής της δικονομικής διάταξης του άρθρου 111 § 8 (16.9.2024), σύμφωνα με την οποία η αρμοδιότητα για τις εφέσεις κατά αποφάσεων του Τριμελούς Εφετείου, μετά την κατάργηση των Πενταμελών Εφετείων, ανήκε στο Τριμελές Εφετείο (Β' Βαθμού). Επομένως, σύννομα ο Εισαγγελέας Εφετών … προσδιόρισε την μετ’ αναίρεση συζήτηση της προκείμενης υπόθεσης, με Α.Β.Κ.: …/2017 ποινικής δικογραφίας, ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου … (β' βαθμού) κατά τη συνεδρίαση της 7.10.2024, ως το δικαστήριο της παραπομπής. Και τούτο, διότι μετά την κατάργηση των Πενταμελών Εφετείων, η αρμοδιότητα για τις εφέσεις κατά αποφάσεων του Τριμελούς Εφετείου ανήκει στο Τριμελές Εφετείο (β' βαθμού), και έτσι το Τριμελές Εφετείο … (β' βαθμού) ήταν πλέον το κατά παραπομπή ίδιο Δικαστήριο (άρθρ. 519 ΚΠΔ), στο οποίο παραπέμφθηκε η προκείμενη υπόθεση για νέα συζήτηση κατά τα ανωτέρω, σύμφωνα με τις προμνημονευθείσες δικονομικές διατάξεις, οι οποίες ρυθμίζουν την παρούσα εκκρεμή δίκη κατά το ατέλεστο, κατά το χρόνο έκδοσής τους, μέρος αυτών, και ορθώς το Δικαστήριο αυτό (Τριμελές Εφετείο …  β ' βαθμού), ως δικαστήριο της παραπομπής, εξέδωσε την υπ' αριθ. …/2024 προσβαλλόμενη απόφαση μη υποπίπτοντας σε υπέρβαση εξουσίας (θετική). Επομένως, το Τριμελές Εφετείο … (β' βαθμού), που δίκασε ως δικαστήριο της παραπομπής, με την προσβαλλομένη απόφασή του δεν υπέπεσε στην από το άρθρο 510 § 1 στοιχ. Θ' του ΚΠΔ πλημμέλεια και o πρώτος λόγος της αίτησης αναίρεσης περί υπέρβασης εξουσίας (θετικής), με τον οποίο ο αναιρεσείων υποστηρίζει ότι το δικάσαν Τριμελές Εφετείο … (β 'βαθμού) δεν είχε καθ' ύλην αρμοδιότητα ως δικαστήριο παραπομπής, διότι με την αναιρετική απόφαση είχε παραπεμφθεί η υπόθεση στο ίδιο Δικαστήριο, που ήταν το Πενταμελές Εφετείο ….., είναι αβάσιμος.

[Απορρίπτει αίτηση αναίρεσης]