Κ. Θ. Νικολάου - Πατραγά: Το παλαιστινιακόν ζήτημα κατά το ισλαμικόν δίκαιον

73
2025
05

 

Το παλιστινιακόν ζήτημα κατά το ισλαμικόν δίκαιον

Κυριάκου Θ. Νικολάου-Πατραγά

Καθηγητού του Ελληνορρωμαϊκού και Ισλαμικού Δικαίου 

του Πανεπιστημίου Αθηνών

 


 

Η απόφασις 181/1947 της Γ.Σ. του Ο.Η.Ε., η οποία απετέλεσε την αισίαν απόληξιν ενός από μακρού χρονίζοντος προβλήματος περί την γην της Παλαιστίνης[1], δεν εγένετο αποδεκτή εκ μέρους των Aράβων, οι οποίοι σθεναρώς αντέδρασαν κατά της αποφάσεως, θεωρήσαντες ότι αύτη κατακερματίζει την Παλαιστίνην διά της αυτόθι εγκαθιδρύσεως και δημιουργίας ενός ξένου κράτους, του Ισραήλ, όντος, κατ’ αυτούς, οργάνου τής εισέτι τότε υπαρχούσης παλαιάς κοπής αποικιοκρατίας.

Ηγέτις δύναμις, κατ’ εκείνην την εποχήν, ως και σήμερον, του αραβικού κόσμου ήτο η Αίγυπτος, της οποίας η στάσις καθώριζε τας εξελίξεις, αλλά και τον εκάστοτε προτιμητέον τρόπον αντιδράσεως. Ούτω, πάσαι αι δυναταί θέσεις διετυπώθησαν και υιοθετήθησαν παρά των πολιτικών φορέων της χώρας. Η μεν συντηρητική κυβέρνησις των Σααδικών υπό τον Νοκράσση πασσά[2] εθεώρησεν ότι τούτο δημιουργεί καθεστώς κατοχής επί των παλαιστινιακών εδαφών, την οποίαν υιοθέτησε το σύνολον σχεδόν των πολιτικών κομμάτων της χώρας[3], πλην των δύο τότε κομμουνιστικών κομμάτων της Αιγύπτου τα οποία υπεστήριζον τουναντίον, ότι δηλ. η απόφασις αυτή είνε η καλλιτέρα των χειρίστων λύσεων, ενστερνιζόμενα τοιουτοτρόπως την ανάλογον σοβιετικήν γραμμήν επί του θέματος[4]. Παραφωνίαν εις αυτήν την κοσμικήν θεώρησιν του παλαιστινιακού ζητήματος απετέλεσεν η έκτοτε τρομοκρατική οργάνωσις των Αδελφών Μουσουλμάνων, αναγιγνώσκουσα τας εξελίξεις υπό θρησκευτικόν πρίσμα.

Ειδικώτερον η τρομοκρατική οργάνωσις των Αδελφών Μουσουλμάνων δεν απεδέχθη την θεώρησιν της διαμάχης ως εισβολής και κατοχής[5] αλλ’ ανέδραμεν εις την ισλαμικήν ιστορίαν ωστ’ εκείθεν ν’ αντλήση επιχειρήματα περί της θρησκευτικής φύσεως της διαμάχης εις τρόπον, ώστε ν’ αποφανθή ότι πρόκειται περί των πιστών μωαμεθανών, ερχομένων εις αντιπαλότητα προς τους απίστους ισραηλίτας[6].

Ειδικώτερον, μετά την πρώτην νίκην του Μωάμεθ και των συν αυτώ εις την μάχην Μπάντρ, οι μεκκαίοι και κοραϊσίται αντέδρασαν και ενήργησαν προς επίθεσιν κατά του εν Μεδίνη κατοικούντος Μωάμεθ, ώστε ν’ αποπλύνουν την εντροπήν της ήττης των. Ούτω διεξήχθη νέα μάχη εις την τοποθεσίαν Όχοντ, εν τη οποία ο Μωάμεθ μετά των εις αυτόν πιστών ηττήθησαν κατά κράτος παρά των ειδολολατρών μεκκαίων, λόγω της, καθώς ανέφερεν ο ίδιος και οι οπαδοί του, προδοσίας των ιουδαίων, αρνηθέντων όπως συνδράμουν καθ’ οίονδήποτε τρόπον εις τα της εκβάσεως της συρράξεως, ου μην και αφανώς εργασθέντων υπέρ της νίκης του εχθρού, κατά παράβασιν των συμφωνηθέντων εις το σύνταγμα της Μεδίνης[7]. Εξ αυτού του λόγου και της προγενεστέρας στάσεως των τριών εν τη Μεδίνη κατοικουσών και υπογραψασών το «σύνταγμα» εβραϊκών φυλών, θεωρηθείσης αντιδραστικής προς τον Μωάμεθ και την τότε νεαράν του θρησκείαν, εκλήθησαν μουναφεκήν, τ.ε. υποκριταί, -- κατηγορία χείρων και τής των απίστων, -- των οποίων η εξόντωσις κατέστη αναγκαία, πολλώ δε μάλλον όταν δολίως απεπειράθησαν την φόνευσιν τον Μωάμεθ[8].

Η τοιαύτη των ιουδαίων στάσις είχεν ως συνέπειαν όπως θεωρηθή ότι η διαμάχη μεταξύ ιουδαίων και μουσουλμάνων, εκδηλουμένη παντοιοτρόπως, δεν πρόκειται να λήξη ειμή κατά την συντέλειαν του κόσμου, ούσα αιωνία. Προσθέτω δε ότι το εναρκτήριον του κορανίου κεφαλαίον, η ούτω καλουμένη φάτεχα, λήγει διά τής φράσεως «Και ουχί εν τη [οδώ] των υποπεσόντων εις την οργήν σου, και εν τη των πεπλανημένων»[9], των μεν δευτέρων θεωρηθέντων των χριστιανών, λόγω της πεποιθήσεώς των περί της θεανθρωπίνης ιδιότητος του Ιησού και της σταυρώσεώς του[10], των δε πρώτων των ιουδαίων, εχόντων την εσαεί οργήν του θεού ένεκα της ποικιλομόρφου δράσεως και πορείας των[11].

Η τρομοκρατική οργάνωσις των Αδελφών Μουσουλμάνων ουδέποτε ανεθεώρησεν ή απεμπόλησε την τοιαύτην αρχικήν της θέσιν, τουναντίον, μάλιστα, εις πάσαν στιγμήν της υπάρξεώς της συνεχώς την προέβαλε. Μοναδική φαινομένη εξαίρεσις αυτής της παλαιάς αρχής των υπήρξε η συνθήκη Καμπ Νταίηβιντ[12]μεταξυ Μπεγκίν και Σαντάτ του έτους 1979, την οποίαν αρχικώς ανέγνωσαν και πάλιν ιστορικώ τω τρόπω διά της αναδρομής των εις την εποχήν του Μωάμεθ και την συνθήκην της Χαντυμπέϋα, ούσης εκείνης της δεκαετούς ανακωχής μεταξύ μωαμεθανών και κοραϊσσιτών ειδωλολατρών, η οποία ωδήγησεν εν τέλει εις την πλήρη επικράτησιν των πρώτων και άλωσιν της Μέκκας[13].

Η στάσις αύτη όμως των Αδελφών Μουσουλμάνων δεν παρέμεινεν επί μακρόν. Ειδικώτερον, επειδή κατά την ιδίαν χρονικήν περίοδον, κατά την οποίαν το σύνολον σχεδόν του πολιτικού φάσματος της Αιγύπτου υπεστήριζε την συνθήκην του Καμπ Νταίηβιντ[14], το προοδευτικόν κόμμα Ταγγάμω του εκ των ηγετών της νασερικής επαναστάσεως Χάλεντ Μόχη αλ-Ντην[15] κατεδίκασε την τοιαύτην συμφωνίαν ως προδοτικήν, λαβόν υπέρ αυτού την συντριπτικήν πλειονότητα του αιγυπτιακού λαού, αλλά και του αραβικού κόσμου. Ευθυγραμμιζόμενοι οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι προς την κοινήν γνώμην, ανεθεώρησαν την στηρικτικήν υπέρ της συμφωνίας θέσιν των, επανερχόμενοι εις την παλαιάν τοποθέτησιν[16], οπότε φανατίζοντες τα πλήθη, ωδήγησαν εις την εκτέλεσιν, κατ’ ουσίαν δολοφονίαν του υπογράψαντος εκ μέρους της Αιγύπτου την συμφωνίαν Άνουαρ αλ-Σαντάτ, υπό την κατηγορίαν της απιστίας[17],  στοιχειοθετηθείσης ως εκ της αθετήσεως της δικαϊκής προσταγής περί αιωνίας διαμάχης ιουδαίων-μωμεθανών[18].

Εις την παρούσαν περίοδον την τοιαύτην τοποθέτησιν, εις την ακροτάτην δυνατήν ερμηνείαν, ακολουθεί η παρανόμως διοικούσα την Γάζαν[19] οργάνωσις Χαμάς, ούσα βάσει του καταστατικού της θυγατρική της εν Αιγύπτω εδρευούσης οργανώσεως των Αδελφών Μουσουλμάνων.

 


 


[1]. Όρα Αλ. Κούτση, Μέση Ανατολή: Διεθνείς σχέσεις και πολιτική ανάπτυξη, τ. Α΄, εν Αθήναις 1992 και αντίθετον γνώμην παρά. Αl Dershowitz, Νομική συνηγορία υπέρ του Ισραήλ, ελλ. μετ., εν Αθήναις 2020· πρβλ. και Λ. Πατσαβέλλα και Κυρ. Νικολάου-Πατραγά, εν Εθνικές Επάλξεις, τ. 146 (2023).

[2]. Περί αυτού και της παρά των Αδελφών Μουσουλμάνων δολοφονίας του λόγω της στάσεώς του εις το Παλαιστινιακόν ζήτημα όρα Κυρ. Θ. Νικολάου-Πατραγά, Αδελφοί Μουσουλμάνοι. Η μήτρα της ισλαμιστικής ενόπλου βίας. Η μαρτυρία του εξ απορρήτων του εθνάρχου Νάσερ Σάμη Σάραφ [Εργαστήριον ισλαμικού δικαίου και αραβοϊσλαμικών σπουδών πανεπιστημίου Αθηνών. Σειρά διατριβών και μελετημάτων 9], εν Αθήναις 2017, σ. 43 επ. Πρβλ. Μιχ. Μαριόρα, Ισλαμικός ριζοσπαστισμός,  εν Αθήναις 2020.

[3]. Άχμαντ Χαμρούς, Θάουρετ ιόλιο, τ. Α΄, εν Καΐρω 1992, σ. 127 επ.

[4]. Ρέφαατ αλ-Σαήντ, Μουγγάραντ δεκραϋάτ, εν Καΐρω 2010. Πβλ. Κυρ. Νικολάου-Πατραγά, Το κομμουνιστικόν κίνημα Αιγύπτου [Islamica, arabica et turcica, II], εν Αθήναις 2011.

[5]. Ρέφαατ αλ-Σαήντ, Ταρήχ γκάμαετ αλ-εχουάν. Αλ-μασήρα ου αλ-μασήρ, εν Καΐρω 2013.

[6]. Marco Miotto, Αραβοϊσλαμική ιστορία [Εργαστήριον ισλαμικού δικαίου και αραβοϊσλαμικών σπουδών πανεπιστημίου Αθηνών. Σειρά διατριβών και μελετημάτων αρ. 5], εν Αθήναις 2020, σ. 62 επ.· Σάϋεντ Μαχμούντ αλ-Κέμνη, χουρούμπ ντάουλετ αλ-ρασούλ, τ. Α΄, εν Καΐρω 1416/1996, σ. 135 επ.

[7]. Αυτόθι.

[8]. Αυτόθι.

[9]. α΄ 7.

[10]. Πρβλ. αντί άλλων Κυρ. Νικολάου-Πατ­ρα­γά, Ο Μωάμεθ παρά Θεοφάνει τω ομολογητή, [Isla­mica, arabica et turcica, XIV], εν Αθήναις 2015, ένθα και αναφορά εις βιβλιογραφίαν και πηγάς.

[11].  Ιμπν Καθήρ, ταφσήρ αλ-κοράν αλ-καρήμ, τ. Α΄, εν Μανσούρα 1417/1996, σ. 66 επ.

[12]. Έσματ Σεφ αλ-Ντάουλα, χαδίχυ αλ-μουα­χάντα. Ρεσάλα ίλα μάγγλες αλ-σάαμπ χάουλ μουαχάντετ Καμπ Νταίηβιντ, εν Καΐρω 32000.

[13]. Πρβλ. Miotto ένθ’ ανωτ. και Κέμνη, ένθ’ ανωτ.       

[14]. Ρέφαατ αλ-Σαήντ, μουγγάραντ δεκραϋάτ, εν Καΐρω 2010. 

[15]. Κυρ. Νικολάου-Πατραγά, Το μέλλον της δημοκρατίας στην Αίγυπτο. Η συμβολή του ιππότου Χάλεντ Μόχη αλ-Ντην, [Islamica, arabica et turcica,, IV],  εν Αθήναις 2011.     

[16]. Ρέφαατ αλ-Σαήντ, μουγγάραντ δεκραϋάτ, ένθ’ ανωτ.

[17]. Μωχάμαντ Χασαναίν Χέκαλ, χαρήφ αλ-γάνταμπ. Κέσετ μπεντάϋετ ου νεχάϋετ ασρ Άνουαρ αλ-Σαντάτ, εν Καΐρω 1988. Δέον να σημειωθή  ότι η δολοφονία τού Σαντάτ υπήρξε κατά τους ισλαμιστάς θεόθεν επιβληθέν καθήκον,  οπότε επρόκειτο περί εκτελέσεως, δοθέντος ότι αύτη ήτο η επιβληθείσα αυτώ ποινή η προκύψασα κατά την μυστικήν δίκην εις την οποίαν υπεβλήθη, αυτόθι, περί των μυστικών δικών  όρα  Ρέφαατ  αλ- Σαήντ και Κυρ. Νικολάου – Πατραγά, Ισλάμ και πόλεμος [Εργαστήριον Ελληνορρωμαϊκού και Ισλαμικού Δικαίου και των αντιστοίχων πολιτισμών του Πανεπιστημίου Αθηνών, 1], εν Αθήναις 2024, σ. 390.

[18]. Αυτόθι.

[19]. Η  παρανομία  έγκειται  εις  την  μη  διενέργειαν  νέων εκλογών, καίτοι παρήλθε μακρότατος χρόνος από της λήξεως της θητείας της κυβερνήσεως της Γάζης.